Με όλες τις ψήφους να έχουν καταμετρηθεί από τις εφορευτικές επιτροπές, οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD) και ο Όλαφ Σολτς είναι οι μεγάλοι νικητές στις Γερμανικές εκλογές.
Το SPD συγκεντρώνει το 25,7% των ψήφων των γερμανικών εκλογών, το καλύτερο αποτέλεσμα που έχει καταγράψει εδώ και πολλά χρόνια, ενώ ο συνασπισμός CDU/CSU υπό τον Άρμιν Λάσετ έλαβε 24,1% (–8,9% σε σύγκριση με τις προηγούμενες εκλογές), σημειώνοντας τη χειρότερη επίδοση στην ιστορία τους, έπειτα από 16 χρόνια στην κυβέρνηση.
Οι Πράσινοι καταγράφουν το υψηλότερο ποσοστό από ιδρύσεως του κόμματος, εξασφαλίζουν το 14,8% των ψήφων και αναδεικνύονται σε τρίτη δύναμη της Μπούντεσταγκ, της ομοσπονδιακής κάτω Βουλής.
Το κόμμα των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP) βελτιώνει τη θέση του, συγκεντρώνοντας το 11,5% των ψήφων. Το ξενοφοβικό, ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) πέφτει από την τρίτη στην πέμπτη θέση, με το 10,3% των ψήφων. Το κόμμα Η Αριστερά πέφτει στο 4,9%.
Κανείς παντοδύναμος
Η κατάσταση δυσκολεύει από το γεγονός ότι κανένα κόμμα δεν αναδείχτηκε από τις κάλπες πανίσχυρο και αδιαμφισβήτητα κυρίαρχο στο πολιτικό σκηνικό.
Είναι κάτι, άλλωστε, που φάνηκε και από το γεγονός ότι ο Λάσετ, παρά την πανωλεθρία που υπέστη το κόμμα του, επέμεινε ότι είναι σε θέση να διεκδικήσει την ηγεσία της επόμενης κυβέρνησης, αντί του νικητή των εκλογών Σολτς.
Φυσικά, φάνηκε πως υπάρχουν καλές προθέσεις ανάμεσα στους πολιτικούς αρχηγούς, όπως και συνείδηση της κρισιμότητας της κατάστασης.
Τόσο για τη Γερμανία όσο και για την Ευρώπη – που αναμένει πολλά από το Βερολίνο – η οποία δεν επιτρέπει την πολυτέλεια των αέναων διαπραγματεύσεων.
Για του λόγου το αληθές, ο ηγέτης του FDP, Κρίστιαν Λίντνερ, έριξε το γάντι στην ομόλογό του των Πρασίνων, Αναλένα Μπέρμποκ. Την κάλεσε, συγκεκριμένα, οι αντιπροσωπείες των δύο κομμάτων να συναντηθούν πρώτα μεταξύ τους και να προσπαθήσουν να τα βρουν, έτσι ώστε στη συνέχεια να παρουσιάσουν ένα κοινό σχέδιο στον «μεγάλο» εταίρο τους – είτε αυτός είναι οι Σοσιαλδημοκράτες (το πιθανότερο) είτε οι Χριστιανοδημοκράτες και Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας.
Όλα τα σενάρια ανοιχτά
Ακόμη κι έτσι, ωστόσο, τα εμπόδια θα είναι πολλά και η πορεία δύσκολη.
Όσο για τα σενάρια που αφορούν στη σύνθεση της επόμενης κυβέρνησης, τίποτε δεν θα πρέπει να αποκλειστεί, ό,τι και να λέγεται σήμερα – εκτός από τη συμμετοχή της ακροδεξιάς Εναλλακτικής στη Γερμανία στην κυβέρνηση.
Ακόμη και ένας νέος «μεγάλος συνασπισμός» παραμένει ανοιχτός (αν και όχι ως πιθανότερο), με εναλλαγή ρόλων σε σύγκριση με τον απερχόμενο, που θα βρει το SPD και τον Σολτς στην θέση του οδηγού.
Με βάση όλα αυτά, δεν αποκλείεται το τυπικό τέλος της παρουσίας της Ανγκελα Μέρκελ στην καγκελαρία – και, κατά συνέπεια, στις συνόδους κορυφής της ΕΕ και σε όλα τα διεθνή φόρα – να παραταθεί επί αρκετούς μήνες.
Η αλήθεια, μάλιστα, είναι ότι ίσως να μην έχει και η ίδια αντίρρηση απέναντι σε ένα τέτοιο σενάριο.
Η αιτία δεν είναι άλλη από το γεγονός ότι για να γίνει η μακροβιότερη καγκελάριος σε απόλυτους αριθμούς, ξεπερνώντας τον προκάτοχο και μέντορά της Χέλμουτ Κολ, ο οποίος έμεινε στη συγκεκριμένη θέση επί 5.871 ημέρες, θα πρέπει να φτάσουμε στην 20ή Δεκεμβρίου.
Είναι και πάλι πριν τα Χριστούγεννα, άλλωστε, οπότε όλοι μπορούν να είναι ικανοποιημένοι…
Πικρό αποτέλεσμα για την κεντροδεξιά
Εκείνο που είναι, βέβαιο, προς το παρόν είναι ότι ο Λάσετ οδήγησε την κεντροδεξιά στη χειρότερη μεταπολεμικά εκλογική της επίδοση με απώλεια άνω των οκτώ ποσοστιαίων μονάδων σε σύγκριση με την αναμέτρηση προ τετραετίας. Μικρή παρηγοριά για τους Συντηρητικούς ότι δεν έπεσαν στο ναδίρ που προέβλεπαν πρόσφατες δημοσκοπήσεις, αλλά το αποτέλεσμα συνιστά όπως και να αναγνωστεί «στραπάτσο» για τη Χριστιανική Ένωση. Για τον επικεφαλής του Ινστιτούτου δημοσκοπήσεων Insa, Χέρμαν Μπίνκερτ, αυτό που κόστισε κυρίως στον Λάσετ ήταν το γέλιο του κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του ομοσπονδιακού προέδρου Φρανκ - Βάλτερ Σταϊνμάιερ στην περιοχή που επλήγη το καλοκαίρι από τις πλημμύρες. Όπως μάλιστα δείχνουν τα στοιχεία δημοσκόπησης του Ινστιτούτου Forsa για λογαριασμό του τηλεοπτικού σταθμού n-tv, το 52% θεωρεί ότι ο κ. Λάσετ ήταν «ο λάθος» υποψήφιος, ενώ το 25% ότι υπήρχε γενικότερη δυσαρέσκεια με την Χριστιανική Ένωση, η οποία υπέστη φθορά έπειτα από τόσα χρόνια στην εξουσία. Επιπλέον, το (εντυπωσιακό) 62% θεωρεί τον κ. Λάσετ υπεύθυνο για το αρνητικό αποτέλεσμα του κόμματος στις χθεσινές εκλογές.
Σε ό,τι αφορά στις μετακινήσεις ψηφοφόρων, η Ένωση έχασε περίπου 1,36 εκατομμύρια προς το SPD, το οποίο κέρδισε επίσης, μεταξύ άλλων, 590.000 ψηφοφόρους της Αριστεράς και 320.000 ψηφοφόρους οι οποίοι είτε ήταν νέοι, ή μέχρι τώρα απείχαν. Η Ένωση έχασε 900.000 ψηφοφόρους προς τους Πράσινους και 340.000 προς το FDP. Οι νέοι ψηφοφόροι κατά ποσοστό 23% ψήφισαν το FDP και κατά το 22% τους Πράσινους. Η εφημερίδα Handelsblatt σε σχόλιό της έκανε σκωπτικά λόγο για «ένα τέταρτο καγκελάριο», εξηγώντας ότι το καθένα από τα δύο μεγάλα λαϊκά κόμματα κέρδισε μόλις το ένα τέταρτο του εκλογικού σώματος. «Πάνω από το 70% δεν ψήφισε το κόμμα του μελλοντικού αρχηγού της κυβέρνησης. Τα δύο μεγάλα κόμματα έχουν εξαντληθεί ως προς το περιεχόμενο και το προσωπικό» τους, έκρινε.
Η επιστροφή των Σοσιαλδημοκρατών
Για τον Όλαφ Σολτς, από την άλλη, το εκλογικό αποτέλεσμα χαρακτηρίζεται θρίαμβος, αφού κατάφερε να «ξεκολλήσει» το SPD και να το επαναφέρει στην κορυφή. Εξ’ ου και οι πανηγυρισμοί των μελών και των οπαδών ενός κόμματος που μέχρι πριν από λίγους μήνες έδειχνε καθηλωμένο στο 15%, αλλά μετά από μια δυνατή προεκλογική καμπάνια, επικεντρωμένη στον Σολτς, πέτυχε την επιστροφή στο προσκήνιο.
Η μεγάλη επιτυχία του Όλαφ Σολτς ήταν ότι έπεισε τους Γερμανούς ψηφοφόρους ότι συμβολίζει τη συνέχεια και την αλλαγή ταυτόχρονα, ότι θα κρατήσει τα καλά της διακυβέρνησης Μέρκελ, αλλά παράλληλα θα προχωρήσει στις απαραίτητες διορθωτικές κινήσεις, μπολιάζοντας περισσότερη σοσιαλδημοκρατία στο DΝA της κυβέρνησης. Με αριστοτεχνικό τρόπο είχε προτάξει τις τελευταίες εβδομάδων το θέμα των συντάξεων, φιλοτεχνώντας ένα πιο αριστερό προφίλ.
Ανάμεικτα είναι τα συναισθήματα για τους Πράσινους που αναμένεται να πιάσουν ένα ποσοστό γύρω στο 15%. Δεδομένου ότι την περασμένη άνοιξη είχαν πάρει κεφάλι στις δημοσκοπήσεις ευθύς αμέσως μετά την ανακοίνωση της υποψηφιότητας της Αναλένα Μπέρμποκ, το αποτέλεσμα είναι κάπως απογοητευτικό, αν και συνιστά την καλύτερη επίδοσή τους ως τώρα. Για τη συμμετοχή τους σε μία μελλοντική κυβέρνηση θα ζητήσουν και εκείνοι σημαντικά ανταλλάγματα, σαφώς σημαντικότερα από το υπουργείο Εξωτερικών και το υπουργείο Περιβάλλοντος που είχαν πάρει το 1998 ως ένα κόμμα του 6,7% για να συμμετάσχουν στην πρώτη κυβέρνηση του σοσιαλδημοκράτη Γκέρχαρντ Σρέντερ. Ο ΓΓ των Πρασίνων, Μίχαελ Κέλνερ συνεχάρη το SPD για το «υπέροχο αποτέλεσμα» κλείνοντας έτσι το μάτι στον Σολτς να ξεκινήσει τις διαπραγματεύσεις για έναν συνασπισμό «φωτεινού σηματοδότη».
Οι Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας – αδελφό κόμμα της CDU – είχαν αποκλείσει πρόσφατα την πιθανότητα η κεντροδεξιά να επιχειρήσει σχηματισμό κυβέρνησης αν αναδειχθεί δεύτερη δύναμη, αλλά ο αρχηγός τους, Μάρκους Ζέντερ, μολονότι ότι η CSU έχασε έξι μονάδες στη Βαυαρία και περιορίστηκε στο 32,8% - το χειρότερο αποτέλεσμα του κόμματος εδώ και 70 χρόνια - δήλωσε χθες στην εφημερίδα Bild ότι η εντολή των ψηφοφόρων είναι πρώτα από όλα «όχι» σε κυβέρνηση SPD - Πρασίνων - Αριστεράς και «ναι» σε μια «αστική συμμαχία». «Η έκκλησή μου είναι προς τους Φιλελεύθερους και τους Πράσινους, να προσέλθουν σε συνασπισμό υπό την Χριστιανική Ένωση. Για να συμβεί αυτό πρέπει όλοι να βγουν από τη ζώνη ασφαλείας τους. Χρειαζόμαστε μια συμμαχία για πραγματική ανανέωση και εκσυγχρονισμό και δεν πιστεύω ότι με το SPD θα ήταν εφικτό κάτι τέτοιο», επέμεινε ο κ. Ζέντερ.
Απομένει πολλή και σκληρή δουλειά να γίνει για να σχηματιστεί η επόμενη κυβέρνηση και η περιπλοκότητα των διαπραγματεύσεων μπορεί να οδηγήσει σε εκπλήξεις, αλλά προς το παρόν το πλεονέκτημα φαίνεται να έχει ο Σολτς έναντι του Λάσετ.