Και μπορεί η πανδημία να είναι ακόμη εδώ, εντούτοις όλα δείχνουν ότι η επιστροφή στην κανονικότητα έχει μάλλον δρομολογηθεί.
Οι υπουργοί Οικονομικών αναμένεται, στο Eurogroup, να αποφασίσουν τις κατευθύνσεις για το 2022 για συνέχιση των στοχευμένων μέτρων στήριξης με γνώμονα τις δημοσιονομικές δυνατότητες κάθε κράτους και το κατά πόσο έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία ανάκαμψης, μετά την πανδημία.
Όπως προαναφέραμε το σημερινό Eurogroup αποκτά ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς θα συμμετάσχει για πρώτη φορά ο νέος υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Κρίστιαν Λίντνερ. Πολλοί περιμένουν να ακούσουν τις προθέσεις της Γερμανίας για το κομβικό θέμα της αναθεώρησης του Συμφώνου Σταθερότητας που ενδιαφέρει ιδιαίτερα την Ελλάδα, λόγω του υψηλού δημόσιου χρέους που έχει.
Την περίοδο αυτή η Ελλάδα έχει αρκετά ανοιχτά μέτωπα, ενώ βρίσκεται στο παρά πέντε της έκδοσης τους 10ετούς ομολόγου, που ως στόχο έχει να βελτιώσει τα ταμειακά της διαθέσιμα κατά 3,5 δισ. ευρώ, έχοντας την δυνατότητα αφενός να εξοφλήσει το τελευταίο δάνειο ύψους 1,8 δισ. ευρώ προς το ΔΝΤ, ενώ ταυτόχρονα να μπορέσει να αντιμετωπίσει με επιτυχία τις αυξημένες δαπάνες στη μάχη κατά των επιπτώσεων της πανδημίας.
Κατά συνέπεια είναι ένα μάλλον σημαντικό Eurogroup για την Ελλάδα, όπου πολλά από αυτά που θα αποφασιστούν ή θα ειπωθούν θα καθορίσουν τις κινήσεις της για το επόμενο χρονικό διάστημα.
Η Ελλάδα θέλει να εξασφαλίσει συμμάχους στην προσπάθειά της για σχετικά χαμηλά πλεονάσματα από το 2023 έως και το 2060, ενώ παράλληλα θέλει να εξελιχθεί ομαλά η 13η αξιολόγηση που βρίσκεται σε εξέλιξη, έτσι ώστε να έρθει ακόμη πιο κοντά η έξοδος από την ενισχυμένη εποπτεία, που αποτελεί και την βασικό στόχο της Αθήνας για το 2022.
Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, που θα εκπροσωπήσει τη χώρα στις συνεδριάσεις του Eurogroup και του Ecofin, θα έχει την ευκαιρία να βολιδοσκοπήσει τους Ευρωπαίους ομολόγους του σε σχέση με τα δύο αυτά ζητήματα που για την κυβέρνηση είναι μείζονα καθώς σε συνάρτηση με τις εξελίξεις θα δημιουργηθεί ανάλογο πλαίσιο κίνησης για το 2022.
Και μόνο η παρουσία του Κρίστιαν Λίντνερ στην πρώτη συνεδρίαση του Eurogroup με τη νέα σύνθεσή του φτάνει για την ομάδα των οκτώ σκληρών χωρών του Βορρά και οπαδών των ατσάλινων κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας για να αποκτήσουν αίσθημα υπεροχής και να μετατραπούν σε γεράκια της λιτότητας.
Η Ελλάδα, με χρέος άνω του 200% του ΑΕΠ και με πρωτογενές έλλειμμα καρφωμένο στο 7,2% του ΑΕΠ στα δύο χρόνια της πανδημίας, έχει ήδη σημάνει συναγερμό στις Βρυξέλλες που θεωρούν ότι η οικονομία παραμένει ευάλωτη και πολύ εύκολα με μια αύξηση των επιτοκίων δανεισμού ή με την εφαρμογή μιας γενναιόδωρης φορολογικής πολιτικής από την ίδια μπορεί να μπει ξανά στο κάδρο και να βρεθεί με χρέος που θα χαρακτηρίζεται «μη βιώσιμο», δηλαδή οι δαπάνες εξυπηρέτησης σε ετήσια βάση να ξεπερνούν το κομβικό όριο του 15% του ΑΕΠ, και τα δίδυμα ελλείμματα στον προϋπολογισμό να επιστρέψουν.
Να σημειωθεί ότι σήμα κινδύνου για το ελληνικό χρέος που είναι εκτός στόχων έχει σημάνει και η Τράπεζα της Ελλάδος. Στην ενδιάμεση έκθεση επισημαίνεται η πρόσθετη επιβάρυνση από τα μέτρα για την αναχαίτιση της πανδημίας (37,6 δισ. ευρώ για την περίοδο 2020-2022) και από τους ευρωπαϊκούς πόρους.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση η αύξηση του χρέους έχει ως αποτέλεσμα την αναθεώρηση επί τα χείρω του βασικού σεναρίου των προβλέψεων για το συγκεκριμένο μέγεθος, καθώς ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ αναμένεται να διαμορφωθεί το 2030 στο 138%, περίπου 27 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ υψηλότερα σε σχέση με τις προ πανδημίας εκτιμήσεις.
Παράλληλα, υπό την προϋπόθεση ότι θα διατηρηθούν τα ταμειακά διαθέσιμα σε υψηλό επίπεδο, οι ετήσιες ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες την επόμενη δεκαετία κυμαίνονται πλέον κατά μέσο όρο περίπου 3 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ υψηλότερα σε σχέση με τις προ πανδημίας προβλέψεις, παραμένοντας όμως χαμηλότερες από το επίπεδο αναφοράς 15% του ΑΕΠ.