Μετά τις πρόσφατες συστάσεις της Κομισιόν προς τα μισά κράτη-μέλη της ΕΕ για «γενικό συμμάζεμα» μετά το «ξεχείλωμα» των δημοσιονομικών κανόνων την τελευταία τετραετία, αλλά και με 7 χώρες να βρίσκονται σε διαδικασία διορθώσεων λόγω υπερβολικού ελλείμματος, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή «ξανακτυπά», εφαρμόζοντας και τον νέο «κόφτη» στην αύξηση των καθαρών κρατικών δαπανών κάθε χώρας για το 2025.
Η επιστολή της Κομισιόν που αναμένεται να σταλεί σήμερα (21/6) προς όλες τις κυβερνήσεις της Ευρώπης, θα είναι «το κερασάκι στην τούρτα» των νέων μέτρων για δημοσιονομική σταθερότητα. Αν και το ζήτημα απασχόλησε ελάχιστα τους ευρωπαίους ψηφοφόρους στις πρόσφατες εκλογές, οι κάλπες έκλεισαν και μπαίνουν σε εφαρμογή όσα ψήφισε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στην τελευταία συνεδρίαση του στις 25 Απριλίου.
Για τη χώρα μας, καθώς και όλες τις άλλες όμως, η επιστολή θα σημαίνει το τέλος της αβεβαιότητας για το τι προτείνουν (κατ’αρχήν τουλάχιστον) στην κάθε μία οι Βρυξέλλες, ως ανώτατο όριο αύξησης κρατικών δαπανών για το 2025. Η Αθήνα εκτιμά ότι για τη χώρα μας, το όριο ετήσιας αύξησης δεν θα είναι μικρότερο από 2,6% ή 2,7% το πολύ.
Αυτό μεταφράζεται σε επιπλέον «κόφτη» αύξησης καθαρών κρατικών δαπανών περί τα 2,6-2,7 δισ. ευρώ το 2025, αφού για το 2024 οι αντίστοιχες δαπάνες εκτιμώνται σε περίπου 100 δισ. ευρώ. Υψηλότερο όριο αύξησης θα μπορούσε να αποτελέσει καλοδεχούμενη εξέλιξη, ενώ τυχόν μικρότερο θα σήμαινε την αρχή νέας αβεβαιότητας και διαπραγματεύσεων με την Επιτροπή, για το πού θα τεθεί τελικά το όριο ως το φθινόπωρο.
Ο «άγνωστος Χ» των παροχών
Καθώς δεν υπάρχει προηγούμενο εφαρμογής του συγκεκριμένου μέτρου, παραμένει άγνωστο για όλες τις χώρες το πώς ακριβώς θα λειτουργήσει το συγκεκριμένο κριτήριο «δημοσιονομικής ευταξίας». Περιθώριο (χρονικό τουλάχιστον) για παζάρι με την Κομισιόν θα υπάρξει για όλες τις κυβερνήσεις, μέχρις ότου να καταθέσουν τα σχέδια προϋπολογισμού και νέο Μεσοπρόθεσμο για την τετραετία 2025-2028 τον Σεπτέμβριο.
Ειδικά για την Ελλάδα που έχει υποστεί τις συνέπειες που έχει τυχόν παραβίαση κανόνων και στόχων, έρχεται επιπρόσθετα των γενικών ορίων που ισχύουν για το έλλειμμα κάθε χρονιάς, το υπερβολικό δημόσιο χρέος ή τα πρωτογενή πλεονάσματα που απαιτούνται για τη μείωσή του.
Και για όλες τις χώρες όμως, ο νέος «αλγόριθμος» που θα ισχύσει σε κάθε μία, δεν αποτελεί απλώς ένα μέγεθος προς διαπραγμάτευση. Θα προκύπτει σχεδόν μηχανιστικά από δεκάδες πίνακες και παραμέτρους, με βάση επιδόσεις ή προβλέψεις για την οικονομία κάθε κράτους. Η διαπραγμάτευση κάθε χώρας θα είναι συνεπώς τεχνική και όχι πολιτική, στη λογική των διαβουλεύσεων με τα τεχνικά κλιμάκια που γίνονταν με την Τρόικα στη χώρα μας. Και όπως λένε πηγές με γνώση του θέματος, «τα παζάρια και οι αμφισβητήσεις επί στοιχείων, προβλέψεων και προβολών μπορεί να κρατήσουν -ενδεχομένως- έως και 2 χρόνια ακόμη στην Ευρώπη»!
Τέλος οι «μποναμάδες»
Η αβεβαιότητα αυτή εξηγεί -ως ένα βαθμό έστω- και γιατί, παρά την πολιτική και κοινωνική πίεση σε όλες τις χώρες για παροχές και μέτρα ανακούφισης από την ακρίβεια, η ελληνική κυβέρνηση παρέμενε πολύ επιφυλακτική σε δαπάνες και υποσχέσεις κατά την προεκλογική περίοδο. Δεν έδωσε ούτε έκτακτο επίδομα Πάσχα γνωρίζοντας ότι πλέον η δημοσιονομική «χαλάρωση» τελειώνει, οι νέοι κανόνες είναι αβέβαιοι, η χώρα μόλις ανέκτησε την επενδυτική βαθμίδα και «εποπτεύεται» πλέον από τις αγορές, ενώ τυχόν «πισωγύρισμα» θα σήμαινε νέα μέτρα λιτότητας και υποχώρηση αντί σύγκλισης των εισοδημάτων με την ΕΕ.
Επιπλέον, με τους νέους κανόνες, παίρνει τέλος και το σύστημα που ίσχυσε και στη χώρα μας εδώ και μια δεκαετία, για έκτακτους «μποναμάδες» κάθε Χριστούγεννα από το υπερπλεόνασμα που προκύπτει (επιπλέον του ετήσιου στόχου) στο τέλος της χρονιάς. Πλέον οι όποιες παροχές θα προϋπολογίζονται από την προηγούμενη χρονιά -πλην φυσικών καταστροφών ή άλλων απρόβλεπτων καταστάσεων- και θα πρέπει να χρηματοδοτούνται από γνωστές και βέβαιες πηγές εσόδων και όχι με βάση εικασίες ότι θα προκύψουν.
Προκειμένου να μην αντιμετωπίσει εκπλήξεις, το οικονομικό επιτελείο κρατούσε αποστάσεις ασφαλείας από τη ζώνη οικονομικού κινδύνου. Μόλις εχθές, μετά τις κάλπες και αφού άρχισαν να γίνονται γνωστά τα στοιχεία για τα κέρδη που θα εμφανίσουν τα διυλιστήρια, ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε ότι θα μπει φόρος 33% στα υπερκέρδη τους για να αντληθούν 250 εκατ. ευρώ από τα οποία θα χρηματοδοτήσουν και οι έκτακτες παροχές σε συνταξιούχους και ευάλωτους.