Η επόμενη ημέρα στα ελληνοτουρκικά, η περεταίρω ενίσχυση του ελληνικού οπλοστασίου αλλά και η έγκαιρη παραλαβή μιας σειράς εξοπλιστικών προγραμμάτων που ήδη τρέχουν, όπως είναι η ένταξη των νέων φρεγατών Belharra στο Π.Ν, η ολοκλήρωση της παραλαβής των γαλλικών αεροσκαφών Rafale και η έναρξη ουσιαστικών διαπραγματεύσεων για την προμήθεια των αμερικανικών μαχητικών 5ης γενιάς F-35, αναμένεται να είναι οι βασικές προκλήσεις τις οποίες θα κληθεί να αντιμετωπίσει ο νέος υπουργός Εθνικής Άμυνας κ. Νίκος Δένδιας.
Ο μέχρι πρότινος υπουργός Εξωτερικών άλλωστε ήταν ευθύς εξαρχής ένας από τους βασικούς μνηστήρες του υπουργικού θώκου του ΥΠΕΘΑ και αυτός που πέρα από τα παραπάνω, θα κληθεί να διαχειριστεί και μια σειρά από μείζονα ζητήματα που αφορούν το στρατιωτικό και πολιτικό προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων, κυρίως σε μισθολογικό επίπεδο. Ο κ. Δένδιας, πρόκειται να αναλάβει επίσημα τα νέα του καθήκοντα σήμερα στο Πεντάγωνο παραλαμβάνοντας το αμυντικό χαρτοφυλάκιο της χώρας από τον υπηρεσιακό ΥΕΘΑ κ. Αλκιβιάδη Στεφανή, με τη σχετική τελετή παράδοσης- παραλαβής να έχει προγραμματιστεί για τις 14:30 μετά το μεσημέρι.
Με βάση τη σύνθεση της κυβέρνησης, στο Πεντάγωνο δημιουργείται μία ακόμη θέση υφυπουργού. Πλέον, δίπλα στον κ. Νίκο Χαρδαλιά, ο οποίος διατηρεί το χαρτοφυλάκιο του στο ΥΠΕΘΑ έχοντας ως βασική αρμοδιότητα την ανάπτυξη της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας, καθήκοντα αναλαμβάνει από σήμερα και ο βουλευτής Ρεθύμνου της Ν.Δ κ. Γιάννης Κεφαλογιάννης ως αρμόδιος για την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας των Ε.Δ, τα στρατιωτικά νοσοκομεία, αλλά για μια σειρά από διαδικαστικά θέματα που σχετίζονται με τους οπλίτες θητείας.
Να σημειώσουμε πως στη θέση του παραμένει ο γ.γ του ΥΠΕΘΑ κ. Αντώνης Οικονόμου, ο οποίος εξακολουθεί και απολαμβάνει της εμπιστοσύνης του πρωθυπουργού κ. Κυριάκου Μητσοτάκη, δεδομένου ότι κατά τη διάρκεια της προηγούμενης κυβερνητικής θητείας της Ν.Δ χειρίστηκε με επιτυχία μια σειρά από κρίσιμα ζητήματα, κυρίως σε επίπεδο εξοπλισμών. Να προσθέσουμε επίσης πως χθες στο πεντάγωνο βρέθηκαν στενοί συνεργάτες, τόσο του κ. Δένδια, όσο και του κ. Κεφαλογιάννη προκειμένου να ενημερωθούν για τις δικές τους αρμοδιότητες αλλά και για να παραλάβουν τα γραφεία τους. Ιδιαίτερα για τον κ. Κεφαλογιάννη, το πρώτο ζήτημα που τέθηκε, ως προς την επικείμενη άνοδό του στο Πεντάγωνο, ήταν το χωροταξικό, καθώς η θέση του δεύτερου ΥΦΕΘΑ καταργήθηκε κατά την πρώτη διακυβέρνηση της χώρας από τον Κυριάκο Μητσοτάκη το 2019. Στο πλαίσιο αυτό, η αναζήτηση κατάλληλων γραφείων για τον δεύτερο πλέον ΥΦΕΘΑ αναμένεται να επιλυθεί το αργότερο σήμερα, προκειμένου να εγκατασταθεί αυτός και το επιτελείο του.
Από την άλλη πλευρά, για τον κ. Νίκο Δένδια ο αμυντικός τομέας είναι ένας σχετικά γνώριμος χώρος, εξαιτίας της προηγούμενης θητείας του ως ΥΕΘΑ, από τον Νοέμβριο του 2014 έως και τον Ιανουάριο του 2015, όταν και η Νέα Δημοκρατία χάνοντας τότε τις εκλογές, παραχώρησε τη διακυβέρνηση της χώρας στην συγκυβέρνηση Σύριζα- ΑΝΕΛ, και ο ίδιος το ΥΠΕΘΑ στον πρόεδρο των «Ανεξάρτητων Ελλήνων» κ. Πάνο Καμμένο. Παρά τη σύντομη θητεία του στον συγκεκριμένο θώκο, ο κ. Δένδιας ποτέ δεν έκρυψε την επιθυμία του κάποια στιγμή να μπορέσει να επιστρέψει στο Πεντάγωνο, καθώς αφενός θεωρούσε ότι ήταν ένας χώρος που του ταίριαζε, αφετέρου είχε αφήσει ανοιχτούς λογαριασμούς πίσω του αφού λόγο της σύντομης θητείας του δεν μπόρεσε να σχηματοποιήσει το σχέδιο δράσης που επιχείρησε να αναπτύξει στον αμυντικό τομέα.
Νέα κυβέρνηση: Υπουργός Εθνικής Άμυνας ο Νίκος Δένδιας
Οχτώ χρόνια αργότερα ο τομέας της άμυνας είναι ωστόσο πολύ διαφορετικός, σε σχέση με το 2015. Η χώρα κατά τα τελευταία χρόνια έχοντας δαπανήσει περισσότερα από 10 δις ευρώ για εξοπλισμούς έχει καταστεί μία υπολογίσιμη δύναμη στην Ν.Α Μεσόγειο, αποκαθιστώντας την ισορροπία ισχύος στο Αιγαίο. Έχει επίσης συνάψει ισχυρές συμμαχίες με χώρες όπως είναι η Γαλλία, η Αίγυπτος, το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ενώ σχετική ταύτιση συμφερόντων υπάρχει και με τις ΗΠΑ. Από την άλλη ωστόσο, οι προκλήσεις στην περιοχή όχι μόνο παραμένουν, αλλά έχουν διευρυνθεί περεταίρω εξαιτίας του πολέμου Ρωσίας- Ουκρανίας. Το μεγάλο αγκάθι όμως για τη χώρα μας εξακολουθεί και είναι η Τουρκία. Μπορεί η ένταση επί του επιχειρησιακού πεδίου να κινείται σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα τους τελευταίους μήνες, οι δηλώσεις ωστόσο πολλών και διαφόρων τούρκων κυβερνητικών αξιωματούχων περί «γαλάζιας πατρίδας», εξακολουθούν να υπενθυμίζουν πως η Άγκυρα δεν έχει πάψει να είναι μια αναθεωρητική δύναμη και συνάμα αποσταθεροποιητικός παράγοντας για την ευρύτερη περιοχή της Ν.Α Μεσογείου. Επί της ουσίας πολλά από τα γεγονότα και ζητήματα που απασχόλησαν και βρέθηκαν ψηλά στην ατζέντα του κ. Δένδια κατά την πρότερη θητεία του στο ΥΠΕΞ, θα εξακολουθήσουν να τον απασχολούν και στο ΥΠΕΘΑ, ιδωμένα ενδεχομένως από μία διαφορετική οπτική γωνία.
Στο πλαίσιο αυτό, αδιαμφισβήτητα μία από τις πρώτες προκλήσεις που θα κληθεί να αντιμετωπίσει από την έναρξη κιόλας της θητείας του ο κ. Δένδιας θα είναι η πολιτική του -επίσης νέου -τούρκου ομολόγου του Γιασάφ Γκιουλέρ. Αναγκαστικά οι δυο τους θα πρέπει να οικοδομήσουν μία σχέση εμπιστοσύνης, ικανή να προλαμβάνει τυχόν έκρυθμες καταστάσεις στο Αιγαίο, συντηρώντας παράλληλα τους ανάλογους διαύλους επικοινωνίας που είχαν συμφωνήσει στις αρχές του περασμένου Απριλίου οι πρώην, πλέον, υπουργοί Άμυνας τον δύο χωρών Ν. Παναγιωτόπουλος και Χ. Ακάρ. Είναι μία πρόκληση με σημαντικό βαθμό δυσκολίας και αυτό γιατί ο Γιαράφ Γκιουλέρ θεωρείται ένας από τους βασικούς εκφραστές του τουρκικού «βαθέως κράτους», έχοντας υπηρετήσει για περισσότερα από 40 χρόνια στις τουρκικές Ε.Δ. Πρόκειται για ένα γεγονός το οποίο αναμένεται ότι θα δημιουργήσει προσκόμματα στις «γέφυρες» που επιδιώκουν να στήσουν οι δύο χώρες στις μεταξύ τους σχέσεις, τουλάχιστον σε στρατιωτικό επίπεδο. Εξάλλου οι αναφορές περί «γαλάζιας πατρίδας» και περί «πατρίδας των αιθέρων» που έκανε κατά την ανάληψη των καθηκόντων του ο Γιασάφ Γκιουλέρ, δεν αφήνουν και πολλά περιθώρια αισιοδοξίας ότι θα μπορούσε να σταματήσει η τουρκική επιθετική πολιτική στο Αιγαίο. Σε κάθε περίπτωση πάντως, ο Νίκος Δένδιας θα κληθεί πλέον να αντιμετωπίσει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις μέσα από μία διαφορετική οπτική, ενδεχομένως πιο σκληρή και κυνική σε σχέση με τη θητεία του στο ΥΠΕΞ, δεδομένου ότι αφήνει πίσω του την «ήπια ισχύς» της διπλωματίας αναλαμβάνοντας πλέον τη διαχείριση της «σκληρής ισχύος» που εκφράζεται μέσα από τις Ένοπλες Δυνάμεις της χώρας.