Τη δολοφονία του Ιμπραήμ Ακίλ, επικεφαλής της ομάδας επιχειρήσεων της Χεζμπολάχ, επιβεβαιώνουν οι IDF μετά το πλήγμα τους στη Βηρυτό. Μάλιστα Χεζμπολάχ είχε τονίσει πως από το συγκεκριμένο χτύπημα σκοτώθηκαν και μέλη της επίλεκτης στρατιωτικής ομάδας Radwan.
Η ισραηλινή αεροπορική επιδρομή που σημειώθηκε στη Βηρυτό το απόγευμα της Παρασκευής, είχε ως κύριο στόχο τον Ιμπραήμ Ακίλ, ένα κορυφαίο στέλεχος της Χεζμπολάχ.
Ισραηλινά μέσα ενημέρωσης επιβεβαίωσαν νωρίτερα ότι ο Ακίλ, γνωστός και ως Tahsin - και «νούμερο 2» της οργάνωσης, αναφορικά με τις στρατιωτικές επιχειρήσεις, πίσω από τον Φουάντ Σουκρ που δολοφονήθηκε πριν μερικές εβδομάδες από τις IDF επίσης στη Βηρυτό - βρισκόταν στο στόχαστρο των ισραηλινών δυνάμεων λόγω του ρόλου του ως επικεφαλής της Επιχειρησιακής Διεύθυνσης της σιιτικής οργάνωσης.
Σύμφωνα με το γερμανικό πρακτορείο ειδήσεων dpa, ο Ακίλ πήρε σήμερα το πρωί εξιτήριο από νοσοκομείο της Βηρυτού, καθώς είχε τραυματιστεί στις εκρήξεις των ασυρμάτων της Χεζμπολάχ.
Ο Ακίλ θεωρείται σημαντικό στέλεχος της Χεζμπολάχ και συμμετέχει στο «Συμβούλιο Τζιχάντ», το ανώτατο στρατιωτικό όργανο της οργάνωσης.
Ο ίδιος έχει συμμετάσχει σε πολλαπλές τρομοκρατικές ενέργειες και είναι καταζητούμενος από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Το 1983, διαδραμάτισε βασικό ρόλο στην αιματηρή βομβιστική επίθεση κατά Αμερικανών πεζοναυτών στη Βηρυτό, όπου σκοτώθηκαν 63 άτομα. Επιπλέον, συμμετείχε σε απαγωγές Αμερικανών και Γερμανών πολιτών στον Λίβανο τη δεκαετία του 1980, γεγονότα που τον τοποθέτησαν ψηλά στις λίστες καταζητούμενων τρομοκρατών.
Το 2019, το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ χαρακτήρισε τον Ακίλ «Παγκόσμιο Τρομοκράτη» και τον επικήρυξε με 7 εκατομμύρια δολάρια, σε μια προσπάθεια να συγκεντρώσει πληροφορίες για τη σύλληψή του.
Οι ΗΠΑ τον κατηγορούν για συμμετοχή σε τρομοκρατικά σχέδια κατά τη διάρκεια των δεκαετιών 1980 και 1990, μεταξύ των οποίων και η επίθεση στην πρεσβεία των ΗΠΑ στη Βηρυτό τον Απρίλιο του 1983.
Η πρόσφατη επίθεση στη Βηρυτό αποτελεί μέρος μιας συνεχιζόμενης σειράς αεροπορικών επιδρομών του Ισραήλ, που αποσκοπούν στην υποβάθμιση των στρατιωτικών δυνατοτήτων της Χεζμπολάχ και στην εξουδετέρωση των ηγετικών της στελεχών. Η κλιμάκωση της βίας και οι αμοιβαίες επιθέσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές αυξάνουν την ένταση στην περιοχή, ενώ ο διεθνής παράγοντας ανησυχεί για το ενδεχόμενο γενίκευσης της σύγκρουσης.