Ένας Μαυριτανός πολίτης ο οποίος είχε κατηγορηθεί για τρομοκρατία, συνελήφθη και φυλακίστηκε άδικα, όπως προέκυψε, για 14 χρόνια στη βάση του αμερικανικού Πολεμικού Ναυτικού στο Γουαντανάμο.
Η ιστορία του περιγράφεται στο επιτυχημένο φιλμ που κυκλοφόρησε το 2021 (The Mauritanian, σε σκηνοθεσία Κέβιν Μακντόναλντ). Ο πρώην φυλακισμένος κατέθεσε αγωγή εναντίον των αρχών του Καναδά, που ευθύνονται κατ’ αυτόν για την κράτησή του.
Ο Μοχαμαντού Ουλντ Σλάχι, 51 ετών σήμερα, θεωρεί ότι οι «λανθαμένες πληροφορίες» που δόθηκαν από τις αρχές του Καναδά για την περίοδο που ήταν μόνιμος κάτοικος Μόντρεαλ οδήγησαν στη φυλάκισή του, σύμφωνα με την προσφυγή του, που υποβλήθηκε την Παρασκευή και συμβουλεύθηκε το Γαλλικό Πρακτορείο.
Ζητεί αποζημίωση 35 εκατομμυρίων καναδικών δολαρίων (25,5 εκατ. ευρώ) για τις ζημίες που υπέστη, συνυπολογιζομένων των τόκων.
Ο άνδρας υποστηρίζει ότι ψευδή στοιχεία που έδωσαν οι καναδικές υπηρεσίες πληροφοριών στις αμερικανικές είχαν αποτέλεσμα την κράτησή του στην αμερικανική στρατιωτική φυλακή, όπου λέει πως υπέστη «βασανιστήρια και απερίγραπτη κακομεταχείριση»: δεσμοφύλακές του τον ξυλοκοπούσαν, τον υπέβαλαν σε στέρηση ύπνου, του είχαν επιτεθεί σεξουαλικά, απειλούσαν να τον εκτελέσουν...
Οι καναδικές αρχές, καταγγέλλει, κατόπιν «αποδέχθηκαν σιωπηρά» τα βασανιστήρια που υπέστη, φθάνοντας στο σημείο να «χρησιμοποιήσουν» πληροφορίες που περιέχονταν στις ομολογίες που του αποσπάστηκαν με αυτά.
«Η κράτηση και η κακομεταχείριση του Σλάχι παρατάθηκαν εξαιτίας της του ότι η αποδοχή και η χρησιμοποίηση ομολογιών που αποσπάστηκαν με βασανιστήρια από τις καναδικές αρχές επικύρωσαν τη συνέχιση των βασανισμών και της φυλάκισής του», επιχειρηματολογούν οι συνήγοροι του προσφεύγοντος στην αγωγή.
Ο Μοχαμαντού Ουλντ Σλάχι αφηγήθηκε την ιστορία του σε βιβλίο («Ημερολόγιο του Γκουαντάναμο») που γνώρισε εκδοτική επιτυχία, προτού μεταφερθεί στη μεγάλη οθόνη. Η ταινία, με τον Ταχάρ Ραχίμ και την Τζόντι Φόστερ στους πρωταγωνιστικούς ρόλους, παρουσιάζει με ακρίβεια τις ακραίες συνθήκες στην αμερικανική στρατιωτική βάση.
Παρέμεινε στο Γουαντανάμο, χωρίς να προσαχθεί σε δίκη, από το 2002 ως το 2016. Μετά τη σύλληψή του το 2011 στη Μαυριτανία, φυλακίστηκε στην Ιορδανία και στο Αφγανιστάν προτού μεταχθεί στο Γουαντάναμο. Αναφέρεται στο βιβλίο του στην «παγκόσμια περιοδεία βασανιστηρίων και ταπείνωσης» που έζησε.
Οι αμερικανικές αρχές τον είχαν κατηγορήσει πως ήταν μέλος της Αλ Κάιντα, ότι συμμετείχε στον λεγόμενο «πυρήνα του Αμβούργου» (Γερμανία), που κατ’ αυτές συνδεόταν με τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στη Νέα Υόρκη και στο Πεντάγωνο.