Σύμφωνα με το Deutsche Welle και τον Στέφανο Γεωργακόπουλο, οι υποστηριζόμενοι από το Ιράν αντάρτες Χούθι επεκτείνουν, παράλληλα στις επιθέσεις στην Ερυθρά Θάλασσα, την κυριαρχία τους σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο. Mετά από ένα διάλειμμα περίπου δύο εβδομάδων οι αντάρτες Χούθι ξεκίνησαν ξανά τις πυραυλικές επιθέσεις εναντίον πλοίων στην Ερυθρά Θάλασσα, τα οποία συνδέονται με το Ισραήλ, τις Ηνωμένες Πολιτείες ή με χώρες-μέλη της διεθνούς συμμαχίας κατά των ανταρτών της Υεμένης. Οι αντάρτες ισχυρίζονται ότι οι επιθέσεις αποτελούν ένδειξη αλληλεγγύης προς τους δοκιμαζόμενους Παλαιστινίους στη Γάζα. Η στάση αυτή ενίσχυσε σημαντικά τη δημοτικότητά τους και τώρα οι Χούθι προσπαθούν να την εξαργυρώσουν θέτοντας υπό τον έλεγχό τους ολόκληρη την Υεμένη, η οποία είναι χωρισμένη μεταξύ των ανταρτών με πρωτεύουσα τη Σαναά και του Προεδρικού Συμβουλίου με πρωτεύουσα το Άντεν. Ο εμφύλιος στη χώρα μαίνεται εδώ και μια δεκαετία. Ξεκίνησε το 2014, όταν οι Χούθι ανέτρεψαν την κυβέρνηση της χώρας.
Ο Χισάμ αλ Ομέισι, αναλυτής διενέξεων, πρώην επικεφαλής του Κέντρου Πληροφοριακών Πόρων για την Υεμένη στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ των ΗΠΑ εξηγεί στο μικρόφωνο της DW: «Οι Χούθι αξιοποιούν τη δημοτικότητα που απέκτησαν σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο από τις επιθέσεις τους στην Ερυθρά Θάλασσα για να επεκτείνουν τον έλεγχό τους και να εδραιώσουν την κυριαρχία τους στα εδάφη της Υεμένης, όπου και ξεκίνησαν πρόγραμμα μαζικής στρατολόγησης μαχητών με πρόσχημα τον πόλεμο στη Γάζα. Παράλληλα προβάλλονται ως ηγέτιδα δύναμη των μουσουλμανικών και αραβικών εθνών».
H νόμιμη κυβέρνηση δεν έχει να αντιτάξει κάτι στους αντάρτες
Η δημοτικότητα των Χούθι ωστόσο δεν μεταφράστηκε σε βελτίωση της διακυβέρνησης σε ολόκληρη την εμπόλεμη χώρα, εκτιμά στην DW ο Τομά Ζινό, αναλυτής για τη Μέση Ανατολή και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Οτάβα του Καναδά: «Ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουν τους συμπολίτες τους έρχεται σε αντίθεση με την ανθρωπιστική και ηθική στάση που ισχυρίζονται ότι τηρούν στο παλαιστινιακό ζήτημα»
Ειδικοί πιστεύουν ότι αργά ή γρήγορα το τίμημα τερματισμού του εμφυλίου πολέμου στην χώρα θα είναι η αποδοχή των Χούθι ως κυρίαρχη δύναμη στην Υεμένη, παρά το γεγονός ότι επί χρόνια η διεθνής κοινότητα στήριζε τη νόμιμη κυβέρνηση της χώρας.
Ο αναλυτής Χισάμ αλ Ομέισι θεωρεί ότι η διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση της Υεμένης δεν είναι σε θέση να αποτρέψει εν τέλει την άνοδο των Χούθι: «Δυστυχώς, η κυβέρνηση της Υεμένης και το κίνημα κατά των Χούθι δεν κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα ενιαίο και ισχυρό μέτωπο ικανό να καταπολεμήσει τους αντάρτες. Μόνο όμως έτσι θα ανακόπτονταν η πορεία καθιέρωσης και αποδοχής των ανταρτών».