«Τιμήστε το παράδειγμά του για τα επιτεύγματα και τη σεμνότητα», έγραψαν, λέγοντας στους θαυμαστές του πρώτου ανθρώπου που περπάτησε στο φεγγάρι ότι «την επόμενη φορά που θα βγείτε έξω μια καθαρή νύχτα και θα δείτε το φεγγάρι να σας χαμογελάει, σκεφτείτε τον Νιλ Άρμστρονγκ και κλείστε του το μάτι».
Όμως, πίσω από όλο αυτό, κεκλεισμένων των θυρών, η αντίδραση της οικογένειας στον θάνατο του αστροναύτη, στα 82 του χρόνια, ήταν πολύ πιο θυελλώδης. Οι δύο γιοι του ισχυρίστηκαν ότι η ανίκανη μετεγχειρητική φροντίδα στο νοσοκομείο Mercy Health – Fairfield είχε στοιχίσει τη ζωή του πατέρας τους και ότι ο εμπειρογνώμονας που είχε προσλάβει το νοσοκομείο θα διαπίστωνε τα σοβαρά προβλήματα στη θεραπεία του.
Το νοσοκομείο υπερασπίστηκε τη φροντίδα που παρείχε, αλλά πλήρωσε στην οικογένεια 6 εκατομμύρια δολάρια για να διευθετηθεί το θέμα ιδιωτικά και να αποφύγει την καταστροφική δημοσιότητα. Το νοσοκομείο επέμενε να κρατήσει μυστικές τις καταγγελίες και τον διακανονισμό.
Ο Άρμστρονγκ είχε υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση bypass στις αρχές Αυγούστου του 2012 και η σύζυγός του δήλωσε μετά στο Associated Press ότι ήταν «εκπληκτικά ανθεκτικός» και περπατούσε στο διάδρομο του νοσοκομείου. Αλλά όταν οι νοσοκόμες αφαίρεσαν τα καλώδια από έναν προσωρινό βηματοδότη, παρουσίασε αιμορραγία στη μεμβράνη που περιβάλλει την καρδιά, οδηγώντας σε μια σειρά αιφνίδιων προβλημάτων που οδήγησαν στον θάνατό του στις 25 Αυγούστου του 2012.
Σε ένα καυστικό μήνυμα με μέιλ τον Ιούλιο του 2014 προς τους δικηγόρους του νοσοκομείου, η Γουέντι Άρμστρονγκ, δικηγόρος και σύζυγος του γιου του Μαρκ Άρμστρονγκ σημείωσε ότι ο Μαρκ και ο αδελφός του, Ρικ, θα ταξίδευαν σύντομα στη Φλόριντα για να μιλήσουν σε μια τελετή για την 45η επέτειο της πρώτης προσγείωσης στο φεγγάρι.
«Αυτή η εκδήλωση στο Διαστημικό Κέντρο Κένεντι θα λάβει εθνική ειδησεογραφική κάλυψη», έγραψε η Γουέντι. «Ο Ρικ και ο Μαρκ έχουν ερωτηθεί από διάφορους συγγραφείς βιβλίων και κινηματογραφιστές για «πληροφορίες σχετικά με τον Νιλ που κανείς δεν γνωρίζει ήδη»». Η δικηγόρος πρότεινε ότι αν τα συμβαλλόμενα μέρη δεν καταλήξουν άμεσα σε διακανονισμό, το νοσοκομείο θα επικριθεί δημοσίως για την παροχή θανατηφόρας, ελλιπούς φροντίδας σε μία από τις πιο διάσημες και σεβαστές δημόσιες προσωπικότητες της Αμερικής.
Ο νομικός διακανονισμός, ο οποίος έρχεται για πρώτη φορά στο φως, προσθέτει μια ζοφερή υποσημείωση στην εμπνευσμένη ιστορία του Άρμστρονγκ, ο οποίος απέφυγε τα φώτα της δημοσιότητας και δεν εξαργύρωσε ποτέ τη φήμη του. Παρουσιάζει επίσης την αμφιλεγόμενη αλλά συνηθισμένη πρακτική των μυστικών διακανονισμών σε περιπτώσεις ιατρικής αμέλειας και άλλων υποθέσεων ευθύνης, οι οποίοι προστατεύουν τη φήμη αλλά εμποδίζουν τη δημόσια λογοδοσία. Και αποδεικνύει πώς η μεγαλειώδης φήμη μιας προσωπικότητας όπως του Άρμστρονγκ μπορεί να γίνει ένα ισχυρό σφυρί στις διαπραγματεύσεις.
Το ψευδώνυμο «Νεντ Άντερσον»
Καθώς αγωνίζονταν το 2014 να συμβουλευτούν ιατρικούς εμπειρογνώμονες σχετικά με την αγωγή της οικογένειας, οι υπάλληλοι του νοσοκομείου φοβούμενοι να τροφοδοτήσουν τις φήμες για τον θάνατο του αστροναύτη χρησιμοποίησαν το «Νεντ Άντερσον» ως ψευδώνυμο για τον Νιλ Άρμστρονγκ.
Στις 8 Ιουλίου του 2014, μια δικηγόρος του νοσοκομείου, η Νάνσι Λόουσον, έστειλε στη Γουέντι Άρμστρονγκ μια ωμή ερώτηση: «Σκοπεύουν ο Μαρκ και ο Ρικ να κάνουν αγωγή αδικαιολόγητου θανάτου αν δεν επιτευχθεί διακανονισμός μέχρι την Παρασκευή 18 Ιουλίου;». Η συγκέντρωση για την 45η επέτειο επρόκειτο να πραγματοποιηθεί τη Δευτέρα 21 Ιουλίου.
Σε απάντηση, η Γουέντι είπε, εξίσου ωμά, ότι οι πληροφορίες σχετικά με τη νοσοκομειακή περίθαλψη και τον θάνατο του Νιλ Άρμστρονγκ θα μπορούσαν να αποδειχθούν πολύ προσοδοφόρες για τα δύο παιδιά του εάν γίνονταν ταινία ή βιβλίο.
Τα αρχεία από το δικαστήριο της κομητείας Χάμιλτον δείχνουν ότι το μεγαλύτερο μέρος του διακανονισμού, σχεδόν 5,2 εκατομμύρια δολάρια, μοιράστηκε εξίσου μεταξύ των γιων του. Ο αδελφός και η αδελφή του αστροναύτη, ο Ντιν και η Τζουν, έλαβαν από 250.000 δολάρια, ενώ έξι εγγόνια έλαβαν από 24.000 δολάρια.
Η χήρα του, Κάρολ, η οποία ήταν η δεύτερη σύζυγος του κ. Άρμστρονγκ, δεν συμμετείχε στον διακανονισμό. «Δεν συμμετείχα σε αυτό», δήλωσε σε συνέντευξή της. «Θέλω αυτό να καταγραφεί στα πρακτικά».
Ο Μαρκ και ο Ρικ Άρμστρονγκ, οι οποίοι ήταν σύμβουλοι για την ταινία του 2018, First Man, στην οποία ο Ράιαν Γκόσλινγκ υποδύεται τον Νιλ Άρμστρονγκ, δεν απάντησαν σε πολλά ερωτήματα και σχόλια. Η Γουέντι, η οποία ενήργησε ως δικηγόρος της οικογένειας στον διακανονισμό, επίσης δεν απάντησε.
Η Κάρεν Άρμστρονγκ, πρώην σύζυγος του Ρικ Άρμστρονγκ, δήλωσε: «Είμαστε όλοι κάτω από καθεστώς σιωπής μέσω των δικαστηρίων -όλοι όσοι σχετίζονται με την οικογένεια- οπότε κανείς δεν επιτρέπεται να πει τίποτα».
Ο Τζέιμς Χάνσεν, ομότιμος καθηγητής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Auburn και συγγραφέας της βιογραφίας του Άρμστρονγκ, First Man, που αποτέλεσε τη βάση για την ταινία, δήλωσε ότι γνώριζε τα προβλήματα με τη νοσοκομειακή φροντίδα του «λίγο μετά τον θάνατό του». Ο Χάνσεν δήλωσε ότι απέκρυψε τις πληροφορίες από το βιβλίο «από σεβασμό προς ορισμένα μέλη της οικογένειας».
«Πιστεύω όμως ότι πρέπει να γίνει γνωστή αυτή η ιστορία», πρόσθεσε. «Η ιστορία της ζωής του Νιλ δεν είναι πραγματικά πλήρης χωρίς αυτό το κομμάτι του θανάτου του, που μπορεί να αποτρέψει παρόμοιες τραγωδίες στο μέλλον».
Το μοιραίο λάθος
Οι αξιολογήσεις των εμπειρογνωμόνων επικεντρώνονται στην απόφαση του νοσοκομείου να μεταφέρει τον Άρμστρονγκ σε θάλαμο καθετηριασμού αντί απευθείας σε χειρουργείο, όταν άρχισε να εμφανίζει επιπλοκές.
«Η απόφαση να μεταβεί στον θάλαμο καθετηριασμού ήταν ΤΟ μεγάλο λάθος», έγραψε ο Δρ Τζόζεφ Μπαβάρια, αντιπρόεδρος της καρδιοθωρακικής χειρουργικής στο Πανεπιστήμιο της Πενσυλβάνια, σε ανασκόπηση που διενεργήθηκε κατόπιν αιτήματος της οικογένειας Άρμστρονγκ.
Ο Δρ Ρίτσαρντ Σαλζάνο, καρδιοθωρακικός χειρουργός στο Ιατρικό Κέντρο του Γέιλ, ο οποίος εξέτασε την υπόθεση για λογαριασμό του νοσοκομείου, θεώρησε την απόφαση να μεταφερθεί ο Άρμστρονγκ στον θάλαμο καθετηριασμού ως «λογική», αλλά «σίγουρα πιο επικίνδυνη από το να μεταφερθεί ο ασθενής στο χειρουργείο».
Ο Δρ Σαλζάνο είπε στους δικηγόρους του νοσοκομείου ότι μετά την έναρξη της αιμορραγίας, ο Άρμστρονγκ θα μπορούσε να είχε 50-50 πιθανότητες επιβίωσης αν οι χειρουργοί είχαν ανοίξει ξανά το στήθος του στον θάλαμο καθετηριασμού, αλλά ότι «ο ασθενής δεν μπορούσε να σωθεί χωρίς χειρουργείο», όπως προκύπτει από τα αρχεία της υπόθεσης.
Ένας άλλος γιατρός που εξέτασε την υπόθεση για το νοσοκομείο, ο Δρ Στάνλεϊ Χίλις, υποστήριξε γενικά τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε την υπόθεση, συμπεριλαμβανομένης της απόφασης του καθετηριασμού όταν προέκυψαν επιπλοκές.
«Ξέρω ότι μου ζήτησαν να το κρατήσω μυστικό», δήλωσε ο Δρ Χίλις, ο καρδιολόγος που ασκεί το επάγγελμα στην Ιντιάνα. «Απλώς τους μίλησα και τους έδωσα μια σύντομη γνώμη». Αρνήθηκε να σχολιάσει περαιτέρω, δηλώνοντας ότι έχει μόνο «αόριστες αναμνήσεις» από τις ιατρικές λεπτομέρειες πριν από πέντε χρόνια.
Ο Dr. Ashish Jha, καθηγητής ιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και νοσοκομειακός ιατρός που φροντίζει τακτικά ασθενείς μετά από καρδιοχειρουργική επέμβαση, δήλωσε ότι συμφωνεί «σε μεγάλο βαθμό» με το συμπέρασμα του Δρ. Μπαβάρια. «Θα έπρεπε να είχαν πάει απευθείας στο χειρουργείο», δήλωσε.
«Μου φαίνεται ότι ο θάνατός του θα μπορούσε να αποφευχθεί πλήρως» συμπλήρωσε.
Ο Δρ Κρεγκ Σμιθ, ο καρδιοχειρουργός στο Ιατρικό Κέντρο του Πανεπιστημίου Κολούμπια που πραγματοποίησε το 2004 το τετραπλό bypass του προέδρου Μπιλ Κλίντον, αρνήθηκε να μιλήσει δεδομένου ότι δεν είχε δει τα ιατρικά αρχεία.
«Εάν ένας ασθενής εμφανίσει σημεία αιμορραγίας στο εσωτερικό του θώρακα μετά την αφαίρεση των καλωδίων βηματοδότησης υπό παρακολούθηση, συνήθως μεταφέρεται κατευθείαν στο χειρουργείο και συνήθως επιβιώνει» σχολίασε ωστόσο ο Δρ Σμιθ.