Τα τελευταία χρόνια, ο Ερντογάν και ο Πούτιν έχουν δημιουργήσει την πιο απίθανη φιλία. Περισσότερο από οποιοδήποτε ζήτημα, αυτό που έφερε κοντά Ερντογάν και Πούτιν είναι μια κοινή κοσμοθεωρία: μια επιθυμία να αποκαταστήσουν τα έθνη τους στην ιστορική δόξα, μια απογοήτευση με αυτό που θεωρούν ως υποκριτικές δυτικές διαλέξεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τη δημοκρατία και μια τάση για θεωρίες συνωμοσίας.
Οι δεσμοί μεταξύ των δύο φέρεται να εδραιώθηκαν το 2016, όταν ο Πούτιν εξέφρασε άμεση υποστήριξη στον Ερντογάν μετά την απόπειρα πραξικοπήματος, ενώ οι περισσότερες δυτικές κυβερνήσεις αποδοκίμασαν.
Δεδομένων αυτών των δεσμών με το ΝΑΤΟ και τη Ρωσία, ο Ερντογάν προσπάθησε να παίξει ρόλο μεσολαβητή. Στις πρώτες ημέρες του πολέμου, η Τουρκία φιλοξένησε συνομιλίες για κατάπαυση του πυρός μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας και ο Ερντογάν ήταν σε τακτική επαφή τόσο με τον Πούτιν όσο και με τον Ζελένσκι. Πιο πρόσφατα, η Τουρκία βρισκόταν σε διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία για μια συμφωνία για το άνοιγμα εκ νέου της Μαύρης Θάλασσας για εξαγωγές σιτηρών ζωτικής σημασίας τόσο για την οικονομία της Ουκρανίας όσο και για την παγκόσμια ασφάλεια.
Όμως η δήλωση του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, πως υπάρχουν χώρες στη Δύση που δεν επιθυμούν το τέλος της σύγκρουσης στην Ουκρανία, προκαλεί απορίες για τον σκοπό της.
«Δεν εννοώ μόνο τις ΗΠΑ , εννοώ τις χώρες μέλη του ΝΑΤΟ», είπε στη Haber Global σε συνέντευξή του .Σύμφωνα με τον Τούρκο Υπουργό Εξωτερικών, υπήρξαν εκείνοι που ήθελαν να σαμποτάρουν τη συμφωνία για τα σιτηρά.
«Δεν είναι οι ΗΠΑ, αλλά θα το πω. Η συνεισφορά των ΗΠΑ ήταν η εξής. Για παράδειγμα, η άρση του φραγμού των εξαγωγών για τα ρωσικά λιπάσματα, η πρόσβαση στα λιμάνια, οι τραπεζικές εργασίες. Υπήρχαν επίσης χώρες από την Ευρώπη που ήθελαν να το σαμποτάρουν», είπε ο Τσαβούσογλου.
Η δήλωση του Τούρκου υπουργού των Εξωτερικών έρχεται να προστεθεί σε άλλες, καθώς νωρίτερα, στις 6 Μαΐου, ο κινέζος υπουργός Εξωτερικών Λε Γιουσένγκ, δήλωσε ότι η Δύση σκοπεύει να χρησιμοποιήσει την Ουκρανία ως «τροφή για κανόνια» για να αποδυναμώσει τη Ρωσία. Πρότεινε ότι ορισμένες μεγάλες χώρες, δεν ενδιαφέρονται για τις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις ή την κατάπαυση του πυρός, ούτε για τις ζωές και την ασφάλεια του λαού της Ουκρανίας.
Πριν από αυτό, στις 25 Απριλίου, ο επικεφαλής του Πενταγώνου Λόιντ Όστιν, είπε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες «θέλουν να δουν τη Ρωσία αποδυναμωμένη σε τέτοιο βαθμό που να μην μπορεί να κάνει τέτοια πράγματα όπως έκανε», αναφερόμενος στα γεγονότα στην Ουκρανία.
Στις 9 Απριλίου, ο Ύπατος Εκπρόσωπος της ΕΕ για θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας Josep Borrell, ευχήθηκε η σύγκρουση στην Ουκρανία να επιλυθεί στρατιωτικά και όχι διπλωματικά.
Σχολιάζοντας αυτά τα λόγια, ο πρόεδρος της Κρατικής Δούμας Vyacheslav Volodin είπε ότι, η Δύση δήλωσε ανοιχτά τον στόχο της «αυτό που κάνουν εδώ και χρόνια, προμηθεύοντας όπλα στην Ουκρανία και υποστηρίζοντας τη ναζιστική ιδεολογία». Κατά τη γνώμη του, «ο πόλεμος μέχρι τον τελευταίο Ουκρανό έχει γίνει η επίσημη πολιτική των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ».