Οι εξαγωγείς στη Ρωσία έχουν αρχίσει να στρέφονται σε συμφωνίες ανταλλαγής σε μια προσπάθεια να ξεπεράσουν τον σκόπελο των δυτικών κυρώσεων που προκαλούν σημαντικές καθυστερήσεις στις πληρωμές.
Μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία οι ξένες τράπεζες άρχισαν να εγκαταλείπουν τους Ρώσους αντισυμβαλλομένους, με αποτέλεσμα να είναι πολύ δύσκολο για τη Μόσχα να διαθέσει τα εμπορεύματα στο εξωτερικό και να εισάγει ξένα αγαθά. Ως εκ τούτου, η ρωσική κυβέρνηση άρχισε να προκρίνει το σύστημα ανταλλαγής ως τρόπο διακανονισμού διεθνών πληρωμών.
«Αν και οι συναλλαγές ανταλλαγής ήταν συνηθισμένες σε διακυβερνητικό επίπεδο, τώρα γίνονται όλο και πιο δημοφιλείς μεταξύ των επιχειρήσεων», αναφέρει στους Financial Times η Irina Zasedatel, αντιπρόεδρος της ένωσης εξαγωγέων και εισαγωγέων στη Μόσχα. «Οι άμεσες πληρωμές είναι δύσκολες στην τρέχουσα κατάσταση και η ανταλλαγή είναι μια εξαιρετική εναλλακτική λύση».
Όπως επισημαίνουν οι FT η επιστροφή σε ένα σύστημα ανταλλαγής θυμίζει τους εφευρετικούς τρόπους με τους οποίους οι Σοβιετικοί εισαγωγείς, οι οποίοι είχαν επίσης περιορισμένη πρόσβαση στο δολάριο ΗΠΑ, αγόραζαν ξένα αγαθά, πληρώνοντας για εισαγωγές Pepsi με κιβώτια βότκας Stolichnaya τη δεκαετία του 1980.
Τον περασμένο μήνα, ο Ρώσος έμπορος γεωργικών προϊόντων Astarta Agrotrading σύναψε συμφωνία ανταλλαγής με δύο εταιρείες στο Πακιστάν για να ανταλλάξουν ρεβίθια με μανταρίνια.
Σύμφωνα με τους όρους της συμφωνίας, η εταιρεία με έδρα το Σαράτοφ, περίπου 900 χιλιόμετρα νοτιοανατολικά της Μόσχας, θα στείλει 15.000 τόνους ρεβίθια και 10.000 τόνους φακές σε αντάλλαγμα 15.000 τόνους μανταρίνια και 10.000 τόνους πατάτες. Ένα άλλο συμβόλαιο θα ανταλλάξει 20.000 τόνους ρεβίθια, αξίας περίπου 14 εκατομμυρίων δολαρίων, με ίσο όγκο ρυζιού.
«Θα στείλουμε αυτές τις δοκιμαστικές αποστολές για να «γευτούν» αυτόν τον μηχανισμό, ας πούμε έτσι», δήλωσε στους Financial Times ο Samvel Bagdasaryan, διευθυντής διεθνούς επιχειρηματικής ανάπτυξης στην Astarta Agrotrading. «Θεωρητικά, η ικανότητά μας είναι πολύ μεγαλύτερη».
Η Ρωσία μπαίνει στην ανταλλακτική οικονομία
Τελωνείο στο Εκατερίνμπουργκ τον Οκτώβριο δήλωσε ότι υπέγραψε σύμβαση ανταλλαγής με μια κινεζική εταιρεία, συμφωνώντας να εισάγει οικιακές συσκευές και οικοδομικά υλικά με αντάλλαγμα σπόρους λιναριού.
Η ανταλλαγή είναι «μια εναλλακτική μορφή διακανονισμού στη σημερινή πραγματικότητα», δήλωσε ο Alexey Frolov, επικεφαλής του τμήματος τελωνείων των Ουραλίων. Είπε ότι το σύστημα ήταν ελκυστικό καθώς δεν είχε «θέματα λόγω καθυστερήσεων πληρωμών ή άρνησης των τραπεζών να πραγματοποιήσουν συναλλαγές».
Πολλές μικρές επιχειρήσεις που πωλούν καταναλωτικά αγαθά έχουν δηλώσει ότι οι συναλλαγές τους ανεστάλησαν για μήνες.
Σε έρευνα που διεξήχθη από την Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας στις αρχές Οκτωβρίου, οι επιχειρήσεις ανέφεραν αύξηση του κόστους παραγωγής από τις αρχές του 2024, αναφέροντας εν μέρει την αύξηση των τελών που καταβάλλονται για διεθνείς μεταφορές χρημάτων.
Οι Ρώσοι έμποροι δυσκολεύονται ακόμη και για αγαθά που δεν υπόκεινται σε κυρώσεις.
«Πολλές τράπεζες άρχισαν να απαιτούν επιπλέον αποδείξεις ότι οι εισαγωγές [στη Ρωσία] δεν έχουν καμία σχέση με τον στρατό», δήλωσε ο Βασίλι Αστρόφ, οικονομολόγος στο Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών Σπουδών της Βιέννης.
«Καθώς ο γενικός έλεγχος αυξήθηκε, οι εισαγωγές πολλών άλλων πραγμάτων, που δεν έχουν καμία σχέση με τον στρατό, επηρεάστηκαν λόγω των καθυστερήσεων», είπε ο Αστρόφ.
Οι συνολικές εισαγωγές στη Ρωσία μειώθηκαν κατά περίπου 8% το πρώτο εξάμηνο του 2024, σε σύγκριση με την ίδια περίοδο πέρυσι, σύμφωνα με στοιχεία της ομοσπονδιακής τελωνειακής υπηρεσίας της χώρας.
Το υπουργείο Οικονομικής Ανάπτυξης της Ρωσίας ετοίμασε τον Ιανουάριο έναν οδηγό 15 σελίδων σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι εταιρείες που θέλουν να συνάψουν συμφωνίες ανταλλαγής πρέπει να υπολογίζουν το κόστος και να συνάπτουν συμβόλαια.