ΗΠΑ

Ο Ερντογάν έχει γίνει η Τυφοειδής Μαίρη της διπλωματίας

Παρότι είναι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ, η Τουρκία και οι ΗΠΑ διαφωνούν για μια σειρά θεμάτων. Η κυβέρνηση Ερντογάν υποψιάζεται την αμερικανική εμπλοκή, στην αιματηρή απόπειρα πραξικοπήματος το 2016 εναντίον της κυβέρνησής του και εκφράζει τη δυσαρέσκειά της για την απόφαση της Ουάσινγκτον να υποστηρίξει τις κουρδικές ένοπλες ομάδες στη Συρία κατά του Ισλαμικού Κράτους. Η Τουρκία θεωρεί τις ομάδες παρακλάδι της αυτονομιστικής κουρδικής αντάρτικης οργάνωσης PKK.

Την περίοδο που διανύουμε είναι σίγουρο ότι ο Μπάιντεν δεν έχει την Τουρκία ψηλά στην ατζέντα των προτεραιοτήτων του, παρ΄ όλες τις κινήσεις που έγιναν το περασμένο διάστημα, με την προσπάθεια διμερούς συμφωνίας για τα F-35. Ο βασικός λόγος είναι ότι έχει στραφεί στο εσωτερικό καθώς έχει να αντιμετωπίσει, συνοπτικά, τα εξής: Την κριτική για την αποχώρηση από το Αφγανιστάν (και τις συνέπειες της αποχώρησης),  τις συνομιλίες για το ανώτατο όριο του χρέους και τα πακέτα ανάκαμψης που πρέπει να περάσουν και διαφωνούν οι Δημοκρατικοί.

Εννοείται ότι αν στραφούμε στο μέτωπο της εξωτερικής πολιτικής, τότε όλες οι κινήσεις των ΗΠΑ δείχνουν πλέον μόνο την Κίνα περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. 

Σε αντίθεση με τα σημεία συζήτησης που προβάλλονται από τα επίσημα και ανεπίσημα λόμπι της Τουρκίας στις Ηνωμένες Πολιτείες , οι προσφορές συνεργασίας της Τουρκίας δεν είναι ούτε αλτρουιστικές ούτε ωφέλιμες για τους στρατηγικούς στόχους των ΗΠΑ.

Η σημαντική υποσημείωση όσων ειπώθηκαν είναι η σαφής δέσμευση του Τούρκου Προέδρου να προχωρήσει στην ολοκλήρωση της αγοράς των S-400, κάτι που ως γνωστόν έχει οδηγήσει σε κυρώσεις από τις ΗΠΑ. «Δεν θα υπάρξει κανένα βήμα πίσω από την αγορά ρωσικών πυραύλων S-400», είχε πει ο Ερντογάν στους Τούρκους δημοσιογράφους κατά την αναχώρησή του από την πόλη του Σότσι.

Τη στάση του αυτή, ο ίδιος την απέδωσε στην «κακή αρχή» που έγινε με τον Μπάιντεν, εφόσον ο Αμερικανός Πρόεδρος δεν συνάντησε τον Ερντογάν στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη , αν και συναντήθηκε σήμερα...

Βέβαια όπως συνηθίζει ο Ερντογάν δια μέσω των  δικών του Μέσων Ενημέρωσης φροντίζει να στέλνει μηνύματα στην Ουάσιγκτον ότι δέκα μήνες μετά την ανάληψη των καθηκόντων της κυβέρνησης Μπάιντεν  η Τουρκία είχε αρχίσει να επαναφέρει τις σχέσεις της με βασικούς συμμάχους των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή. Περιλαμβάνουν το Ισραήλ, την Αίγυπτο και τη Σαουδική Αραβία . Έχει επίσης αρχίσει να επιδιώκει έναν ρόλο για τον εαυτό της στο Αφγανιστάν μετά την αποχώρηση. Ωστόσο, η κυβέρνηση Μπάιντεν παραμένει απρόθυμη να συμφωνήσει με την Τουρκία σε μια σειρά ζητημάτων.

Παρά τις προειδοποιήσεις από τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλους συμμάχους του ΝΑΤΟ, το 2017 ο Τούρκος Πρόεδρος  Ερντογάν υπέγραψε συμφωνία αξίας 2,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν για την παράδοση του αντιπυραυλικού συστήματος S-400 της Μόσχας. Τον Αύγουστο του τρέχοντος έτους, ο Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ ήταν έτοιμες να διατηρήσουν τον Νόμο για την Αντιμετώπιση των Αντιπάλων της Αμερικής μέσω Κυρώσεων ( CAATSA) κατά της Τουρκίας αφού προχώρησε στην αγορά των πυραύλων S-400.

Μετά την εφαρμογή των κυρώσεων, η Τουρκία στράφηκε στη Ρωσία ως πηγή ενίσχυσης των στρατηγικών της δυνατοτήτων. Η Μόσχα θεωρούσε την Άγκυρα ως περιφερειακό πλεονέκτημα για να αυξήσει τη δική της εξουσία και επιρροή στην ανατολική Μεσόγειο.

Η Τουρκία είναι επίσης δυσαρεστημένη που παρά το γεγονός ότι και οι δύο είναι μέλη του ΝΑΤΟ, οι ΗΠΑ επέλεξαν να μην υποστηρίξουν την Άγκυρα στη μάχη κατά των τρομοκρατικών οργανώσεων, θεωρώντας την Ουάσιγκτον ως υποστηρικτή των παράνομων ομάδων που πραγματοποιούν επιθέσεις στο έδαφός της. Η Άγκυρα κατηγορεί τις ΗΠΑ ότι συνεργάζονται με τις Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG) στη βόρεια Συρία, μια ομάδα την οποία υποστηρίζει ότι συνδέεται με το παράνομο Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν (PKK).

Επιπλέον, πέρυσι, Αμερικανοί γερουσιαστές ανακοίνωσαν ένα νομοσχέδιο που επεκτείνει τις κυρώσεις στους αγωγούς φυσικού αερίου της Ρωσίας Nord Stream 2 και Turkish Stream και στοχεύει τα έργα που η Ουάσιγκτον λέει ότι θα ενισχύσουν την οικονομική και πολιτική επιρροή της Μόσχας στη Γερμανία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες.

Αυτοί οι δύο παράγοντες έχουν χειροτερέψει σημαντικά κατά την εποχή του Μπάιντεν, ωθώντας την Τουρκία να συνεργαστεί περαιτέρω με τη Ρωσία, παρόλο που ο Πούτιν δεν είναι ο έμπιστος σύμμαχος της Άγκυρας, ειδικά στη Συρία. Στην πραγματικότητα, η Τουρκία έχει επανειλημμένα κατηγορήσει τη Ρωσία για παραβίαση της συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός του Σότσι στη Συρία.

Παρά αυτές τις μεγάλες διαφορές, τόσο η Μόσχα όσο και η Άγκυρα προσέχουν να μην επιτρέψουν οι γεωπολιτικές αποκλίσεις να θέσουν σε κίνδυνο το διμερές εμπόριο τους. Η Τουρκία συνέχισε να ενισχύει τους οικονομικούς της δεσμούς με τη Ρωσία, περισσότερο παρά με τις ΗΠΑ. Η Τουρκία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις εξαγωγές ρωσικού φυσικού αερίου και εκατομμύρια Ρώσοι τουρίστες φέρνουν πολύτιμο σκληρό νόμισμα στη χώρα. Ταυτόχρονα, η Τουρκία έχει γίνει ο κύριος εξαγωγέας γεωργικών και κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων στη Ρωσία.

Η Τουρκία είναι επίσης σημαντικό μέλος του ΝΑΤΟ και φιλοξενεί βασικές στρατιωτικές βάσεις του ΝΑΤΟ, καθώς και εταίρος στον λεγόμενο «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» και γραμμή άμυνας κατά των απειλών στη Μέση Ανατολή.

 Ωστόσο, οι ΗΠΑ έχουν εφαρμόσει κυρώσεις CAATSA στον εταίρο τους στο ΝΑΤΟ, την Τουρκία, αλλά όχι κατά της Ινδίας, η οποία έχει αγοράσει επίσης το ισχυρό ρωσικό σύστημα αντιπυραυλικής άμυνας. Αυτού του είδους οι  πολιτικές δεν αφήνουν στην Τουρκία άλλη εναλλακτική από το να συνεργαστεί με τη Ρωσία, ιδίως για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας στη Συρία και τον συντονισμό των ενεργειακών πολιτικών.

Πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης  στους New York Times  στις 16 Δεκεμβρίου 2019, ο Μπάιντεν εξέφρασε την ανάγκη να υποστηρίξει έναν νέο ηγέτη για την Τουρκία. «Αυτό που πιστεύω ότι πρέπει να κάνουμε είναι να υιοθετήσουμε μια πολύ διαφορετική προσέγγιση απέναντί ​​του τώρα, καθιστώντας σαφές ότι υποστηρίζουμε την ηγεσία της αντιπολίτευσης», ανέφερε.

Ο Ερντογάν έχει γίνει η Τυφοειδής Μαίτη (η πιο διάσημη ασθενής -μηδέν)  της διπλωματίας. Το ιστορικό της Τουρκίας διαψεύδει την ειλικρίνεια του Ερντογάν. Αντί να αντιμετωπίζει τις πρωτοβουλίες του Ερντογάν ως ειλικρινείς, είναι καιρός η κυβέρνηση Μπάιντεν να αναγνωρίσει τη διπλωματία της Τουρκίας ως προς αυτό που είναι: Μια ιδιοτελής προσπάθεια αποφυγής λογοδοσίας για πολιτικές που ο Ερντογάν παραμένει ιδεολογικά προσηλωμένος να συνεχίσει. 

 

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ