Το τέλος της εποχής των Μνημονίων και της εμπλοκής του ΔΝΤ στις οικονομικές σχέσεις της χώρας με τις αγορές και τους ευρωπαίους εταίρους της, σηματοδοτεί η απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει στην πρόωρη ολική εξόφληση του ΔΝΤ μέσα στις επόμενες 50 – 100 ημέρες. Μαζί με την απόφαση για πρόωρη αποπληρωμή «ακριβού» χρέους συνολικού ύψους 7,1 δισεκατομμυρίων ευρώ, με φθηνότερο δανεισμό από τις αγορές, προκύπτει πρόσθετος δημοσιονομικός χώρος άνω των 180 εκατομμυρίων ευρώ για την τριετία 2022-2024, σύμφωνα με το newmoney.gr.
Μόλις 1,8 δισ. ευρώ έχουν απομείνει να αποπληρώσει προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο η χώρα για τα δάνεια που πήρε το 2010. Τα άλλα 5,3 δισ. ευρώ είναι μέρος από τα διμερή δάνεια του πρώτου μνημονίου το οποίο αφορά τις δόσεις για τα έτη 2022 και 2023, ύψους 5,28 δισ. ευρώ.
Τεράστια τα οφέλη
Η εξόφληση του ΔΝΤ αναμένεται αρχές του 2022, πιθανότατα στις 15 Φεβρουαρίου ή 15 Μαρτίου. Και μπορεί τα 7,1 δισ ευρώ να φαντάζουν ελάχιστα μπροστά στα 340 δισ. συνολικού εξωτερικού δημοσίου χρέους της χώρας, αλλά είναι εξόχως σημαντικά για να μειωθεί περαιτέρω το κόστος εξυπηρέτησης του ελληνικού χρέους βελτιώνοντας ταυτόχρονα το προφίλ του αλλά και το κύρος της χώρας. Και αυτό διότι:
· στο εσωτερικό, όλες οι κυβερνήσεις στο παρελθόν ήθελαν να πετύχουν να «σβήσουν» το συγκεκριμένο χρέος. Όχι μόνον γιατί ήταν από ακριβά δάνεια, αλλά γιατί συνοδεύονταν από Μνημόνιο και αυστηρές απαιτήσεις του Ταμείου. Ήθελαν να διώξουν το ΔΝΤ για να μην υπαγορεύει μέτρα λιτότητας, αλλά και να μη παρεμβάλλεται στις συνομιλίες με την Κομισιόν, το Eurogrpoup ή τις αγορές.
· η πρόωρη αποπληρωμή του χρέους χαιρετίστηκε στο ανακοινωθέν του Eurogroup, αλλά και από τον ESM. Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητος υποχρεώνεται να συντάξει έτσι νέα ανάλυση για το ελληνικό χρέος, που θα ενσωματώνει και τα πολύ χαμηλά –σχεδόν μηδενικά επιτόκια- με τα οποία δανείζεται η χώρα. Αυτό θα βελτιώσει την συνολική εικόνα του ελληνικού χρέους, γιατί η προηγούμενη έκθεση είχε βασιστεί σε υποθέσεις για πολλαπλάσια επιτόκια από τα τρέχοντα
Εκτιμάται πως μόνο για τον λόγο αυτό οι ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας θα περιοριστούν κατά τουλάχιστον 0,5% του ΑΕΠ, εξοικονομώντας αντίστοιχο δημοσιονομικό χώρο άνω των 850 εκατ. ευρώ το χρόνο. Αυτό είναι ένα από τα βασικά επιχειρήματα της κυβέρνησης για να μειωθούν οι στόχοι των πρωτογενών πλεονασμάτων.
–Η Αθήνα αποκομίζει κέρδη (δημοσιονομικό χώρο) δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ: τα υπόλοιπα χρωστούμενα προς το ΔΝΤ είναι σχεδόν 1,8 δισ ευρώ με κόστος 1,05%- 1,10%. Δεδομένου ότι ο ετήσιος δανεισμός από τις αγορές γίνεται με σχεδόν μηδενικά επιτόκιο, το όφελος ως το 2024 ξεπερνά τα 15 εκατ. ευρώ. Απομένουν και άλλα 51 δισ. από τα πρώτα διακρατικά δάνεια (GLF) στο Α΄ Μνημόνιο. Η Αθήνα θα αποπληρώσει τα 5,3 δισ ευρώ, αποκομίζοντας όφελος 0,4% από τη διαφορά επιτοκίων ή περίπου 20 εκ. ευρώ ετησίως (ή 40 δισ. ως τις αρχές του 2024 που κανονικά θα εξοφλούνταν τα δάνεια του ΔΝΤ).
·Η συμφωνία του Eurogroup και του ESM παρέχει τεράστια εγγύηση αξιοπιστίας για την Ελλάδα. Σημαίνει ότι οι ευρωπαίοι εταίροι δεν θεωρούν πλέον απαραίτητο τον «μπαμπούλα» του ΔΝΤ στην Ευρώπη. Από το 2010 η Γερμανία ήθελε να υπάρχει πάντα ενεργός σχέση και οφειλή προς το Ταμείο (έστω και ένα ευρώ!) για να είναι αναγκασμένο και το ΔΝΤ να παραμένει σαν τεχνικός σύμβουλος στο ελληνικό Πρόγραμμα. Αυτό ίσχυε επειδή η Ευρώπη δεν είχε δικό της φορέα αναδιάρθρωσης δημοσίου χρέους, πριν συσταθεί ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας – ESM.
· Σε αντίθεση με χώρες όπως πχ η Αργεντινή που αθέτησαν πληρωμές προς το ΔΝΤ, η Ελλάδα εκπέμπει μήνυμα συνέπειας και σιγουριάς στις αγορές, δείχνοντας ότι μπορεί και αποπληρώνει νωρίτερα και με άνεση τις υποχρεώσεις της. Κερδίζει έτσι σε prestige και διαλύει τις κακές μνήμες που έχουν οι διεθνείς επενδυτές από την κατρακύλα της χώρας την περασμένη δεκαετία, το «κούρεμα» ομολόγων του PSI και άλλες «τραυματικές» καταστάσεις του παρελθόντος.
Στο πνεύμα αυτό, την επερχόμενη προεξόφληση των δανείων χαιρέτισε και η επικεφαλής του ΔΝΤ κ. Κρισταλίνα Γκεοργκίεβα δηλώνοντας ότι «η αποπληρωμή του Ταμείου οδηγεί στο συμβολικό κλείσιμο μιας δύσκολης περιόδου για τον ελληνικό λαό και την ελληνική οικονομία» και κάλεσε τους Έλληνες να είναι περήφανοι για όσα πέτυχε η χώρα.
Τέλος η Ελλάδα απαλλάσσεται και από κινδύνους ισοτιμίας στους οποίους υπόκεινται τα δάνεια του ΔΝΤ, διασφαλίζοντας έτσι την αναγκαία προβλεψιμότητα για τις μελλοντικές δαπάνες. Το ΔΝΤ έχει δανείσει τη χώρα μας σε «ειδικά τραβηχτικά δικαιώματα» (SDR), και όχι σε ευρώ. Πρόκειται για μια μονάδα που χρησιμοποιούν αποκλειστικά το ΔΝΤ και ορισμένοι άλλοι διεθνείς οργανισμοί. Η αξία των SDR προκύπτει από τη σταθμισμένη αξία ενός «καλαθιού» νομισμάτων, στο οποίο μετέχουν το δολάριο των ΗΠΑ, το ευρώ, το κινεζικό γουάν, το ιαπωνικό γιέν και η στερλίνα. Έτσι, ο δανεισμός από το Ταμείο ενέχει σημαντικό επιτοκιακό και συναλλαγματικό κίνδυνο, ο οποίος δεν υπάρχει δυνατότητα να αντισταθμιστεί με τη χρήση χρηματοπιστωτικών εργαλείων (hedging).
Όλα αυτά αναμένεται να συμβάλουν και στην ταχύτερη αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας από τους οίκους αξιολόγησης το αμέσως επόμενο διάστημα.
Πώς η πρόωρη αποπληρωμή ναυάγησε επί ΣΥΡΙΖΑ
Η προηγούμενη κυβέρνηση είχε ανακοινώσει με πανηγυρικούς τόνους την πρόθεσή της να προχωρήσει στην πρόωρη αποπληρωμή 3,7 δισ. ευρώ προς το ΔΝΤ που έληγαν από τον περασμένο Ιούνιο έως τα τέλη του 2020. Ο τότε αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Γιώργος Χουλιαράκης είχε ενημερώσει σχετικά το Euro Working Group στις 2 Μαΐου και είχε πάρει το πρώτο «πράσινο φως». Ωστόσο, στη συνέχεια το εγχείρημα ναυάγησε, εξαιτίας των προεκλογικών παροχών που ανακοίνωσε ο πρώην πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας στο Ζάππειο στις 7 Μαΐου.
Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί μετέφεραν στην τότε κυβέρνηση την έντονη δυσαρέσκειά τους για τις εξαγγελίες και ο τέως υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος δεν κατέθεσε ποτέ στον ESM και στο EFSF επίσημο αίτημα με τις απαιτούμενες προδιαγραφές, προκειμένου να προχωρήσει η πρόωρη εξόφληση του Ταμείου.
Το αποτέλεσμα ήταν να πληρωθούν κανονικά κατά την ημερομηνία λήξης τους και με επιτόκιο 5,13% δανειακές δόσεις συνολικού ύψους 914 εκατ. ευρώ τον Ιούνιο και τον Ιούλιο, ενώ το ίδιο θα γίνει με άλλα 145 εκατ. ευρώ που λήγουν μεθαύριο, Πέμπτη. Έτσι, χάθηκε το περιθώριο για πρόσθετη εξοικονόμηση ύψους περίπου 80 εκατ. ευρώ.