Η ταραχώδης σχέση της με τη θρησκεία και η στροφή στο Ισλάμ, πριν την μεγαλύτερη απώλεια της ζωής της
Οι νεότεροι τείνουν να προσπερνούν το όνομά της και τα δεινά με τα οποία αυτό, πλέον, συνδέεται. Απόπειρες αυτοκτονίας, εγκλεισμοί σε ψυχιατρικές κλινικές, συναυλίες που ακυρώθηκαν σχέδια επαγγελματικής επανεκκίνησης που δεν ευοδώθηκαν και δραματικές εκκλήσεις περί εξαντλητικής φτώχειας και αφόρητης μοναξιάς. Και όλα αυτά παρά τους τέσσερις γάμους και τα τέσσερα παιδιά. Και τώρα η αυτοκτονία του 17χρονου γιού της.
Η Σίνιντ Ο Κόνορ μοιάζει εδώ και χρόνια να συνομιλεί με το θάνατο. Αντιμέτωπη με δαίμονες, κάτω από το βάρος της ακυρωμένης ύπαρξης της και του απολεσθέντος άστρου που κάποτε την εξύψωσε στα ουράνια. Μόνο όσοι ενθυμούνται την κρυστάλλινη αισθαντική φωνή της, το εκπληκτικό βίντεο κλιπ της μεγαλύτερης της επιτυχίας "Nothing Compares 2 U" και το απερίγραπτης ομορφιάς πρόσωπό της, είναι σε θέση να συλλάβουν το μέγεθος της πτώσης της πάλαι ποτέ δημοφιλούς τραγουδίστριας. Οπτικά εντυπωσιακή, φωνητικά μοναδική και διάσημη, ώστε να αρκεί η προσφώνηση μονάχα του πρώτου ονόματός της, παραμένει ένα μουσικό φαινόμενο. Πάνω από όλα, όμως, αποτελεί μία ακόμα σύγχρονη τραγωδία της μουσικής βιομηχανίας.
Τη στιγμή που η 24χρονη Σινέντ ο Κόνορ πουλούσε εκατομμύρια δίσκους, ασφυκτιούσε στα ασφυκτικά ρούχα της «ποπ σταρ». Ποτέ δεν μπήκε σε αυτά, επιλέγοντας να οργανώνει συναυλίες για τους Κούρδους πρόσφυγες. Πολιτικοποιημένη, αδέσποτη και Ιρλανδέζα μέχρι το μεδούλι δεν θύμιζε σε τίποτα όσες είχαν προηγηθεί και όσες τη διαδέχθηκαν. Για ελάχιστο διάστημα μονάχα συνέπλευσε με ένα κατεστημένο που ήλπιζε ότι και αυτή θα ενταχθεί. Το οριστικό διαζύγιο, όμως, με αυτό και κατά πολλούς το τέλος της καριέρας της ήρθε μετά από μία εμφάνισή της στην τηλεοπτική σατιρική εκπομπή Saturday Night Live. Από εκεί περνούν εδώ και δεκαετίες οι διασημότεροι και πιο επιτυχημένοι καλλιτέχνες. Τα λίγα λεπτά που εμφανίζονται στη διάρκεια και στο τέλος του σόου, αποτελούν την απόλυτη αναγνώριση. Εκείνη αποφάσισε να την αξιοποιήσει, ερμηνεύοντας a cappella το αντιπολεμικό τραγούδι του Μπομπ Μάρλεϊ «War». Άλλαξε κάποιους στίχους και έσκισε μία φωτογραφία του Πάπα Ιωάννη Παύλου ΙΙ ζωντανά στην αμερικανική τηλεόραση. «Πολεμήστε τον αληθινό εχθρό», είπε στην κάμερα, προτού εκείνη απομακρυνθεί και το σόου διακοπεί εσπευσμένα από διαφημίσεις. Οι πόρτες της μουσικής βιομηχανίας έκλεισαν το ίδιο γρήγορα. Δεκαετίες αργότερα, διαβάζοντας κανείς την αυτοβιογραφία της, η Σινέντ ο Κόνορ δεν δείχνει να έχει μετανιώσει για τίποτα. «Αισθάνομαι ότι η επιτυχία ρεκόρ που έκανα καθυστέρησε την καριέρα μου», γράφει, «και το σχίσιμο της φωτογραφίας με έφερε πίσω στον σωστό δρόμο». Παρόλα αυτά, παραδέχεται ότι ήταν μία τραυματική εμπειρία.
Ακριβώς όπως ήταν και η παιδική της ηλικία. Οι γονείς της χώρισαν όταν ήταν μικρή και εκείνη ακολούθησε τη μητέρα της. Ήταν μία δύσκολη συνύπαρξη. Σύμφωνα με όσα έχει περιγράψει την κακοποιούσε συστηματικά. «Κέρδισα το βραβείο στο νηπιαγωγείο επειδή μπορούσα να κουλουριάζομαι και να γίνομαι το πιο μικρό μπαλάκι, αλλά ο δάσκαλός μου δεν έμαθε ποτέ γιατί μπορούσα να το κάνω τόσο καλά». Ο πρόωρος θάνατος της μητέρα της σε τροχαίο δεν επέτρεψε ποτέ να επέλθει μία είδους συμφιλίωσης.
Μετά το επεισόδιο με τη φωτογραφία, ακολούθησε το γιουχάρισμα που της επεφύλαξε το κοινό, αλλά και πολλοί διάσημοι συνάδελφοί της, μεταξύ των οποίων και ο Φρανκ Σινάτρα, σε μία συναυλία για τα 30 χρόνια καριέρας του Μπομπ Ντίλαν. Και κάπου εκεί αρχίζει η κατρακύλα. Η Κόνορ κατηγορεί το σύστημα, το οποίο της φόρεσε την ταμπέλα της «τρελής» επειδή ποτέ δεν αποδέχθηκε τους όρους του. Η πραγματικότητα είναι ότι έκανε ό,τι μπορούσε για να επιβεβαιώσει τις φήμες αυτές. Νοσηλεύτηκε σε διάφορα ψυχιατρικά ιδρύματα. Πραγματοποίησε αμφιλεγόμενες τηλεοπτικές και διαδικτυακές παρεμβάσεις, στις οποίες κατηγορούσε την οικογένειά της. Εξαφανίστηκε, εκφράστηκαν φόβοι για τη ζωή της. Βρέθηκε τελικά. Κατέληξε να ζει φτωχικά σε ένα μικρό ορεινό χωριό στην πατρίδα της, την Ιρλανδία.
Αν και βρίσκεται μόλις λίγα λεπτά από τους πρώην συντρόφους της, τον πατέρα, τα αδέλφια και τα παιδιά της είναι μόνη. Έχει ασπαστεί το Ισλάμ και φοράει χιτζάμπ.
Η αυτοκτονία του γιού της είναι το τελευταίο και σφοδρότερο χτύπημα. Ο 17χρονος Σέιν απαγχονίστηκε. Αντιμετώπιζε εδώ και χρόνια βαριά ψυχιατρικά προβλήματα. Είχε, μάλιστα, νοσηλευτεί στο παρελθόν, ενώ πριν λίγα χρόνια πάλι είχαν εκφραστεί φόβοι για τη ζωή του. Αυτή τη φορά, όμως, οι χειρότεροι φόβοι της οικογένειας επιβεβαιώθηκαν δύο ημέρες αφότου το έσκασε από το ψυχιατρικό νοσοκομείο που βρισκόταν και το ειδικό πρόγραμμα παρακολούθησης. Ευθύνες στις ιρλανδικές αρχές επιρρίπτει η τραγουδίστρια για την τραγική αυτή εξέλιξη. «Ο Θεός να συγχωρέσει το Ιρλανδικό κράτος γιατί εγώ σίγουρα δεν θα το κάνω». Σε διάφορες αναρτήσεις αναφέρει ότι ο γιός της έμαθε να δένει το σκοινί με το οποίο πήρε τη ζωή του, βλέποντας ειδικά βίντεο από την κλινική.
Όπως και να έχει, η Σινέντ ο Κόνορ βιώνει την απόλυτη τραγωδία μίας μάνας. Πόσο μάλλον μίας που εδώ και χρόνια βρίσκεται βυθισμένη στη δική της προσωπική απόγνωση. Το πρόσωπο της στο βίντεο κλιπ που την έκανε γνωστή τρεις δεκαετίες νωρίτερα αποτελεί μία αναλαμπή σε μία διαδρομή λουσμένη στο απόλυτο σκοτάδι…