Κολλητοί ήταν πριν από χρόνια ο εκλιπών ιμάμης και χαρισματική μορφή Φετουλάχ Γκιουλέν με τον ισχυρό άνδρα του Βοσπόρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Ο θάνατος του Γκιουλέν σε ηλικία 83 ετών ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στην πολιτική ιστορία της Τουρκίας, όπως γράφει η γερμανική εφημερίδα Bild. Στα σημερινά πρωτοσέλιδα, η απώλειά του μονοπωλεί το ενδιαφέρον των ΜΜΕ της γείτονας και όχι μόνο.
Οι δύο άνδρες είχαν άλλοτε μία ισχυρή φιλία... Ωστόσο η σχέση τους άρχισε να ψυχραίνεται με την πάροδο του χρόνου, καθώς οι φιλοδοξίες Γκιουλέν - Ερντογάν άρχισαν να έρχονται σε σύγκρουση.
Ενδεικτικός είναι ο τίτλος της σημερινής τουρκικής εφημερίδας Ηaber, που εμπνεύστηκε από αυτόν του ισλαμιστικού περιοδικού «Yeni Akit». Η φωτογραφία με τους Γκιουλάν - Ερντογάν είναι αξιοσημείωτη, αν όχι θρυλική... «Το κόμμα του Ερντογάν AKP ήταν αυτό που που έσωσε τον Γκιουλέν», γράφει το περιοδιό.
Το άρθρο της ισλαμιστικής εφημερίδας κάνει μία ιστορική αναδρομή από τις 29 Νοεμβρίου του 2011, τότε που όλα ήταν μέλι - γάλα μεταξύ των Γκιουλενιστών και των υπολοίπων Ισλαμιστών του κόμματος του Ερντογάν.
Στις 17 Δεκεμβρίου του 2011, αυτό έμελλε να αλλάξει ξαφνικά. Οι Γκιουλενιστές άρχισαν να διεξάγουν έρευνες σε σπίτια γιων πολιτικών, όπου βρήκαν εκατομμύρια σε μαύρο χρήμα κρυμμένα μέσα σε κουτιά παπουτσιών.
Ο Ερντογάν όπως και ο μεγαλύτερος γιος του ήταν ένα από τα... θύματα της εφόδου, γεγονός που αμαύρωσε την εικόνα τους. Οι γκιουλενιστές ισλαμιστές είχαν απογυμνώσει τον «βασιλιά» Ερντογάν, προκειμένου να δείξουν στον λαό πώς ο ο ίδιος έφτασε στο σημείο να χρησιμοποιήσει τον γιο του για να αποκτήσει τεράστια περιουσία.
Σε κάθε περίπτωση, ο Ερντογάν δεν μπόρεσε να ανεχτεί αυτή την ταπείνωση και ξεκίνησε ένα κυνήγι μαγισσών εναντίον των Γκιουλενιστών.
Μετά το «πραξικόπημα» της 15ης Ιουλίου του 2016, το οποίο φέρεται να ενορχηστρώθηκε από τον Γκιουλέν, τίποτε δεν σταμάτησε τον Τούρκο ηγέτη και οι διώξεις σε βάρος του Φετουλάχ και των μελών του εντάθηκαν. Έκτοτε όλοι οι Γκιουλενιστές θεωρούνται τρομοκράτες και εχθροί του κράτους από το καθεστώς του κυβερνώντος κόμματος AKP.
Ωστόσο, η δίωξη των Γκιουλενιστών και το γεγονός ότι ήταν πλέον αντίπαλοι του Ερντογάν είχε προκαλέσει κάποια συμπάθεια για το ισλαμιστικό κίνημα στη Δύση.
Σε αντίθεση με πολλούς προλετάριους του κόμματος του Ερντογάν, οι Γκιουλενιστές είναι έξυπνοι και καλά μορφωμένοι ισλαμιστές, όπως αναφέρει ο τουρκικός Τύπος.
Ενδεικτική είναι η φωτογραφία του ισλαμιστικού περιοδικού «Yeni Akit» που δείχνει στα αριστερά τον Τούρκο ηγέτη Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, όταν ήταν νέος, έχοντας στο πλευρό του τον πρώην σύμμαχό του, ηγέτη της ισλαμιστικής αίρεσης Φετουλάχ Γκιουλέν.
Το 1999, μια ομιλία με κρυφή κάμερα από τον ηγέτη Γκιουλέν μεταδόθηκε στον τηλεοπτικό σταθμό ATV. Λίγες ώρες αργότερα, ο ίδιος αποχώρησε από την Τουρκία και εγκαταστάθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Ακολουθεί η μετάφραση αυτής της ομιλίας:
«Πρέπει να επεκτείνετε τις θέσεις στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και Εσωτερικών που έχετε στα χέρια σας», έλεγε ο Γκιουλέν απευθυνόμενος στην κυβέρνηση Ερντογάν.
«Αυτές οι θέσεις είναι η εγγύηση μας για το μέλλον. Ωστόσο, τα μέλη της κοινότητας δεν πρέπει να αρκούνται σε θέσεις όπως αυτές των δικαστών ή των διοικητών περιφερειών. Για να φτάσετε στα ανώτερα όργανα του κράτους, χωρίς να γίνετε γνωστοί, πρέπει να πάτε πιο μακριά και να ανακαλύψετε τα κρίσιμα σημεία του συστήματος.
Δεν επιτρέπεται να αλληλεπιδράτε με αυτούς που βρίσκονται στην εξουσία και με αυτούς που είναι 100% εναντίον μας, ούτε να έχετε ανοιχτό διάλογο μαζί τους, όπως επίσης και να μην πολεμάτε. Αν οι φίλοι μας αποκαλυφθούν πολύ νωρίς, τότε ο κόσμος θα συντρίψει τα κεφάλια τους και οι μουσουλμάνοι θα βιώσουν κάτι παρόμοιο με αυτό που συνέβη στην Αλγερία.
Όσοι από εμάς είμαστε σε αυτήν σε αυτή την πλευρά της ιστορίας, πρέπει να συμπεριφερόμαστε σαν διπλωμάτες, σαν να κυβερνάμε ολόκληρο τον κόσμο, μέχρι να πετύχουμε τη δύναμη να είμαστε σε θέση να τον γεμίσουμε με τις δικές μας δυνάμεις και να καταλάβουμε την εξουσία. Σε όλα τα συνταγματικά όργανα ως μέρος της τουρκικής κρατικής δομής».
Μετά την άνοδο του κόμματος Ερντογάν στην εξουσία, στο οποίο συμμετείχαν πολλοί γκιουλενιστές, αυτά τα λόγια έγιναν πράξη. Οι γκιουλενιστές εισαγγελείς, τους οποίους ο Ερντογάν ανέφερε ως «οι εισαγγελείς του», διεξήγαγαν δίκες εναντίον πρώην υψηλόβαθμων αξιωματικών με βάση εντελώς ψευδείς ιστορίες και δηλώσεις. Μερικοί από αυτούς τους αξιωματικούς απεβίωσαν στη φυλακή και μάλιστα εξέτισαν άδικα την ποινή τους.
Στο πάρκο Γκεζί, ωστόσο, ο Γκιουλέν άσκησε δημόσια κριτική για πρώτη φορά εναντίον του ισλαμιστή Ερντογάν, ο οποίος χρησιμοποίησε δυσανάλογη βία κατά των διαδηλωτών. Για άλλους ο Φετουλάχ Γκιουλέν ήταν πραξικοπηματίας και «δάκτυλος» των Αμερικάνων.
Ποιος ήταν ο Φετουλάχ Γκιουλέν
Ο ιμάμης έφυγε από τη ζωή στην Πενσυλβάνια όπου ζούσε αυτοεξόριστος από το 1999 σε ηλικία 83 ετών. Γεννημένος το 1941, υπήρξε ένας απλός ιμάμης για το πρώτο μισό της ζωής του.
Αφού εγκατέλειψε το κήρυγμα το 1981, επικεντρώθηκε από το θρησκευτικό στο... κοινωνικό λειτούργημα. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980 και του 1990, ίδρυσε πλήθος επιχειρήσεων, χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και σχολείων και παράλληλα αύξησε την επιρροή του στην κοινωνία των πολιτών - όπως και τους υποστηρικτές του οπαδούς του.
Το 1999 - κι ενώ «έτρεχε» έρευνα σε βάρος του. ο Γκιουλέν εγκατέλειψε την Τουρκία και αυτοεξορίστηκε στην Πενσυλβάνια των ΗΠΑ.
Το 2000, κρίθηκε ένοχος, ερήμην, για σχέδιο ανατροπής της κοσμικής - ακόμη τότε - κυβέρνησης. Τον κατηγόρησαν πως διόριζε δημόσιους υπαλλήλους σε διάφορα κυβερνητικά γραφεία, ένα κατηγορητήριο το οποίο θα επέστρεφε να τον «στοιχειώσει» ξανά δέκα χρόνια αργότερα.
Το 2002, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έγινε πρωθυπουργός με το νεοσύστατο τότε Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ).
Οι κοσμικοί κατέβασαν το κεφάλι με αυτή την εξέλιξη, ωστόσο κανείς δεν μπορούσε ακόμη να παραβλέψει την ανάπτυξη της τουρκικής οικονομίας στις αρχές της δεκαετίας του 2000, η οποία θεωρητικά σημειώθηκε υπό την ηγεσία του ΑΚΡ.
Την ίδια ώρα οι ισλαμιστικές ιδέες του κόμματος Ερντογάν γίνονταν όλο και περισσότερο «νόρμα» στη χώρα. Στο πλαίσιο αυτό, Ερντογάν και Γκιουλέν αποφάσισαν ότι θα μπορούσαν να ξεκινήσουν μια «στρατηγική εταιρική σχέση».
Αφού επανεξελέγη το 2007 με ισχυρότερη εντολή, το ΑΚΡ υπό την ηγεσία του Ερντογάν έδειξε την προθυμία του να συνεργαστεί με τον ιμάμη και το παγκόσμιο κίνημά του.
Ο Γκιουλέν είχε δημιουργήσει μια θεαματική επιχειρηματική αυτοκρατορία στα χρόνια που πέρασαν μετά την αυτοεξορία του.
Το δίκτυο των ΜΜΕ που είχε στην Τουρκία και το εξωτερικό είχε γίνει όλο και πιο ισχυρό, τα σχολεία του προετοίμαζαν την επόμενη γενιά ευσεβών αλλά και επιχειρηματικά σκεπτόμενων οπαδών του στην Τουρκία, ενώ οι τράπεζές του διευκόλυναν τη μεταφορά κεφαλαίων μεταξύ του δυτικού κόσμου και της Μέσης Ανατολής.
Η επιρροή του Γκιουλέν επεκτάθηκε και στην Κεντρική Ασία, όπου πρώην σοβιετικές δημοκρατίες όπως το Τουρκμενιστάν, το Αζερμπαϊτζάν, το Ουζμπεκιστάν, καθώς και άλλα τουρκόγλωσσα έθνη υποδέχονταν με θέρμη κάθε είδους εξωτερική βοήθεια.
Οι εφημερίδες και οι τηλεοπτικοί σταθμοί του Γκιουλέν εμφανίστηκαν ξαφνικά να υποστηρίζουν την εκλογική υποψηφιότητα του Ερντογάν το 2011- παρά το γεγονός ότι το κίνημα υποστήριζε ότι δεν επιδιώκει την εμπλοκή του στην πολιτική ζωή της χώρας.
Με την υποστήριξη του Γκιουλέν, το κόμμα του Ερντογάν κατάφερε να κερδίσει για ακόμη μια φορά.
Οι κοσμικές τάξεις έμειναν μακριά... ως παρατηρητές, βλέποντας την Τουρκία που γνώριζαν να μεταμορφώνεται σταδιακά σε ένα κράτος που ευνοούσε τη θρησκεία έναντι του διαχωρισμού κράτους-εκκλησίας, την οποία ο ιδρυτής της σύγχρονης Τουρκίας, Κεμάλ Ατατούρκ, είχε κατοχυρώσει συνταγματικά.
Η παγκόσμια κοινότητα φάνηκε υποκλίνεται σε αυτή την εξέλιξη, ευελπιστώντας ότι η Τουρκία θα «ανέβαινε» και θα γινόταν μια πραγματική γέφυρα μεταξύ του Ισλάμ και της Δύσης - μια νέα «Οθωμανική Αυτοκρατορία», όπως είχε αρχίσει να προπαγανδίζει ο Ερντογάν.
Για να πραγματοποιήσει αυτό το όραμα, ο Ερντογάν αφαίρεσε εξουσίες από τον στρατό, είτε με κοινοβουλευτική εντολή είτε με τη βία, φυλακίζοντας πολλούς στρατηγούς.
Εκείνοι που ανέλαβαν τις κενές πλέον στρατιωτικές θέσεις έτειναν συνήθως να είναι πιο επιεικείς και φιλόξενοι προς το Ισλάμ, ενώ ένας μεγάλος αριθμός από αυτούς φέρεται να είχε επηρεαστεί από τις διδασκαλίες του Γκιουλέν.
Μέχρι το 2013, ωστόσο, η αυτοκρατορία Ερντογάν-Γκιουλέν θα άρχιζε να καταρρέει, οδηγώντας σε βαθιές διαιρέσεις ολόκληρη τη χώρα.
Μόλις ένα χρόνο μετά την έναρξη της τρίτης θητείας του, το κόμμα Ερντογάν βρέθηκε ξαφνικά μπλεγμένο σε μια υπόθεση διαφθοράς, στην οποία ενεπλάκησαν «ηχηρά» ονόματα, συμπεριλαμβανομένης της ίδιας της οικογένειάς του.
Η κυβέρνηση υποστήριξε ότι το σκάνδαλο αυτό είχε ως ενορχηστρωτή τον Γκιουλέν, που έβαλε στο μάτι τον Τούρκο πρόεδρο, ως αντίποινα για το ότι αυτός προσπάθησε να περιορίσει την επιρροή του.
Οι αποκαλύψεις διαφθοράς του 2013 - ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα στη σύγχρονη τουρκική ιστορία, ενέπνευσαν τις διαδηλώσεις στο πάρκο Γκεζί, τις οποίες ο Ερντογάν κατέπνιξε με αδιανόητη βία αφήνοντας πίσω 22 νεκρούς.
Τότε στράφηκε και κατά του άλλοτε συμμάχου του, κατηγορώντας τον για δεύτερη φορά ότι προσπαθούσε να διεισδύσει στις κρατικές δομές και να ανατρέψει την κυβέρνηση υποστηρίζοντας τις διαδηλώσεις.
Κάπως έτσι εδραιώθηκε η εικόνα του Γκιουλέν ως ανατρεπτικού ισλαμιστή, ενός εχθρού του κράτους, τον οποίο ο Ερντογάν κατηγόρησε ότι προσπαθήσει να δημιουργήσει ένα «κράτος εν κράτει».
Μεταξύ των ετών 2011 και 2015, ο εμφύλιος της Συρίας μονοπώλησε την πολιτική ζωή της Τουρκίας γεγονός που σήμανε από τη μια πλευρά την εισροή εκατομμυρίων προσφύγων και από την άλλη, την αλλαγή των συσχετισμών με την εξουσία.
Η απόπειρα πραξικοπήματος του 2016
Στις 15 Ιουλίου του 2016, μια ομάδα περίπου 10.000 στρατιωτών εξαπέλυσε απόπειρα πραξικοπήματος, καταγέλλοντας το έλλειμμα ηγεσίας εν μέσω της συνεχιζόμενης κρίσης στην Τουρκία.
Ο σχεδιασμός και η εκτέλεση είχαν μεγάλα κενά και η απόπειρα πραξικοπήματος απέτυχε μέσα σε 12 ώρες. Ωστόσο, περισσότεροι από 250 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους εκείνο το βράδυ. Η κυβέρνηση της Άγκυραςισχυρίστηκε αμέσως ότι το κίνημα του Γκιουλέν βρισκόταν πίσω από το αποτυχημένο πραξικόπημα. Ορισμένοι από τους στρατιώτες που συνελήφθησαν μετά την απόπειρα πραξικοπήματος ομολόγησαν ότι έπαιρναν εντολές από τον Γκιουλέν, αν και είναι άγνωστο κάτω από ποιες συνθήκες μπορεί να έγιναν αυτές οι «ομολογίες», καθώς υπήρξαν μαζικές καταγγελίες για βασανιστήρια. Το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Anadolu διεξήγαγε τότε μια επίμονη εκστρατεία για να διαδώσει την επίσημη κυβερνητική αφήγηση σχετικά με την απόπειρα πραξικοπήματος, την οποία η συντριπτική πλειοψηφία των διεθνών ειδησεογραφικών οργανισμών εξακολουθεί να απορρίπτει.
Τις επόμενες ημέρες, ο Ερντογάν κήρυξε την Τουρκία σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, η οποία έκτοτε παρατάθηκε δύο φορές, προκειμένου να «εξαλειφθεί» κάθε επιρροή της FETO (ακρωνύμιο για το Fethullah Terrorist Organization).
Η Άγκυρα προσπάθησε παράλληλα να πετύχει την έκδοση του ιμάμη από τις ΗΠΑ, ενώ ζήτησε επανειλημμένα από πολλές ξένες κυβερνήσεις να κλείσουν κάθε οργάνωση του Γκιουλέν που δραστηριοποιείται στο εξωτερικό.
Η εσωτερική διένεξη με τον Γκιουλέν «πάγωσε», τουλάχιστον φαινομενικά, ωστόσο κάποιες από τις επιχειρήσεις του στην Τουρκία αναγκάστηκαν να βάλουν λουκέτο. Ο ίδιος ο Γκιουλέν αρνήθηκε κατηγορηματικά οποιαδήποτε ανάμειξη στην απόπειρα πραξικοπήματος.
«Ως κάποιος που υπέφερε από πολλαπλά στρατιωτικά πραξικοπήματα τις τελευταίες πέντε δεκαετίες, είναι ιδιαίτερα προσβλητικό να κατηγορούμαι ότι έχω οποιαδήποτε σχέση με μια τέτοια απόπειρα», ανέφερε σε δήλωσή του.
Μετά το πραξικόπημα, τουλάχιστον 77.000 άνθρωποι συνελήφθησαν και 150.000 κρατικοί υπάλληλοι, μεταξύ των οποίων εκπαιδευτικοί, δικαστές και στρατιώτες, τέθηκαν σε διαθεσιμότητα. Εταιρείες και ΜΜΕ που θεωρήθηκαν ότι συνδέονται με τον Γκιουλέν έβαλαν λουκέτο.
Η πλειοψηφία των Τούρκων φαίνεται πράγματι να πίστεψε πως ο Γκιουλέν ήταν ο εγκέφαλος της απόπειρας πραξικοπήματος, ενώ αντιμετωπίζει το Κίνημα Χιζμέτ ως μια θρησκευτική αίρεση με μάλλον σκοτεινές προεκτάσεις.
Οι ίδιοι οι Γκιουλενιστές προτιμούν να παρουσιάζουν τους εαυτούς τους ως μεταρρυθμιστές, ακόμη και επαναστάτες.