Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη Eurostat, το 2020 οι δαπάνες της γενικής κυβέρνησης στα 27 κράτη μέλη της ΕΕ για «υπηρεσίες πυροπροστασίας» ανήλθαν σε 32,9 δισεκατομμύρια ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 6,4% από το 2019, όταν οι δαπάνες ήταν περίπου 30,9 δισεκατομμύρια ευρώ. Το μερίδιο στις συνολικές δαπάνες της γενικής κυβέρνησης ήταν 0,5%. Συνολικά, στην ΕΕ, οι κρατικές δαπάνες για υπηρεσίες πυροπροστασίας παρέμειναν σταθερές στο 0,4 - 0,5% περίπου των συνολικών δαπανών από το 2001.
Το μερίδιο των κρατικών δαπανών για την πυροπροστασία ως αναλογία των συνολικών δαπανών ποικίλλει μεταξύ των κρατών μελών. Το 2020, η Δανία κατέγραψε το χαμηλότερο μερίδιο δαπανών για υπηρεσίες πυροπροστασίας στο σύνολο των δαπανών με 0,1%, ακολουθούμενη από την Ισλανδία με 0,2% και το Βέλγιο, τη Μάλτα, την Αυστρία, την Πορτογαλία και τη Σλοβενία με 0,3% των συνολικών δαπανών της γενικής κυβέρνησης. Αντίθετα, η Ρουμανία είχε το υψηλότερο μερίδιο δαπανών για υπηρεσίες πυροπροστασίας με 0,8%, ακολουθούμενη από τη Βουλγαρία, την Τσεχία, τη Γερμανία, την Εσθονία, την Ελλάδα, τη Λιθουανία και το Λουξεμβούργο με 0,6%.
Εξάλλου, σύμφωνα με τη Eurostat το 2021, περίπου 365 χιλιάδες άτομα απασχολήθηκαν ως επαγγελματίες πυροσβέστες στην ΕΕ, αντιπροσωπεύοντας το 0,2% της συνολικής απασχόλησης στην ΕΕ.
Η Εσθονία, η Κύπρος, η Ρουμανία και η Σλοβακία (περίπου 0,4% της συνολικής απασχόλησης) κατέγραψαν το υψηλότερο ποσοστό πυροσβεστών στο αντίστοιχο εργατικό δυναμικό τους.
Όσον αφορά την ηλικία, οι περισσότεροι από τους πυροσβέστες είναι σχετικά νέοι, με τις ηλικιακές ομάδες 35 - 39 ετών και 40 - 44 ετών να έχουν τον υψηλότερο αριθμό ατόμων, περίπου 61.000 η καθεμία. Υπήρχαν επίσης πάνω από 50.000 πυροσβέστες ηλικίας άνω των 55 ετών.