Ερωτηθείσα αν είναι διατεθειμένη να αποδεχθεί μία "βήμα προς βήμα" προσέγγιση στο προτεινόμενο Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου, η επίτροπος αναφέρει: "Σημειώνουμε πρόοδο. Την προηγούμενη εβδομάδα συναντηθήκαμε για πρώτη φορά (σ.σ. με τους υπουργούς Εσωτερικών της ΕΕ) με φυσική παρουσία μετά από 10 μήνες τηλεδιασκέψεων. Πρόκειται για ένα πολύ μεγάλο πακέτο, με επτά νομοθετικές προτάσεις και 500 σελίδες νομοθεσίας. Ορισμένες προτάσεις δε συνδέονται με τη συνολική προσέγγιση, επομένως είναι δυνατόν να προχωρήσουν αυτόνομα. Πιστεύω ότι είναι δυνατόν να προχωρήσουμε σε στάδια χωρίς να αγγίξουμε την ισορροπία μεταξύ ευθύνης και αλληλεγγύης, κι ας πρόκειται για ευαίσθητο θέμα. Κανένας δεν πίστευε ότι θα ήταν εύκολο. Τα κράτη-μέλη πιθανόν δε θα πάρουν ακριβώς αυτό που θέλουν, αλλά πιστεύω ότι είναι εφικτή η επίτευξη συμβιβασμού, επί του οποίου όλα τα κράτη-μέλη θα μπορέσουν να συμφωνήσουν".
Η ίδια αναμένει τροποποιήσεις επί του κειμένου του Συμφώνου, ελπίζει πάντως ότι αυτό θα υιοθετηθεί στο μεγαλύτερο μέρος του. "Ωστόσο, δεν μπορώ να γνωρίζω, εάν όλα τα κράτη-μέλη θα ψηφίσουν υπέρ. Το Σύμφωνο δεν είναι πανάκεια. Όμως είναι καλύτερο από την απουσία συμφωνίας. Δεν μπορούμε να αναζητούμε την τέλεια λύση, αλλά αυτήν που θα μας επιτρέψει να διαχειριστούμε καλύτερα τη μετανάστευση".
Εάν κάτι τέτοιο δε συμβεί, θα είναι ορατός ο κίνδυνος για την εμπιστοσύνη, για τη λειτουργία της Ζώνης Σένγκεν, για την αλληλεγγύη, προειδοποιεί.
"Υπάρχει ο κίνδυνος να τροφοδοτήσουμε τα αφηγήματα των εξτρεμιστών και της ακροδεξιάς, οι οποίοι πρεσβεύουν ότι είναι αδύνατο να υπάρξει διαχείριση της μετανάστευσης, επομένως θα πρέπει να εμποδιστούν οι αφίξεις. Αυτό δεν ισχύει. Η μεγάλη πλειοψηφία των μεταναστών καταφτάνουν νομίμως. Περίπου 3 εκατομμύρια ανά έτος. Και μόνο 140.000 παράτυπα. Αυτή τη μετανάστευση πρέπει να διαχειριστούμε καλύτερα. Στα 3 εκατομμύρια δε που καταφτάνουν, άλλο 1,5 εκατομμύριο εγκαταλείπει την Ευρώπη κάθε χρόνο. Αυτό που είναι σημαντικό είναι να ανοίξουν περισσότερο οι νόμιμες οδοί".
Η Ίλβα Γιόχανσον τονίζει ότι η ΕΕ έχει κάθε χρόνο μεγάλες ανάγκες σε εργατικά χέρια, τόσο σε εξειδικευμένο όσο και σε λιγότερο εξειδικευμένο προσωπικό, στη γεωργία, στις μεταφορές, στην περίθαλψη.
Η επίτροπος δεν αφήνει καμία αμφιβολία ως προς το ότι είναι απαραίτητο να προστατεύσουμε τα εξωτερικά μας σύνορα. "Αυτός είναι και ο λόγος που εγκαταστήσαμε το πιο σύγχρονο σύστημα στον κόσμο. Αλλά θα πρέπει να προστατεύουμε και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Δεν είναι αποδεκτές οι επαναπροωθήσεις. Υπάρχουν πολύ εμπεριστατωμένες αναφορές σχετικά με παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στα εξωτερικά μας σύνορα. Γι' αυτό και στο Σύμφωνο προτείνουμε ένα ανεξάρτητο σύστημα εποπτείας των διαδικασιών της μετανάστευσης και του ασύλου. Θα υπάρχει υποχρέωση για διεξαγωγή έρευνας... Είναι σημαντικό να τεθεί σε ισχύ το σύστημα αυτό και όσοι χρησιμοποιούν βία κατά μεταναστών, να υποστούν τις συνέπειες".
Η Σουηδή επίτροπος αναγνωρίζει ότι η Frontex έχει αναλάβει πολύ μεγάλη ευθύνη. "Είναι η πρώτη φορά που μία μόνιμη δύναμη έχει αναπτυχθεί στο όνομα της ΕΕ. Είναι τεράστια η προσπάθεια για τη διατήρηση της ασφάλειας εντός της Ζώνης Σένγκεν. Είναι επίσης σαφές ότι υπάρχουν κενά στην εφαρμογή των ρυθμίσεων". H ίδια αρνείται πάντως τον ισχυρισμό ότι δημιουργήθηκε ένα τέρας. "Η Frontex δεν είναι τέρας. Αλλά είναι ξεκάθαρο ότι δε μπορούμε να τη διαχειριστούμε, όπως τους άλλους Οργανισμούς της ΕΕ. Είναι ενοχλητικό το ότι έχω την πολιτική ευθύνη, αλλά όχι την εξουσία να πω στον επικεφαλής της τι να κάνει. Δεν έχω παρά μόνο δύο εκπροσώπους στο Διοικητικό Συμβούλιο".
Ερωτηθείσα αν ο νυν επικεφαλής του Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής της ΕΕ πρέπει να αντικατασταθεί, απαντά λέγοντας: "Πιστεύω ότι έχουμε έναν διευθυντή που έχει πολλά πράγματα να κάνει και πρέπει να συνεχίσει να τα κάνει".
Κληθείσα, τέλος, να σχολιάσει την απόφαση της Δανίας για ανάθεση των διαδικασιών ασύλου σε τρίτες χώρες, δηλώνει ότι στο θέμα αυτό υπάρχει ένα τεράστιο ερωτηματικό, εάν δηλαδή η απόφαση αυτή συνάδει με τη Σύμβαση της Γενεύης.
"Κατά τη γνώμη μου, δε σέβεται το πνεύμα της Σύμβασης", υποστηρίζει, εκφράζοντας παράλληλα την πίστη της ότι η Δανία δε θα αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση για άλλες χώρες της ΕΕ. "Πρόκειται για μία κακή, μη ρεαλιστική ιδέα. Χρειάστηκε να επενδύσω πολλή ενέργεια για να επανοικοδομήσω σχέσεις εμπιστοσύνης με χώρες-εταίρους. Δε μπορούμε να τους υποδεχτούμε όλους, αλλά πρέπει να αναλάβουμε το κομμάτι που μας αναλογεί. Είναι ηθική μας υποχρέωση. Και η απόφαση της Δανίας δε με βοηθάει να οικοδομήσω εμπιστοσύνη με χώρες-εταίρους".