Στις βουλευτικές εκλογές της 21ης Μαΐου 2023, ο Κυριάκος Μητσοτάκης (Νέα Δημοκρατία/ΝΔ) κατάφερε όχι μόνο να κερδίσει άλλη μια θητεία ως πρωθυπουργός, αλλά να διατηρήσει και να ενισχύσει την πολιτική κυριαρχία του.
Σε μια πρώτη αξιολόγηση των εκλογών της 21ης Μαΐου 2023 προέβη το Ίδρυμα Κόνραντ Αντενάουερ στην Αθήνα (Αντιπροσωπεία για την Ελλάδα και την Κύπρο), η οποία υπογράφεται από τον διευθυντή της, Μάριαν Βέντ.
«Για πρώτη φορά η Νέα Δημοκρατία κέρδισε όλες τις εκλογικές περιφέρειες με εξαίρεση την εκλογική περιφέρεια της Ροδόπης (με ισχυρή μουσουλμανική μειονότητα η οποία επηρεάζεται εν μέρει από το Τουρκικό Γενικό Προξενείο Κομοτηνής). Στις βουλευτικές εκλογές της 21ης Μαΐου 2023, ο Κυριάκος Μητσοτάκης (Νέα Δημοκρατία/ΝΔ) κατάφερε όχι μόνο να κερδίσει άλλη μια θητεία ως πρωθυπουργός, αλλά να διατηρήσει και να ενισχύσει την πολιτική κυριαρχία του. Η ΝΔ επιτυγχάνει σχεδόν την απόλυτη πλειοψηφία εδρών (ίσχυσε η απλή αναλογική με 3% ως όριο εισόδου στη Βουλή). Το αποτέλεσμα είναι η κατάληξη μιας συνεχούς πορείας η οποία ξεκίνησε με την εκλογή του στην ηγεσία της ΝΔ το 2016. Από το 1974 δεν έχουν υπάρξει εκλογές στις οποίες η κυβέρνηση να έχει ενισχυθεί τόσο πολύ και η αντιπολίτευση να έχει αποδυναμωθεί τόσο σημαντικά», αναφέρει η ανάλυση.
Τονίζει δε ότι το αποτέλεσμα είναι ακόμη πιο εντυπωσιακό αν ληφθούν υπόψη οι «προκλήσεις των τελευταίων τεσσάρων ετών: η πανδημία, το πολιτικό σκάνδαλο παρακολουθήσεων, οι οξείες τουρκικές προκλήσεις, η μεταναστευτική πίεση, πόλεμος στην Ουκρανία και οι οικονομικές συνέπειές του, το σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών και τέλος ένα εκλογικό σύστημα που ευνοούσε τα μικρότερα κόμματα».
Οι λόγοι της εκλογικής επιτυχίας του Μητσοτάκη σύμφωνα με το Ίδρυμα Αντενάουερ, το οποίο πρόσκειται στο Χριστιανοδημοκρατικό Kόμμα της Γερμανίας (CDU), είναι οι εξής:
Ο πρώτος είναι τα αντικειμενικά καλά οικονομικά στοιχεία, συγκεκριμένα «η οικονομική ανάπτυξη 3-5% (πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ), η σημαντική αύξηση των επενδύσεων από το εξωτερικό, η επιστροφή στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές και μια σημαντική πτώση της ανεργίας. Παράλληλα, οι μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας και η ψηφιοποίηση του κράτους (χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η διαδικασία εμβολιασμού κατά την περίοδο της πανδημίας) ενίσχυσαν την κυβέρνηση».
O δεύτερος λόγος είναι η αποκατάσταση της φήμης της χώρας στο εξωτερικό. «Η εικόνα της Ελλάδας σήμερα δεν είναι αυτή που ήταν τη δεκαετία του 2010» σημειώνεται και αναφέρονται ως θετικά στοιχεία «η στάση της κυβέρνησης στο θέμα της Ουκρανίας, οι ορθολογικές και μετριοπαθείς απαντήσεις στις τουρκικές προκλήσεις και οι αντίστοιχες επενδύσεις για την ασφάλεια της χώρας και η εξαιρετική εκπροσώπηση στο εξωτερικό (π.χ. η επιρροή εντός του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος και η ομιλία του Πρωθυπουργού ενώπιον του Κογκρέσου των ΗΠΑ)».
Τέλος, εκτιμά ότι ο τρίτος σημαντικός λόγος της εκλογικής επιτυχίας του Κ. Μητσοτάκη ήταν η έλλειψη ουσιαστικής αντιπολίτευσης από τον ΣΥΡΙΖΑ. «Κατά την τελευταία προεκλογική περίοδο, δεν υπήρξε δέσμη μέτρων ή προτάσεων από τον Σύριζα για το πως θέλουν να κυβερνήσουν και να διαμορφώσουν τη χώρα». Κατά το Ίδρυμα Αντενάουερ, ο ΣΥΡΙΖΑ αναλώθηκε σε μια εν μέρει σκληρή φρασεολογία κατά της κυβέρνησης και συμπεραίνει ότι «με αυτήν την έλλειψη εποικοδομητικής αντιπολίτευσης από τον ΣΥΡΙΖΑ συνδέεται η ενίσχυση του ΠΑΣΟΚ ως αντιπολιτευτικής δύναμης».
Bloomberg: O Μητσοτάκης απέφυγε την παγίδα της απλής αναλογικής που έβαλε ο ΣΥΡΙΖΑ
Στη μεγάλη νίκη του Κυριάκου Μητσοτάκη στις εκλογές της Κυριακής αναφέρεται άρθρο του Bloomberg στο οποίο επισημαίνεται ότι ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας απέφυγε την παγίδα της απλής αναλογικής που έβαλε ο ΣΥΡΙΖΑ.
«Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν ξεπέρασε απλώς τους δημοσκόπους με τη σαρωτική εκλογική του νίκη στην Ελλάδα την Κυριακή. Έσπασε επίσης τους περιορισμούς που προσπάθησε να του θέσει ο βασικός του πολιτικός αντίπαλος» αναφέρεται στο άρθρο του Bloomberg.
O συντάκτης του άρθρου περιγράφει, επίσης, την αντίδραση των επενδυτών αναφέροντας ότι «ετοιμάζονται για μια καθαρή νίκη του 55χρονου Μητσοτάκη στις δεύτερες εκλογές που αναμένονται στις 25 Ιουνίου και οι οποίες αναμένεται να δώσουν την απόλυτη πλειοψηφία και μια σαφή εντολή για να συνεχίσει το πρόγραμμα οικονομικών μεταρρυθμίσεων που εφαρμόζει».
«Με τον τρόπο αυτό, ο Μητσοτάκης νίκησε τον αντίπαλό του Αλέξη Τσίπρα την Κυριακή, αλλά ξεπέρασε και την πολύ ισχυρότερη εκδοχή του κόμματος ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα από το 2015. Τότε, ο ΣΥΡΙΖΑ έφερε την Ελλάδα κοντά στην έξοδο από το ευρώ και ένα χρόνο αργότερα άλλαξε τον εκλογικό νόμο προκειμένου να αποτρέψει κόμματα όπως η Νέα Δημοκρατία του Μητσοτάκη να έχει την πλειοψηφία» προστίθεται στο άρθρο.
Στο άρθρο του Bloomberg επισημαίνεται και η θετική αντίδραση του Χρηματιστηρίου Αθηνών στη συνεδρίαση της Δευτέρας μετά τον θρίαμβο Μητσοτάκη στιε εκλογές της Κυριάκης με ειδική αναφορά στην απόδοση των 10ετών ομολόγων της Ελλάδας που μειωθηκαν κατά 14 μονάδες βάσης στο 3,877% «το χαμηλότερο επίπεδο από τον Δεκέμβριο» τονίζοντας τη διαφορά Ελλάδας και Ιταλίας, μιας χώρας την οποία ο συντάκτης χαρακτηρίζει ως «ένα άλλο αδύναμο σημείο κατά τη διάρκεια της κρίσης του ευρώ την προηγούμενη δεκαετία».
Με αφορμή, δε, την συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με την Κατερίνα Σακελλαροπούλου και την επιστροφή της διερευνητικής εντολής λίγες ώρες μετά την παραλαβή της το Bloomberg επισημαίνει ότι ο πρόεδρος της ΝΔ «θα επιδιώξει να εδραιώσει το προβάδισμά του με νέες εκλογές». Σημειώνει, μάλιστα, τη δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη ότι «οι εκλογές πρέπει να διεξαχθούν το συντομότερο δυνατόν».
Στο άρθρο του Bloomberg αναλύεται, επίσης, το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής με το οποίο θα διεξαχθούν οι επόμενες εκλογές που προβλέπει μπόνους έως και 50 εδρών στον νικητή «μειώνοντας το όριο για την πλειοψηφία σε περίπου 38% υπό ορισμένες προϋποθέσεις». Ο συντάκτης σημειώνει, δε, ότι «οι εκλογές της Κυριακής ήταν οι πρώτες και μοναδικές που διεξήχθησαν με το σύστημα που εισήγαγε ο Τσίπρας, το οποίο ουσιαστικά σήμαινε ότι ένας υποψήφιος χρειαζόταν περίπου το 48% των ψήφων για να σχηματίσει πλειοψηφία».
Η διαφορά της Ελλάδας από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες
Στη συνέχεια του άρθρου του Bloomberg σημειώνειται ότι «η προοπτική ο Μητσοτάκης να διεκδικήσει μια ισχυρή εντολή για τη δεύτερη θητεία του, διαφοροποιεί την Ελλάδα από τους περισσότερους γείτονές της, οι οποίοι είδαν τις συμμαχίες να κατακερματίζονται κατά τη διάρκεια μιας δεκαετίας που περιελάμβανε μια οικονομική κρίση, μια παγκόσμια πανδημία και την επιστροφή του πολέμου στην Ευρώπη».
Ο συντάκτης κάνει, μάλιστα, ειδική αναφορά σε Ισπανία, Ιταλία και Γερμανία αναφέροντας ότι «ο Ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ ηγείται ενός συνασπισμού μειοψηφίας που εξαρτάται από ad hoc συμμαχίες για να περάσει τη νομοθεσία. Η Τζόρτζια Μελόνι χρειάστηκε έναν τρικομματικό συνασπισμό για να διεκδικήσει την εξουσία στην Ιταλία, αφού αναδύθηκε από το πολιτικό περιθώριο. Ακόμη και στη Γερμανία, όπου η δημιουργία συνασπισμών αποτελεί μέρος της πολιτικής κουλτούρας, ο Όλαφ Σολτς ηγείται της πρώτης τρικομματικής κυβέρνησης εδώ και περισσότερο από μισό αιώνα».
«Το προεδρικό εκλογικό σύστημα της Γαλλίας καθιστά τον Εμανουέλ Μακρόν κάτι σαν εξαίρεση μεταξύ των μεγαλύτερων οικονομιών της Ευρώπης, αν και ακόμη και αυτός έχασε την κοινοβουλευτική του πλειοψηφία στην αρχή της δεύτερης θητείας του» συνεχίζεται στο άρθρο στο οποίο γίνεται αναφορά στη δήλωση Μητσοτάκη μετά τη νίκη της Κυριακής ότι «η Νέα Δημοκρατία είναι το μεγαλύτερο κεντροδεξιό κόμμα στην Ευρώπη».
Αφού, δε, ο συντάκτης επισημαίνει οτι «οι ψηφοφόροι επικεντρώθηκαν ιδιαίτερα στον οικονομικό μετασχηματισμό της Ελλάδας, με το ΑΕΠ να επανέρχεται στα επίπεδα που βρισκόταν πριν η Ελλάδα να χάσει την ικανότητα να αποπληρώσει το χρέος της το 2010. Η ανεργία έχει μειωθεί περισσότερο από το μισό σε σχέση με την κορυφή του 28% και οι μετοχές και τα ομόλογα έχουν ανακάμψει» προσθέτει με νόημα ότι «οι εκλογές δείχνουν ότι πολλοί άνθρωποι θέλουν απλώς να συνεχιστεί αυτό».
«Θέλουν μια κυβέρνηση που μπορεί να παραμείνει στη βιώσιμη δημοσιονομική πορεία που είχε ακολουθήσει η Ελλάδα πριν από την πανδημία και να συνεχίσει να εκμεταλλεύεται πλήρως τα κονδύλια της Ευρωπαϊκής Ένωσης που συμβάλλουν στην τόνωση της ανάπτυξης. Και αυτό σημαίνει νίκη για τον Μητσοτάκη» καταλήγει ο συντάκτης του άρθρου.