Η Ευρωπαϊκή Ένωση σχεδιάζει να διοργανώσει τις πρώτες στρατιωτικές ασκήσεις στην ιστορία της το 2023, γράφει σήμερα η ισπανική εφημερίδα El Pais, επικαλούμενη πληροφορίες που περιέχονται μέλη της επιτροπής ασφάλειας της ένωσης.
Το εμπιστευτικό έγγραφο, αναφέρει την απαίτηση για αύξηση του στρατιωτικού δυναμικού της ΕΕ προκειμένου να διαθέτει τις απαραίτητες δυνάμεις για να προωθήσει την κοσμοθεωρία της και να προστατεύσει τα συμφέροντά της.
«Από το 2023, θα διοργανώνουμε τακτικά στρατιωτικές ασκήσεις, συμπεριλαμβανομένων ναυτικών ασκήσεων. Οι ασκήσεις έχουν σχεδιαστεί για να συμβάλουν στη δημιουργία μιας ευρωπαϊκής δύναμης ταχείας αντίδρασης, η οποία έως το 2025 μπορεί να αριθμεί έως και 5 χιλιάδες στρατιώτες.
Θα συνεχίσουμε να διεξάγουμε τακτικές ασκήσεις για να ενισχύσουμε την αμοιβαία μας βοήθεια σε περίπτωση ένοπλης επίθεσης», αναφέρει το έγγραφο.
Σημειώνεται ότι οι λεπτομέρειες της πρωτοβουλίας θα παρουσιαστούν σε συναντήσεις των ΥΠΕΞ και ΥΠΑΜ της κοινότητας.
Το νέο επικαιροποιημένο σχέδιο για την άμυνα της ΕΕ που ονομάζεται “Στρατηγική Πυξίδα της ΕΕ” θα εγκριθεί την άνοιξη του 2022, όπως ανέφερε πρώτο το ΠΕΝΤΑΠΟΣΤΑΓΜΑ
Το κάλεσμα για έναν ευρωπαϊκό στρατό, είναι μέρος μιας προσπάθειας της Ευρώπης για να επιτύχει «στρατηγική αυτονομία» από τις Ηνωμένες Πολιτείες, και ελέγχεται από τον Γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, ο οποίος ελπίζει για την επανεκλογή του, και θέλει να αντικαταστήσει την απερχόμενη Γερμανίδα καγκελάριο Α. Μέρκελ ως ντε φάκτο ηγέτη της Ευρώπης.
Πολλά κράτη μέλη της ΕΕ διαφωνούν με τον Μακρόν. Οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, ορισμένες από τις οποίες αντιμετωπίζουν απειλές από τη Ρωσία, γνωρίζουν ότι ούτε η ΕΕ αλλά ούτε και η Γαλλία, μπορούν να ανταποκριθούν στις στρατιωτικές δυνατότητες που προσφέρουν το ΝΑΤΟ και οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Άλλες χώρες ανησυχούν για μια πληθώρα θεμάτων που αφορούν το οικονομικό κόστος και την εθνική κυριαρχία.
«Εάν ο στρατός της ΕΕ υπονομεύσει το ΝΑΤΟ ή καταλήξει στον διαχωρισμό ΗΠΑ και Ευρώπης, η Ευρώπη θα διαπράξει την πιο λανθασμένη και επικίνδυνη πράξη μετά την άνοδο του φασισμού τη δεκαετία του 1930.
Ένας στρατός της ΕΕ θα ισοδυναμούσε με ευρωπαϊκό αφοπλισμό», ανέφερε ο Μπομπ Σίλι, βουλευτής των Τόρις.
«Θα είναι δύσκολο να πειστούν ορισμένα κράτη μέλη ότι η συλλογική άμυνα της ΕΕ θα προσέφερε την ίδια ασφάλεια με την αμυντική συμφωνία του ΝΑΤΟ που υποστηρίζεται από τις ΗΠΑ», δήλωσε ο Richard Whitman, καθηγητής πολιτικής και διεθνών σχέσεων στο Πανεπιστήμιο του Κεντ.
"Λίγοι συμμερίζονται την προθυμία της Γαλλίας να υπερασπιστεί την άμυνα της ΕΕ (Η Γερμανία, ειδικά, δεν θα το κάνει.) Κανείς δεν συμφωνεί τι σημαίνει στην πραγματικότητα με την "στρατηγική αυτονομία. Η ΕΕ δεν είναι ένα αξιόπιστο υποκατάστατο του ΝΑΤΟ. Δεν θα δείτε καμία θετική στάση για τον ευρωπαϊκό στρατό μεταξύ των κρατών μελών", δήλωσε ο Kristjan Mäe, επικεφαλής του τμήματος ΝΑΤΟ και ΕΕ στο υπουργείο άμυνας της Εσθονίας.
«Ακόμη κι αν τα κράτη μέλη ήθελαν να δημιουργήσουν έναν κοινό στρατό, τότε θα εμφανίζονταν τόσες τεχνικές, νομικές και διοικητικές διαφορές μεταξύ των ενόπλων δυνάμεων τους, που θα απαιτούνταν δεκαετίες για να δημιουργηθεί μια κοινή ευρωπαϊκή δύναμη.
Οποιαδήποτε συζήτηση για τη δημιουργία ενός πλήρους κοινού στρατού στην ΕΕ είναι μη πραγματικό», αναφέρει ο Brooks Tigner, αναλυτής στο ινστιτούτο Atlantic Council.
Οι Ευρωπαίοι φεντεραλιστές όμως επιδιώκουν να μετατρέψουν την Ευρωπαϊκή Ένωση των 27 μελών σε ένα ευρωπαϊκό υπερκράτος - τις λεγόμενες Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης - για αυτό και σχεδιάζουν την δημιουργία ενός ευρωπαϊκού στρατού.
Ο Μακρόν ισχυρίζεται ότι η Ευρώπη χρειάζεται τον δικό της στρατό γιατί, σύμφωνα με τον ίδιο, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν είναι πλέον αξιόπιστος σύμμαχος.
Ο ίδιος ανέφερε ως παραδείγματα, την αιφνιδιαστική απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν, την αυξανόμενη πίεση στην Ευρώπη να πάρει το μέρος στην κόντρα των ΗΠΑ με την Κίνα· και τον αποκλεισμό της Γαλλίας από μια νέα συμμαχία ασφαλείας στην περιοχή Ινδο-Ειρηνικού.
Η ουσία όμως σε όλα αυτά παραμένει, αφού αρκετοί ζητούν την δημιουργία ευρωπαϊκού στρατού, ενώ αρκετοί δεν την επιθυμούν.
Εκτιμάται ότι οι επερχόμενες εξελίξεις και και κυρίως η κλιμάκωση της κόντρας ΗΠΑ-Ρωσίας θα επιφέρει πιθανότατα θετικά αποτελέσματα στην πρόταση Μακρόν, αφού η Ευρώπη δεν επιθυμεί να γίνει ξανά θέατρο συγκρούσεων ανάμεσα στις δύο πλευρές, πληρώνοντας ξανά βαρύ τίμημα μετά το 1945.