Η κυβέρνηση του Τραμπ φαίνεται ότι πήρε την απόφαση να σταματήσει τη χρηματοδότηση νέων πωλήσεων όπλων στην Ουκρανία και εξετάζει το ενδεχόμενο να παγώσει και τις αποστολές όπλων από τα αμερικανικά αποθέματα, σύμφωνα με Αμερικανούς αξιωματούχους και όπως αναφέρει η Wall Street Journal
Οι κινήσεις αυτές απειλούν την ικανότητα του Κιέβου να συνεχίσει τον πόλεμο κατά της Ρωσίας, σε μια κρίσιμη περίοδο της σύγκρουσης.
Εν τω μεταξύ επί του θέματος ρωτήθηκε και ο Ντόναλντ Τραμπ, λέγοντας πως ο ίδιος δεν το έχει δει προς το παρόν και θα το συζητήσει, συμπληρώνοντας πως θα μεταβεί στο «όμορφο Οβάλ Γραφείο του» και η απάντηση που θα δώσει θα είναι «απόλυτη».
Οι δηλώσεις έγιναν στο πλαίσιο ανακοινώσεών του για νέα ταϊβανέζικη επένδυση στις ΗΠΑ στον τομέα της τεχνολογίας. Μετά το πέρας, δέχθηκε ερωτήσεις εφ όλης της ύλης από δημοσιογράφους στην αίθουσα Ρούσβελτ. Περισσότερα αναμένεται να γίνουν γνωστά μετά από σύσκεψη που θα έχει ο Αμερικανός πρόεδρος με συνεργάτες του, ανάμεσά τους, όπως φαίνεται και ο υπουργός Εξωτερικών, Μάρκο Ρούμπιο.
Εν τω μεταξύ, απαντώντας στους δημοσιογράφους, εξαπέλυσε νέα επίθεση στον Ζελένσκι λέγοντας πως θα έπρεπε να είναι ευγνώμων για τη βοήθεια που έχει δεχθεί από τις ΗΠΑ και συγκεκριμένα από τον Τζο Μπάιντεν ο οποίος «δεν είχε καμία ιδέα και απλώς έδινε δισεκατομμύρια».
Όπως ανέφερε η Wall Street Journal, η αναστολή της χρηματοδότησης φαίνεται να γίνεται στο πλαίσιο του γενικότερου παγώματος της ξένης βοήθειας από την κυβέρνηση των ΗΠΑ, το οποίο εφαρμόστηκε από τα τέλη Ιανουαρίου, με εξαίρεση το Ισραήλ και την Αίγυπτο. Όμως, η πιθανή διακοπή της κύριας πηγής στρατιωτικών μεταφορών προς την Ουκρανία έρχεται λίγες ημέρες μετά από μια τεταμένη συνάντηση του Τραμπ με τον Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο, η οποία προκάλεσε ανησυχία στην Ευρώπη ότι η Ουάσινγκτον απομακρύνεται από τη δυτική συμμαχία.

Εν τω μεταξύ, νωρίτερα την Καθαρά Δευτέρα, σε ανάρτησή του στο Truth Social, ο Τραμπ επέκρινε τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι για τη δήλωσή του ότι ο πόλεμος θα συνεχιστεί για καιρό, χαρακτηρίζοντάς την «τη χειρότερη δήλωση που θα μπορούσε να κάνει» και προειδοποιώντας πως «η Αμερική δεν θα το ανεχτεί για πολύ ακόμα».
Παράλληλα, αναφέρθηκε στην συνάντηση ηγετών με τον Ζελένσκι στο Λονδίνο, λέγοντας πως παραδέχθηκαν ότι χωρίς τις ΗΠΑ δεν μπορούν να συνεχίσουν τη στήριξη προς την Ουκρανία. «Ίσως όχι και η καλύτερη δήλωση για να δείξουν δύναμη απέναντι στη Ρωσία. Τι σκέφτονται;» πρόσθεσε.
Δείτε την ανάρτηση του Ντόναλντ Τραμπ:

Αναλυτικά η ανάρτηση Τραμπ:
«Αυτή είναι η χειρότερη δήλωση που θα μπορούσε να κάνει ο Ζελένσκι και η Αμερική δεν θα το ανεχτεί για πολύ ακόμα! Είναι αυτό που έλεγα, αυτός ο τύπος δεν θέλει να υπάρξει Ειρήνη όσο έχει την υποστήριξη της Αμερικής και, η Ευρώπη, στη συνάντηση που είχε με τον Zelenskyy, δήλωσε ευθέως ότι δεν μπορεί να κάνει τη δουλειά χωρίς τις ΗΠΑ - Πιθανώς δεν είναι και η καλύτερη δήλωση που θα έπρεπε να έχει γίνει για επίδειξη δύναμης απέναντι στη Ρωσία. Τι σκέφτονται;»
Εάν η διακοπή της αμερικανικής βοήθειας συνεχιστεί, το Κίεβο κινδυνεύει να χάσει κρίσιμα συστήματα, όπως:
Αντιαεροπορικά προηγμένης τεχνολογίας
Βαλλιστικούς πυραύλους εδάφους-εδάφους
Συστήματα πλοήγησης και πυροβολικού μεγάλης εμβέλειας
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλεί η πιθανότητα να μην παραδοθούν νέες παρτίδες των ATACMS (Army Tactical Missile Systems) και των HIMARS (M142 High Mobility Artillery Rocket Systems), τα οποία επιτρέπουν στην Ουκρανία να χτυπά ρωσικούς στόχους σε μεγάλο βάθος.
Ο αναλυτής του Carnegie Endowment for International Peace, Μάικλ Κόφμαν, προειδοποίησε ότι οι συνέπειες του παγώματος της στρατιωτικής βοήθειας θα γίνουν πιο αισθητές όσο προχωρά το καλοκαίρι.
Αντίβαρο για την Ουκρανία οι ευρωπαϊκές κατασχέσεις ρωσικών περιουσιακών στοιχείων
Την ίδια ώρα, οι Ευρωπαίοι κινούνται προς την κατάσχεση ρωσικών περιουσιακών στοιχείων ύψους 200 δισ. ευρώ όπως μεταφέρουν οι Financial Times.
Η Γαλλία και η Γερμανία, που εδώ και καιρό αντιτίθενται σε μια πλήρη κατάσχεση των περιουσιακών στοιχείων που βρίσκονται στην ΕΕ, συζητούν με το Ηνωμένο Βασίλειο και άλλες χώρες τρόπους με τους οποίους θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν. Γάλλοι αξιωματούχοι συζήτησαν μια πρόταση για τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες να κατάσχουν τα περιουσιακά στοιχεία εάν η Μόσχα παραβιάσει μια μελλοντική συμφωνία κατάπαυσης του πυρός στην Ουκρανία, δήλωσαν τρία άτομα που έχουν ενημερωθεί για τις συνομιλίες, στο πλαίσιο των προσπαθειών για την παροχή εγγυήσεων ασφάλειας για το Κίεβο μετά τη σύγκρουση.
Οι υποστηρικτές της σύνδεσης της κατάπαυσης του πυρός τη βλέπουν ως έναν τρόπο να κρατήσουν τη Ρωσία σε οποιαδήποτε συμφωνία και να παράσχουν στο Κίεβο μια εγγύηση. Οι συνομιλίες διεξάγονται εν μέσω ενός καταιγισμού ευρωπαϊκών διπλωματικών προσπαθειών, υπό την ηγεσία της Γαλλίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, για την εκπόνηση ενός ειρηνευτικού σχεδίου για την Ουκρανία, με αφορμή την απόφαση του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ να ξεκινήσει διμερείς διαπραγματεύσεις με τη Μόσχα με στόχο τον τερματισμό του πολέμου.
Οι σύμμαχοι της G7 δέσμευσαν περίπου 300 δισ. ευρώ σε περιουσιακά στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας το 2022 μετά την πλήρους κλίμακας εισβολή της Μόσχας στην Ουκρανία, εκ των οποίων η συντριπτική πλειοψηφία - περίπου 190 δισ. ευρώ - βρίσκονται στο κεντρικό αποθετήριο ασφαλείας Euroclear του Βελγίου, ενώ μικρότερα ποσά κατέχουν η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ιαπωνία, η Ελβετία και οι ΗΠΑ.
Επί του παρόντος, το εισόδημα που παράγεται από αυτά τα περιουσιακά στοιχεία - κυρίως μετρητά και κρατικά ομόλογα - χρησιμοποιείται για την αποπληρωμή των χωρών της G7 για δάνεια ύψους 50 δισ. δολαρίων προς την Ουκρανία, αλλά τα υποκείμενα περιουσιακά στοιχεία δεν θίγονται.
Χώρες όπως η Ουκρανία, η Πολωνία και οι χώρες της Βαλτικής πιέζουν εδώ και καιρό για την κατάσχεση των υποκείμενων περιουσιακών στοιχείων, αλλά οι πρωτεύουσες-κλειδιά, όπως το Βερολίνο, το Παρίσι και οι Βρυξέλλες, έχουν προηγουμένως αντιδράσει λόγω ανησυχιών ότι η κατάσχεση κρατικής περιουσίας θα δημιουργούσε προηγούμενο βάσει του διεθνούς δικαίου.