Ένας 20ετής πόλεμος που τελείωσε με ήττα. Το 2001, μετά τις 11 Σεπτέμβρη, ΗΠΑ και Βρετανία, ξεκινούν την επέμβαση στο Αφγανιστάν με διακηρυγμένο στόχο να συντρίψουν τους Ταλιμπάν.
Σήμερα οι Ταλιμπάν προελαύνουν στο Αφγανιστάν, χωρίς να συναντούν ουσιαστική αντίσταση από την επίσημη κυβέρνηση που έχει τη στήριξη των Δυτικών και είναι ζήτημα χρόνου να καταλάβουν και την πρωτεύουσα Καμπούλ.
Είχε προηγηθεί η απόφαση του Μπάιντεν να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα, δηλώνοντας ότι αυτός ο πόλεμος πρέπει να τελειώσει.
Μπορεί τώρα οι ρεπουμπλικανοί στις ΗΠΑ να χρησιμοποιούν «βαριές» εκφράσεις για την κατάσταση που επικρατεί στο Αφγανιστάν, ωστόσο και ο Ντόναλντ Τραμπ ως πρόεδρος είχε την άποψη ότι οι ΗΠΑ πρέπει να απεμπλακούν από τον ενεργό τους ρόλο στο Αφγανιστάν.
Το ανυπολόγιστο κόστος του πολέμου
Σε αυτά τα είκοσι χρόνια, το κόστος σε ανθρώπινες ζωές είναι ανυπολόγιστο. Εκατοντάδες χιλιάδες Αφγανοί άμαχοι σκοτώθηκαν κυρίως κατά τη διάρκεια των αεροπορικών επιθέσεων των ΗΠΑ. Εκατοντάδες στρατιώτες των νατοϊκών δυνάμεων έχασαν επίσης τη ζωή τους.
Πολλές χιλιάδες είναι αυτοί που πήραν τον δρόμο της προσφυγιάς, προσπαθώντας να γλυτώσουν από τον πόλεμο και τη φτώχεια.
Η εκστρατεία που θα τελείωνε γρήγορα έπεσε σε τέλμα και σήμερα οι Ταλιμπάν μοιάζουν πιο δυνατοί από ποτέ.
Η αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων από το Αφγανιστάν αποδεικνύεται επίσης μία δύσκολη ιστορία.
Σημειώνεται ότι μέσα σε οκτώ ημέρες, οι Ταλιμπάν έχουν κυριεύσει περίπου στις μισές πρωτεύουσες των επαρχιών του Αφγανιστάν και ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος του βόρειου, του δυτικού και του νότιου τμήματος της χώρας.
Την ίδια στιγμή, δεκάδες χιλιάδες άμαχοι πολίτες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους κι εκατοντάδες σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν τις τελευταίες εβδομάδες.
Η Δύση σε αποχώρηση – Οι κόντρες στις ΗΠΑ
Η επέλαση των Ταλιμπάν έχει προκαλέσει μεγάλη ανησυχία στις χώρες της Δύσης και κυρίως στις ΗΠΑ, που ανακοίνωσαν ότι θα στείλουν προσωρινά 3.000 επιπλέον Αμερικανούς στρατιώτες, για να βοηθήσουν στην ασφαλή αποχώρηση του προσωπικού της αμερικανικής πρεσβείας στην Καμπούλ.
Σημειώνεται ότι ο επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής Ομάδας των Ρεπουμπλικάνων στην αμερικανική Γερουσία, Μιτς Μακόνελ, εξαπέλυσε σφοδρή επίθεση για την «επικίνδυνη» πολιτική που ασκεί στο Αφγανιστάν ο Δημοκρατικός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν.
«Το Αφγανιστάν παραπαίει προς μια τεράστια καταστροφή, προβλέψιμη, που μπορούσε να αποφευχθεί. Και οι σουρεαλιστικές προσπάθειες της κυβέρνησης να υπερασπιστεί την επικίνδυνη πολιτική του προέδρου Μπάιντεν ειλικρινά είναι ντροπή», τόνισε χαρακτηριστικά ο γερουσιαστής.
«Οι αποφάσεις του προέδρου Μπάιντεν μας οδηγούν προς συνέπειες ακόμη χειρότερες από την ταπεινωτική πτώση της Σαϊγκόν το 1975», στο τέλος του πολέμου του Βιετνάμ, πρόσθεσε ο Μακόνελ, θυμίζοντας το επεισόδιο εκείνο, με τις εικόνες προσφύγων να προσπαθούν να επιβιβαστούν σε ελικόπτερο στην οροφή ακινήτου, το οποίο έχει σημαδέψει την αμερικανική συλλογική μνήμη.
Παράλληλα και η Βρετανία αποφάσισε να αναπτύξει προσωρινά σχεδόν 600 στρατιώτες για να βοηθήσουν τους Βρετανούς πολίτες να φύγουν από τη χώρα. Ο πρωθυπουργός της Βρετανίας Μπόρις Τζόνσον κάλεσε σήμερα σε μια έκτακτη συνεδρίαση της κυβερνητικής επιτροπής διαχείρισης κρίσεων, με αντικείμενο την κατάσταση στο Αφγανιστάν.
Νωρίτερα ο Βρετανός υπουργός Άμυνας Μπεν Ουάλας δήλωσε ότι η Βρετανία πιθανόν να επέστρεφε στο Αφγανιστάν, εάν η χώρα αυτή άρχιζε να φιλοξενεί την Αλ Κάιντα με τρόπο απειλητικό προς τη Δύση.
Επίσης, η Δανία και η Νορβηγία ανακοίνωσαν σήμερα πως κλείνουν προσωρινά τις πρεσβείες τους στην Καμπούλ, λόγω της κατάστασης ασφαλείας που ολοένα και επιδεινώνεται στο Αφγανιστάν και απομακρύνουν το προσωπικό τους.
«Αποφασίσαμε να κλείσουμε προσωρινά την πρεσβεία μας στην Καμπούλ», είπε σε δημοσιογράφους ο Δανός υπουργός Εξωτερικών Γιέπε Κόφοντ, προσθέτοντας πως η επιχείρηση εκκένωσης θα διεξαχθεί υπό στενό συντονισμό με τη Νορβηγία, με την οποία μοιράζονται ένα κτιριακό συγκρότημα.
Από την πλευρά της, η υπουργός Εξωτερικών της Νορβηγίας Ίνε Σορέιντε δήλωσε ότι η χώρα της θα κλείσει επίσης την πρεσβεία της και θα απομακρύνει τους Νορβηγούς διπλωμάτες, τους ντόπιους εργαζομένους της και τους στενούς συγγενείς τους.
ΝΑΤΟ: Θα στηρίξουμε την αφγανική κυβέρνηση
Το ΝΑΤΟ θα υποστηρίξει την αφγανική κυβέρνηση όσο το δυνατόν περισσότερο και θα «προσαρμόσει» τη διπλωματική του παρουσία, ανακοίνωσε σήμερα ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ, στο τέλος της συνεδρίασης με τους πρεσβευτές των χωρών της Συμμαχίας στις Βρυξέλλες, μετά την απόφαση της Ουάσιγκτον και του Λονδίνου να αποχωρήσουν από τη χώρα.
«Οι Σύμμαχοι του ΝΑΤΟ ανησυχούν βαθιά για τα υψηλά επίπεδα βίας που προκαλεί η επιχείρηση των Ταλιμπάν, κυρίως οι επιθέσεις εναντίον αμάχων, οι στοχευμένες δολοφονίες και οι πληροφορίες που κάνουν λόγο για άλλες σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων», πρόσθεσε σε ανακοίνωση.
«Οι Ταλιμπάν πρέπει να καταλάβουν ότι δεν θα αναγνωριστούν από τη διεθνή κοινότητα αν πάρουν τη χώρα με τη βία», σημείωσε.
Ο Γενς Στόλτενμπεργκ πρόσθεσε ότι το ΝΑΤΟ παραμένει προσηλωμένο στην υποστήριξη μιας πολιτικής λύσης στη σύγκρουση.
«Στόχος μας παραμένει να υποστηρίξουμε την αφγανική κυβέρνηση και τις δυνάμεις ασφαλείας όσο το δυνατόν περισσότερο», επισημαίνει σε δήλωσή του ο Γ.Γ. του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ, λίγο μετά την ολοκλήρωση του Βορειοατλαντικού Συμβουλίου σήμερα στις Βρυξέλλες για την κατάσταση στο Αφγανιστάν.
Σημειώνεται, ότι ο Γενς Στόλτενμπεργκ συγκάλεσε τη συνάντηση των πρεσβευτών του ΝΑΤΟ σήμερα εκτάκτως, προκειμένου να συζητήσουν τη ραγδαία επιδείνωση της κατάστασης ασφαλείας στο Αφγανιστάν και να συντονίσουν τα εθνικά μέτρα για τη μείωση του προσωπικού των πρεσβειών στην Καμπούλ.
Το αβέβαιο μέλλον του Αφγανιστάν και οι νέες ισορροπίες στην περιοχή
Την στιγμή που οι πληροφορίες αναφέρουν ότι μέχρι και κυβερνητικά στελέχη – εκτός από τις δυνάμεις της Δύσης – εγκαταλείπουν το Αφγανιστάν, το μέλλον της χώρας μοιάζει αυτήν τη στιγμή τουλάχιστον αβέβαιο.
Με τους Ταλιμπάν στην εξουσία το πως θα διαμορφωθούν επίσης οι γεωστρατηγικές σχέσεις στην περιοχή είναι ακόμα ένα ζητούμενο.
Και μπορεί οι ΗΠΑ να αποχωρούν και ο Τζο Μπάιντεν να δηλώνει ότι δεν μετανιώνει για την απόφασή του, καθώς ο πόλεμος αυτός έχει στοιχίσει στις ΗΠΑ πάνω από 1 τρισ. δολάρια, ωστόσο δεν χάνουν το γεωστρατηγικό ενδιαφέρον τους για την περιοχή.
Ήδη βρίσκονται σε συνεννοήσεις με το Πακιστάν, την Τουρκία και άλλες χώρες της πρώην ΕΣΣΔ προκειμένου να εξασφαλίσουν την παρουσία τους μέσω τρίτων.
Σε κάθε περίπτωση ο λαός του Αφγανιστάν μετά από 20 χρόνια κατοχής που έληξε χωρίς να εξασφαλίσει την πολυδιαφημιζόμενη σταθερότητα και ευημερία, έχει να αντιμετωπίσει έναν νέο γύρο κρίσης, αστάθειας και πιθανόν αίματος.