Τον περασμένο μήνα, στο ξενοδοχείο Ritz – Carlton του Ριάντ, έλαβαν χώρα οι συνομιλίες Ρωσίας – Ηνωμένων Πολιτειών για την τύχη της Ουκρανίας. Καθώς οι διαπραγματευτές «έκλειναν» 13άωρο διαβουλεύσεων, οι πόρτες της αίθουσας άνοιξαν για να εισέλθει ο συνταγματάρχης Σεργκέι Μπεσέντα –γνωστός στη CIA ως ο «Βαρόνος»– ένας εκ των μυστικών κατασκόπων της Υπηρεσίας Ασφαλείας της Ρωσίας (FSB), με σκοπό να ηγηθεί της συζήτησης.
Πρόκειται για έναν από τους ισχυρότερους κατασκόπους της Ρωσίας, που σπάνια φωτογραφίζεται και επί δεκαετίες επιλέγεται για να ηγηθεί των πλέον ευαίσθητων επιχειρήσεων του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Το σαφές μήνυμα «εσείς το χαλάσατε, εσείς πρέπει να το φτιάξετε» προς το Κίεβο
Η παρουσία του 70άχρονου αντισυνταγματάρχη της FSB στις ειρηνευτικές συνομιλίες έστειλε ένα ισχυρό μήνυμα για τις πραγματικές προθέσεις του Κρεμλίνου στην Ουκρανία και σηματοδότησε μία απότομη αλλαγή στην τύχη ενός ανθρώπου που οδηγήθηκε στη διαβόητη φυλακή του Λεφόρτοβο το 2022, εν μέσω ενός «παιχνιδιού» επίρριψης ευθυνών ανάμεσα στην ηγεσία των υπηρεσιών πληροφοριών και του ρωσικού στρατού, μόλις μερικούς μήνες μετά την έναρξη του πολέμου.
Συγκεκριμένα, ο Μπεσέντα κατηγορήθηκε ευρέως (και όχι μόνο από τον ρωσικό στρατό) για την αποτυχία του αιφνιδιαστικού πολέμου του Κρεμλίνου, την 24η Φεβρουαρίου 2022. Μέχρι το καλοκαίρι του 2024, ήταν επικεφαλής του Πέμπτου Παραρτήματος της FSB, επίσημα γνωστού ως «Υπηρεσία Επιχειρησιακών Πληροφοριών και Διεθνών Δεσμών».
Αυτή η υπηρεσία έχει δύο κύριους στόχους: Την εποπτεία των συνδέσεων με εταίρους τρίτων κρατών, συμπεριλαμβανομένων των Αμερικανών (γεγονός που εξηγεί το μέρος «Διεθνείς δεσμοί» του ονόματος) και τη διασφάλιση και προώθηση των συμφερόντων του Κρεμλίνου σε χώρες που η Μόσχα θεωρεί ιδιαίτερα ευαίσθητες, συμπεριλαμβανομένης ολόκληρης της πρώην Σοβιετικής Ένωσης με όλα τα διαθέσιμα μέσα (από την κατασκοπεία, έως την άμεση πολιτική παρέμβαση).
Ο Πούτιν παραχώρησε στην FSB τις εξουσίες να διεξαγάγει επιχειρήσεις στο εξωτερικό, κατασκοπεύοντας ιδίως τους πλησιέστερους γείτονες της Ρωσίας, όταν ήταν διευθυντής της Υπηρεσίας, στα τέλη της δεκαετίας του 1990.
Όταν μία σειρά από λαϊκές εξεγέρσεις, γνωστές ως «έγχρωμες επαναστάσεις», άρχισαν να ανατρέπουν φιλορωσικά καθεστώτα στο έδαφος της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, ο σημερινός επικεφαλής του ρωσικού κράτους ανέθεσε στην υπηρεσία την προστασία των φίλων της.
Κατά κάποιον τρόπο, ο Πούτιν επανέλαβε τη στρατηγική του Τσάρου Νικόλαου Α’ να καταστήσει τον ρωσικό στρατό ως «χωροφύλακες της Ευρώπης» τον 19ο αιώνα, οδηγώντας τον να καταπνίξει επαναστατικά κινήματα σε ολόκληρη την ήπειρο, από την Ουγγαρία έως την Πολωνία και την Ελλάδα. Αυτήν τη φορά, οι στρατιώτες αντικαταστάθηκαν από τσεκιστές, με επικεφαλής τον Σεργκέι Μπεσέντα, από το 2003.
Από τότε, οι πράκτορες του Μπεσέντα εκτίθενται συστηματικά για παρεμβάσεις σε εκλογές σε χώρες όπως η Λευκορωσία, η Μολδαβία και η Αμπχαζία, μία αποσχισθείσα περιοχή της Γεωργίας, αλλά και η Ουκρανία.
Τον Απρίλιο του 2014, γνωστοποιήθηκε ότι ο Μπεσέντα βρισκόταν στο Κίεβο κατά τη διάρκεια της επανάστασης του Μαϊντάν, όταν το ΥΠΕΞ της Ουκρανίας έστειλε αίτημα στον επικεφαλής της ρωσικής διπλωματίας να ανακρίνει τον Μπεσέντα «στο πλαίσιο της προδικαστικής έρευνας σε ποινικές διαδικασίες σχετικά με τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια μαζικών εκδηλώσεων στο Κίεβο κατά (σ.σ. εκείνη) την περίοδο», μία περίοδο που περιλάμβανε τον πυροβολισμό δεκάδων διαδηλωτών.
Ο Μπεσέντα βρισκόταν στο Κίεβο ως οργανωτής του Κρεμλίνου και σύμβουλος του φιλορώσου προέδρου, Βίκτορ Γιανουκόβιτς· έκτοτε, βρίσκεται στους καταλόγους κυρώσεων των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το σκάνδαλο, ωστόσο, δεν έβλαψε το κύρος του Μπεσέντα. Διατήρησε τη θέση του και τον Φεβρουάριο του 2022, το τμήμα του προσέφερε στον Πούτιν κρίσιμα σημαντικές ενημερώσεις για την πολιτική κατάσταση στην Ουκρανία, οι οποίες, σε γενικές γραμμές, οδήγησαν το Κρεμλίνο να πιστέψει ότι η χώρα θα υποτασσόταν εύκολα.
Όταν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις του Φεβρουαρίου καθυστέρησαν, με μεγάλο αριθμό ρωσικών αρμάτων μάχης και τεθωρακισμένων οχημάτων να καίγονται σε όλη την ουκρανική ύπαιθρο, ο Μπεσέντα ήταν δακτυλοδεικτούμενος.
Αμέσως εξαφανίστηκε από το γραφείο του, στη Λουμπιάνκα και αρχικά τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό προτού μεταφερθεί στο Λεφόρτοβο, μία κίνηση που δεν αναγνωρίστηκε ποτέ δημοσίως, αλλά επαινέθηκε από τον ρωσικό στρατό.
Όμως, κάτι άλλαξε. Αντί να τον αναζητήσει και να τον φέρει προ των ευθυνών του, με τον ισχυρισμό ότι έκανε σοβαρά λάθη, ο Πούτιν αποφάσισε ότι ο Μπεσέντα είχε τιμωρηθεί αρκετά. Ο λόγος για αυτό βρίσκεται στην «καρδιά» του ρωσικού καθεστώτος. Όλοι όσοι βρίσκονται σε υψηλόβαθμη θέση, είναι ένοχοι για κάτι (είτε πρόκειται για ανικανότητα, είτε διαφθορά είτε άλλη κατηγορία).
Η λογική της αποκατάστασης του Μπεσέντα ήταν η εξής: Δεν είχε υπάρξει αποτυχία στην επιχείρηση του Φεβρουαρίου του 2022, οπότε δεν υπήρχε λόγος να τιμωρηθούν όσοι την είχαν προετοιμάσει.
Το Κρεμλίνο φρόντισε να στείλει αυτό το μήνυμα στα Μέσα ενημέρωσης, τους Αμερικανούς, αλλά και τις ρωσικές ελίτ. Στα τέλη του 2022, ο γιος του Μπεσέντα, Αλεξάντερ, ανέλαβε επικεφαλής ενός κρίσιμου τμήματος της κυβέρνησης, το οποίο επέβλεπε τις μυστικές υπηρεσίες και τον στρατό.
Το καλοκαίρι του 2024, ο Μπεσέντα εγκατέλειψε το Πέμπτο Παράρτημα της FSB και ανέλαβε καθήκοντα βοηθού διευθυντή στη FSB, μία θέση σε μεγάλο βαθμό εθιμοτυπική, χωρίς σαφείς αρμοδιότητες.
Η εμφάνιση που πραγματοποίησε στις συνομιλίες του Ριάντ, επομένως, είναι ένα μήνυμα προς τους Αμερικανούς και τους Ουκρανούς. Οι Αμερικανοί διαπραγματευτές αντιμετωπίζουν έναν άνθρωπο του οποίου η παρουσία μεταδίδει ένα άμεσο και κυνικό μήνυμα σχετικά με την πραγματική ρωσική στάση απέναντι στις εκλογές στην Ουκρανία. Η ένταξη του Μπεσέντα αντανακλά και μία σημαντική αλλαγή στον χειρισμό των συνομιλιών για τα σημαντικότερα και τα πλέον ευαίσθητα ζητήματα από το Κρεμλίνο.
Η παρουσία του αντισυνταγματάρχη στη Σαουδική Αραβία καταδεικνύει ότι οι τρεις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες αντιπροσωπεύουν μία σκιώδη και ολοένα και ισχυρότερη πτυχή της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής. Αν και δεν έχουν αποσαφηνιστεί ακόμη αυτά που θα μπορούσε να αποσπάσει το Κρεμλίνο από τους Αμερικανούς και τους Ουκρανούς στις συνομιλίες, οι ρωσικές κατασκοπευτικές υπηρεσίες έχουν ήδη αναδειχθεί νικήτριες.