Η τουρκική κυβέρνηση βλέπει τις ΗΠΑ «ως στρατηγική απειλή παρά ως σύμμαχο» και αυτό είναι μια άποψη που ισχύει ολοένα και περισσότερο στην Ουάσιγκτον, τόνισε ο ειδικός επί της Τουρκίας Νίκολας Ντανφόρθ σε μια ανάλυση για το Brookings think-tank με έδρα την Ουάσινγκτον.
Η ανάληψη της εξουσίας από την κυβέρνηση Μπάιντεν οδήγησε σε εικασίες για επαναφορά των σχέσεων Τουρκίας-ΗΠΑ, καθώς αξιωματούχοι της Άγκυρας ελάμβαναν έναν πιο συμβιβαστικό τόνο στο πλαίσιο της παρουσίας του νέου προέδρου των ΗΠΑ.
“Ωστόσο, ο Μπάιντεν είναι πιθανό να συνεχίσει την μετατόπιση της πολιτικής των ΗΠΑ προς την Τουρκία από τη συνεργασία στην επιβολή περιορισμού”, δήλωσε ο Danforth.
Άλλωστε έχουν προκύψει σοβαρά ζητήματα κατά τις δύο πρώτες εβδομάδες της παρουσίας του Μπάιντεν.
Την Πέμπτη, η Ουάσινγκτον εξέφρασε έντονη καταδίκη στην ομοφοβική ρητορική κατά των ΛΟΑΤΚΙ από κορυφαίους Τούρκους αξιωματούχους, ενώ πριν λίγες ημέρες εξέφρασε εκ νέου ανησυχία για την αγορά από την Τουρκία, του γνωστού ρωσικού πυραυλικού συστήματος S-400.
Η απάντηση της Άγκυρας ήρθε δια μέσω Σοιλού και μιλούσε για αμερικανική παρέμβαση στο πραξικόπημα το 2016, επισύροντας την οργή της Ουάσιγκτον.
Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ δημιούργησε μια στενή προσωπική σχέση με τον Τούρκο ομόλογό του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αποσύροντας εν μέρει τα αμερικανικά στρατεύματα από τη Συρία μετά από διαβεβαιώσεις από την Άγκυρα, ενώ καθυστέρησε την επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία για τους S-400, αλλά τώρα τα πράγματα άλλαξαν εντελώς.
«Αν και η προσωπική προθυμία του Τραμπ να ανταποκριθεί στις τουρκικές απαιτήσεις συχνά εμπόδιζε την δημιουργία μεγαλύτερων κρίσεων, δημιούργησε μια κατάσταση η οποία είναι απείρως χειρότερη για την Τουρκία», δήλωσε ο Danforth.
Ο Μπάιντεν, ο οποίος επισκέφθηκε την Άγκυρα αρκετές φορές κατά το παρελθόν ως αντιπρόεδρος των ΗΠΑ υπό τον τότε πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, έχει δηλώσει ότι θα ακολουθήσει μια πιο αυστηρή στάση σχετικά με την οπισθοδρόμηση της Τουρκίας στα ανθρώπινα δικαιώματα και τις δημοκρατικές ελευθερίες κατά τη διάρκεια της προεδρικής του εκστρατείας το 2019.
«Οι ΗΠΑ θέλουν ναι μεν μια αποκατάσταση και προσέγγιση με την Άγκυρα, αλλά με άλυτο το πρόβλημα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, τα πράγματα είναι εξαιρετικά επικίνδυνα», δήλωσε ο Danforth.
Η έκθεση επτά σελίδων εξετάζει μια σειρά σημείων ανάφλεξης μεταξύ των δύο χωρών.
Τα τελευταία τέσσερα χρόνια χαρακτηρίστηκαν από μια σειρά κρίσεων στις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας. Ενώ πολλές έχουν αμβλυνθεί ή αναβληθεί, οι περισσότερες είναι εκεί.
Αυτή η σύνοψη πολιτικής ξεκινά με μια σύντομη ματιά στους παγκόσμιους, περιφερειακούς και εγχώριους παράγοντες που οδηγούν την ολοένα και πιο αντιπολιτευτική προσέγγιση της Άγκυρας στους πρώην δυτικούς εταίρους της.
Στη συνέχεια, προσφέρει πεδίο έρευνας για τις κύριες πηγές διαφωνίας μεταξύ των ΗΠΑ και της Τουρκίας που είναι η Συρία, η Ανατολική Μεσόγειο, οι σχέσεις με τη Ρωσία και μια σειρά από νομικές υποθέσεις και στις δύο χώρες.
Τέλος, προσφέρει μια σειρά ευρύτερων συστάσεων για το πώς οι υπεύθυνοι χάραξης της αμερικανικής πολιτικής μπορούν να αξιοποιήσουν ειδικά σημεία και τομείς συμφωνίας για να προωθήσουν τα αμερικανικά συμφέροντα έναντι της νέας εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας.
Συγκεκριμένα, υποστηρίζει:
1) προγραμματισμό γύρω από την Τουρκία.
2) Τον συντονισμό με συμμάχους και εταίρους για την αντιμετώπιση των τουρκικών προκλήσεων όπου είναι απαραίτητο.
3) Την παρουσία "ανοικτής θύρας" για συνεργασία όπου είναι δυνατόν. Υπό τη νέα διοίκηση, η πολιτική των ΗΠΑ προς την Τουρκία θα συνεχίσει σχεδόν σίγουρα τη σταδιακή μετάβαση από τη συνεργασία προς τον περιορισμό.
Αυτό μεταφράζεται σε μια πολύ δύσκολη περίοδο σε Αιγαίο και Α. Μεσόγειο, αφού οι Τούρκοι θα εκβιάζουν τις ΗΠΑ, όπου μπορούν και όπου τους δίνεται η δυνατότητα, με απώτερο στόχο βέβαια Ελλάδα και Κύπρο.
Αυστηρό μήνυμα ΗΠΑ: Τέλος στην αγορά οπλικών συστημάτων από Ρωσία, αλλιώς κυρώσεις
Την ετοιμότητα της νέας αμερικανικής κυβέρνησης να εγκαλέσει τις συμπεριφορές της Τουρκίας που δεν συνάδουν με το Διεθνές Δίκαιο και τις νατοϊκές της δεσμεύσεις υπογραμμίζει το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, υπενθυμίζοντας ότι ο πρόεδρος Μπάιντεν έχει υποσχεθεί να υιοθετήσει τη συγκεκριμένη γραμμή στο πλαίσιο της δέσμευσης των ΗΠΑ προς τους συμμάχους τους.
«Ως μέρος της δέσμευσής μας προς τους Συμμάχους μας, ο πρόεδρος Μπάιντεν έχει υποσχεθεί να εγκαλέσει την τουρκική συμπεριφορά που δεν συνάδει με το Διεθνές Δίκαιο ή τις δεσμεύσεις της προς το ΝΑΤΟ», σημείωσε εκπρόσωπος του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών, ο οποίος απάντησε ερώτηση της ιστοσελίδας Hellas Journal.
Συνεχίζοντας, ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ έστειλε μήνυμα προς την Τουρκία αλλά και όλους τους συμμάχους και τους εταίρους των ΗΠΑ να αποφύγουν την αγορά ρωσικών οπλικών συστημάτων. Μάλιστα προειδοποίησε την Άγκυρα ότι ενδεχόμενη μη συμμόρφωση με τις προβλέψεις του νόμου CAATSA (Νόμος για την Αντιμετώπιση των Αντιπάλων της Αμερικής Μέσω Κυρώσεων) ενδέχεται να οδηγήσει στην επιβολή επιπλέον κυρώσεων. «Προτρέπουμε την Τουρκία, καθώς και όλους τους εταίρους και τους συμμάχους των ΗΠΑ, να αποφύγουν τις μελλοντικές αγορές ρωσικού οπλισμού, συμπεριλαμβανομένων επιπλέον των S-400, οι οποίοι φέρνουν στη Ρωσία έσοδα, πρόσβαση και επιρροή. Οποιεσδήποτε τέτοιες συναλλαγές θα μπορούσαν να υπόκεινται σε ξεχωριστές και επιπλέον κυρώσεις CAATSA πέρα από εκείνων που έχουν ήδη επιβληθεί», σημείωσε ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Υπό αυτό το πρίσμα, υπενθύμισε ότι η απόκτηση του ρωσικού συστήματος S-400 από την Άγκυρα θέτει σε κίνδυνο την ασφάλεια της τεχνολογίας του ΝΑΤΟ και ότι αντιβαίνει στις συμμαχικές δεσμεύσεις της Τουρκίας. Μάλιστα ο Αμερικανός διπλωμάτης κάλεσε την Άγκυρα να εγκαταλείψει των υπάρχων ρωσικό εξοπλισμό που έχει ήδη παραλάβει και χρησιμοποιήσει.
«Τα ρωσικά S-400 δεν είναι συμβατά με τον εξοπλισμό του ΝΑΤΟ, απειλούν την ασφάλεια της τεχνολογίας του ΝΑΤΟ και δεν συνάδουν με τις δεσμεύσεις της Τουρκίας ως συμμάχου του ΝΑΤΟ. Αυτή η σημαντική συναλλαγή με τη Ρωσία προκάλεσε τις κυρώσεις CAATSA (Νόμος για την Αντιμετώπιση των Αντιπάλων της Αμερικής Μέσω Κυρώσεων) σύμφωνα με τη νομοθεσία των ΗΠΑ. Προτρέπουμε την Τουρκία να μην διατηρήσει το σύστημα (των S-400). Η Τουρκία είναι ένας μακροχρόνιος και πολύτιμος σύμμαχος στο ΝΑΤΟ. Ωστόσο, η απόκτηση των S-400 έρχεται σε αντίθεση με τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν όλοι οι Σύμμαχοι στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ του 2016 στη Βαρσοβία για τη μείωση των εξαρτήσεων από τον ρωσικό εξοπλισμό», τόνισε χαρακτηριστικά.