H Τζόρτζια Μελόνι είναι η μόνη Ευρωπαία πρωθυπουργός, η οποία θα δώσει το «παρών» σήμερα στην Ουάσιγκτον, στην τελετή ορκωμοσίας του νέου Αμερικανού πρόεδρου. Μετέβη στις Ηνωμένες Πολιτείες μαζί με τρεις βουλευτές του κόμματός της, αλλά χωρίς κανένα άλλο μέλος του υπουργικού συμβουλίου της.
Πρόκειται για κίνηση με την οποία υπογραμμίζεται η στενή σχέση της επικεφαλής της κυβέρνησης της Ρώμης με τον Ντόναλντ Τραμπ, όπως και με τον δισεκατομμυριούχο και πολιτικό, πλέον, Έλον Μασκ.
Δεν αποκλείεται μάλιστα πριν επιστρέψει στη Ρώμη να βρει την ευκαιρία να συζητήσει με τον Μασκ την όλη υπόθεση της πιθανής συνεργασίας του ιταλικού δημοσίου με την εταιρεία του Starlink, η οποία δραστηριοποιείται στον τομέα των τηλεπικοινωνιών μέσω δορυφόρου.
Η... γοητεία του Μασκ
Ως γνωστόν πρόκειται για πρόταση πενταετούς συνεργασίας με το ιταλικό κράτος, συνολικής αξίας 1,5 δισεκατομμυρίου ευρώ. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης στη Ρώμη έχουν εκφράσει την αντίθεσή τους και έχουν ζητήσει να ενημερωθούν αναλυτικά από τους κυβερνητικούς ιθύνοντες. Όλα δείχνουν όμως ότι η συγκεκριμένη συμφωνία στο τέλος πρόκειται να υπογραφεί. Αν μη τι άλλο διότι, όπως υποστήριξε επανειλημμένα η Μελόνι, «στην Ευρώπη δεν διαθέτουμε ανάλογη τεχνολογία».
Και με αναφορά στην Ευρώπη ακριβώς τα ιταλικά μέσα ενημέρωσης υπογραμμίζουν ότι ενώ η Ιταλία εκπροσωπείται σήμερα στο Καπιτώλιο σε ανώτατο επίπεδο, η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ούτε καν έλαβε πρόσκληση για να παρευρεθεί. Σύμφωνα με Ιταλούς σχολιαστές, από κύκλους των Βρυξελλών διέρρευσε ότι η στάση αυτή της αρχηγού των «Αδελφών της Ιταλίας» και πρωθυπουργού της χώρας δεν κρίνεται η καταλληλότερη, από τη στιγμή που υπονομεύει σε μια τόσο κρίσιμη φάση την προσπάθεια να τηρηθεί μια ενιαία στάση από τα μεγαλύτερα κράτη-μέλη της Ένωσης.
Άμα δεν ταιριάζανε...
Η Τζόρτζια Μελόνι όμως επέλεξε να δώσει έμφαση στη στενή προσωπική και πολιτική της σχέση με τον νέο υπερσυντηρητικό ένοικο του Λευκού Οίκου. Επιδιώκοντας, όπως όλα δείχνουν, να μετατρέψει τη χώρα της στον στενότερο συνομιλητή των Ηνωμένων Πολιτειών, σε ό,τι αφορά όλη την Γηραιά Ήπειρο. Ακόμα στενότερο και από τη Μεγάλη Βρετανία, με την οποία κατά παράδοση ο κάθε νέος Αμερικανός πρόεδρος κάνει την πρώτη επαφή σε διεθνές επίπεδο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του.
Όπως όλα δείχνουν, τόσο η Μελόνι όσο και ο Τραμπ προσπαθούν να αποκομίσουν ουσιαστικά πολιτικά οφέλη από την άμεση αυτή σχέση. Η πρώτη ενισχύεται σε εσωτερικό επίπεδο και αποδυναμώνει σημαντικά τους κυβερνητικούς της εταίρους, αρχίζοντας από τη Λέγκα. Ο αρχηγός της, Ματέο Σαλβίνι, μέχρι πριν λίγους μήνες ήταν ο Ιταλός πολιτικός ο οποίος διατηρούσε τις στενότερες επαφές με τον Τραμπ και τη βαθιά συντηρητική πτέρυγα των Ρεπουμπλικανών. Τώρα, τα πράγματα έχουν αλλάξει.
Το μακρύ ταξίδι άξιζε τον κόπο
Ο δε Τραμπ επιβεβαιώνει «με το καλημέρα» ότι δεν ενδιαφέρεται για έναν ισότιμο διάλογο με την ΕΕ στο σύνολό της, αλλά για μεμονωμένες σχέσεις, οι οποίες δείχνουν να μπορούν να είναι τόσο πιο καρποφόρες, όσο οι κυβερνήσεις των συνομιλητών του ταυτίζονται εντονότερα με το ιδεολογικό του στίγμα.
Δεν είναι τυχαίο ότι η Ιταλίδα πρωθυπουργός μετέβη ήδη, πριν δύο εβδομάδες, στη Φλόριντα, για ιδιωτική συνάντηση με τον νεοεκλογέντα πρόεδρο στη θερινή κατοικία του στο Μαρ-α-Λάγκο. Ο Τραμπ εξεθείασε τη Μελόνι, υπογραμμίζοντας ότι «είναι μια εξαιρετική γυναίκα», προσμετρώντας και στα θετικά χαρακτηριστικά της όμως το ότι «ταξίδεψε επί τόσες ώρες για να τον συναντήσει» και πως έτσι «του έδειξε μεγάλο σεβασμό».
Μόνη απέναντι σε... οδοστρωτήρα;
Η κεντροαριστερή αντιπολίτευση στη Ρώμη ζητά να μην υιοθετηθεί μονόπλευρη σχέση με την Ουάσιγκτον διότι, όπως υποστηρίζει, καμία χώρα της Ένωσης μόνη της δεν είναι σε θέση να πετύχει σημαντικές και επωφελείς συμφωνίες με τη νέα διοίκηση Τραμπ. Η Τζόρτζια Μελόνι όμως με τη στάση της αυτή ελπίζει προφανώς να ενισχύσει τον ρόλο της Ιταλίας στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χάρις και στον «φιλικό και εκτός πρωτοκόλλου διάλογο» με τον επιχειρηματία και νέο πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών.
Πρόκειται όμως για ένα στοίχημα το οποίο χαρακτηρίζεται από μεγάλο ποσοστό κινδύνου. Διότι η Ιταλία μπορεί να είναι - τουλάχιστον στη φάση αυτή - η σταθερότερη πολιτικά μεγάλη χώρα της ΕΕ. Το δημόσιο χρέος της όμως συνεχίζει να βρίσκεται σε ανησυχητικά υψηλό επίπεδο (137% του AΕΠ) και μια εμφανής αλλαγή πορείας, με τυχόν αμφισβήτηση της αναγκαίας συνεργασίας όλων των κρατών-μελών με τις Βρυξέλλες, θα μπορούσε να την οδηγήσει σε απρόβλεπτα, όσο και επικίνδυνα μονοπάτια.