Χλιαρή απόπειρα ανάκαμψης επιχείρησε η Wall Street, αλλά δίχως τελικά να το καταφέρει, με αποτέλεσμα οι δείκτες να ολοκληρώσουν τη συνεδρίαση με μεικτά πρόσημα. Οι επενδυτές ευελπιστούν πως το Τελ Αβίβ θα ενδώσει στις διεθνείς πιέσεις και θα προχωρήσει μόνο σε περιορισμένου εύρους απάντηση προς το Ιράν, μετά την επίθεση που δέχτηκε. Κάτι τέτοιο θα απομακρύνει τον κίνδυνο μιας γενικευμένης σύρραξης στη Μέση Ανατολή.
Στο ταμπλό ο Dow Jones ενισχύθηκε κατά 0,17% στις 37.798 μονάδες, ο S&P 500 παρά τις συνεχείς διακυμάνσεις «έκλεισε» σε αρνητικό έδαφος, στο +0,21% και τις 5.051 μονάδες και ο Nasdaq έχασε 0,12% φτάνοντας τις 15.865 μονάδες.
Στις αγορές συναλλάγματος, οι αποδόσεις κράτησαν αλλά και διεύρυναν τα κέρδη των προηγούμενων ημερών με την απόδοση του 10ετούς να ανεβαίνει στο 4,663% και του 2ετούς να φτάνει το 4,97%.
Οι επιδόσεις αυτές ήρθαν μετά και τις νέες δηλώσεις του Τζερόμ Πάουελ, ο οποίος σε ομιλία του υποστήριξε πως ο πληθωρισμός δεν έχει κάνει περαιτέρω πρόοδο προς την κατεύθυνση του στόχου του 2% και πως θα χρειαστεί περισσότερο χρόνο, κάτι που ουσιαστικά είναι απαραίτητη προϋπόθεση ώστε το συμβούλιο να αποφασίσει να ξεκινήσει τη νομισματική χαλάρωση.
Από την άλλη πλευρά, ωστόσο, ξεκαθάρισε ότι η τρέχουσα πολιτική είναι επαρκής, κάτι που αποτελεί απάντηση στα χειρότερα σενάρια της αγοράς πως ο επίμονα υψηλός πληθωρισμός όχι μόνο θα καθυστερήσει τις περικοπές των επιτοκίων αλλά μπορεί να φέρει, ίσως, και νέες αυξήσεις.
Με δεδομένο ότι οι επενδυτές έχουν ήδη «χωνέψει» πως το συμβούλιο θα αργήσει πιθανότατα την έναρξη των περικοπών των επιτοκίων για το Σεπτέμβριο, φάνηκαν να κρατούν την ψυχραιμία τους απέναντι στο νέο επιφυλακτικό σήμα του προέδρου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας.
Εξάλλου, παρά το γεγονός ότι η νέα κρίση στη Μέση Ανατολή δεν έχει ξεπεραστεί, οι επενδυτές διατηρούν τις ελπίδες τους πως το Τελ Αβίβ δεν θα προχωρήσει σε ένα σκληρό χτύπημα κατά του Ιράν, που θα οδηγούσε σε περαιτέρω κλιμάκωση της έντασης. Αν και όσο η αβεβαιότητα συντηρείται, οι αγορές δεν θα μπορούν να ηρεμήσουν!
Θετικό αντίκτυπο δημιουργεί, πάντως, η ροή των εταιρικών αποτελεσμάτων πρώτου τριμήνου και τα μηνύματα που στέλνει, καθώς αρκετά μεγάλα ονόματα της αγοράς ανακοινώνουν καλύτερα από τα αναμενόμενα κέρδη.
Ανάμεσα τους η τράπεζα Morgan Stanley και o ασφαλιστικός κολοσσός της UnitedHealth, με αποτέλεσμα οι μετοχές τους να αποκομίσουν κέρδη.
Στον αντίποδα τα απογοητευτικά αποτελέσματα προκάλεσαν πιέσεις στη μετοχή της Bank of America και της Johnson & Johnson.
Οι εταιρείες τεχνολογίας και πληροφορικής ήταν οι πλέον κερδισμένες του δείκτη S&P 500 με οδηγό την Super Micro Computer, την Salesforce και την Nvidia. Αντιθέτως σημαντικές πιέσεις συνέχισε να δέχεται ο κλάδος του real estate, που είχε ποντάρει μάταια σε καλύτερες μέρες θεωρώντας ότι η μείωση των επιτοκίων από τη Fed θα έρθει μέχρι το καλοκαίρι.
Σε τροχιά υποχώρησης παρέμεινε και σήμερα η μετοχή της Tesla, μετά την ανακοίνωση της αυτοκινητοβιομηχανίας τη Δευτέρα πως θα προχωρήσει σε περικοπή του 10% του προσωπικού της. Οι επενδυτές εξέλαβαν την είδηση ως επιβεβαίωση των οικονομικών δυσχερειών που έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει η εταιρεία του Έλον Μασκ λόγω της κάμψης των πωλήσεων ηλεκτρικών αυτοκινήτων.