Δύο κόσμοι, δύο στρατοί και ένα «αιώνιο» μίσος αποτελούν την τέλεια συνταγή για πόλεμο. Στην περίπτωση της Νοτίου και Βορείου Κορέας η τεχνολογική υπεροχή της πρώτης έρχεται να αντισταθμιστεί από την στρατιωτική και πυρηνική ισχύ της δεύτερης.
Η κορεατική χερσόνησος εξακολουθεί να είναι η πιο ασταθής περίπτωση εχθρότητας μιας χώρας εναντίον μιας άλλης, δεδομένων των σχεδόν 70 ετών εχθρότητας, της διαρκούς κατάστασης πολέμου (ποτέ δεν υπήρξε πραγματική λήξη του πολέμου, μόνο μια ανακωχή – και η Βόρεια Κορέα έπαψε να είναι μέρος της το 2013) και των συνεχιζόμενων εχθροπραξιών μεταξύ των δύο.
Η απειλή της γενικευμένης καταστροφής είναι ο παράγοντας που αποτρέπει τη σύγκρουση.
Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι ο Πόλεμος της Κορέας την περίοδο 1950-1953 ήταν μια καταστροφή και για τις δύο πλευρές, και αυτό το γεγονός σε μεγάλο βαθμό καθοδηγεί τη στρατιωτική πολιτική της Βόρειας Κορέας. Και είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους να υποστηρίζουν το καθεστώς, λόγω της εχθρότητας προς τις ΗΠΑ και τη Νότια Κορέα.
«Σε διάστημα περίπου τριών ετών, σκοτώσαμε το 20% του πληθυσμού», είπε στο Γραφείο Ιστορίας της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ το 1984 ο Curtis LeMay, επικεφαλής της Στρατηγικής Αεροπορικής Διοίκησης κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Κορέας.
Ο Dean Rusk, υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ υπό τους Προέδρους Kennedy και Johnson, δήλωσε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες στη Βόρεια Κορέα βομβάρδιζαν «ό,τι κινείτο, κάθε τούβλο που στεκόταν πάνω από ένα άλλο».
Οι Βορειοκορεάτες θυμούνται τον πόλεμο είτε από πρώτο χέρι είτε μέσω των ιστοριών από τους παππούδες τους. Οι μάχες ανάμεσα στις δυνάμεις της Βόρειας και της Νότιας Κορέας ήταν ιδιαίτερα βίαιες και, ως εκ τούτου, δεν υπάρχει λόγος να πιστέψουμε ότι κάποια από τις δύο πλευρές θα υποχωρούσε σήμερα.
Και οι δύο χώρες έχουν μεγάλη στρατιωτική ισχύ. Η Νότια Κορέα έχει ένα από τα πιο ισχυρά στρατεύματα στον κόσμο, με 3,5 εκατομμύρια στρατιώτες. Η Βόρεια Κορέα έχει 5 εκατομμύρια στρατιώτες ενώ άλλα 5 εκατομμύρια μπορούν να πολεμήσουν σε έναν παρατεταμένο πόλεμο. Η πολιτική songun της Βόρειας Κορέας σημαίνει ότι ο στρατός έχει προτεραιότητα όσον αφορά τα τρόφιμα, τα καύσιμα και άλλα υλικά σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό. Και η υποχρεωτική θητεία (10ετούς διάρκειας) σημαίνει ότι οι περισσότεροι Βορειοκορεάτες έχουν κάποια μορφή στρατιωτικής εμπειρίας.
Ο Βορράς διαθέτει επίσης 605 πολεμικά αεροσκάφη και 43 πυραυλακάτους, αλλά το πιο πολυάριθμο μαχητικό της Πολεμικής Αεροπορίας της Βόρειας Κορέας είναι το υποηχητικό MiG-21, το οποίο έκανε το ντεμπούτο του το 1953. Το πιο πρόσφατο μοντέλο είναι το MiG-29 από τη δεκαετία του 1970, Και όλα είναι οπλισμένα με όπλα της περιόδου του πολέμου του Βιετνάμ. Επομένως, όσον αφορά τη στρατιωτική τεχνολογία, η Βόρεια Κορέα βρίσκεται πολύ πίσω σε σύγκριση με τον Νότο. Η Νότια Κορέα είναι μια από τις πλέον τεχνολογικά προηγμένες χώρες στον κόσμο.
Το ΑΕΠ της Νότιας Κορέας είναι 50 φορές μεγαλύτερο από το ΑΕΠ της Βόρειας Κορέας και η χώρα δαπανά σχεδόν τα πενταπλάσια για την άμυνα σε σχέση με τη Βόρεια Κορέα. Δεδομένου ότι δεν μπορεί να συμβαδίσει με τις τεχνολογικές εξελίξεις στα συμβατικά όπλα, ο Βορράς ενισχύει τις μη συμβατικές πολεμικές του ικανότητες, συμπεριλαμβανομένων των χημικών και πυρηνικών όπλων, αναπτύσσοντας παράλληλα και τους βαλλιστικούς πυραύλους για τη μεταφορά αυτών των όπλων. Δεν μπορεί να μεταφέρει τα όπλα αεροπορικώς επειδή οι απαρχαιωμένες αεροπορικές δυνάμεις της Βόρειας Κορέας θα ήταν εύκολος στόχος για τη μοίρα των αμερικανικών F-22 Raptor που σταθμεύει στη χερσόνησο.
Η Βόρεια Κορέα παρεμποδίζεται επίσης κι από την έλλειψη συμμαχιών. Κατά τη διάρκεια του Πολέμου της Κορέας, οι Κορεάτες κομμουνιστές απωθήθηκαν μέχρι τον ποταμό Yalu από τον στρατηγό Douglas MacArthur. Μόλις οι Κινέζοι επενέβησαν με τεράστια δύναμη πυρός και αριθμό στρατιωτών, οι Κομμουνιστές μπόρεσαν να αντεπιτεθούν. Η κινεζική επέμβαση υπέρ του Βορρά δεν πρέπει όμως να θεωρείται δεδομένη, δεδομένων των εκτεταμένων οικονομικών δεσμών της χώρας με το εξωτερικό.
Για την ακρίβεια, ίσως είναι και για το συμφέρον της Κίνας να εισβάλει στην ίδια τη Βόρεια Κορέα, και να δημιουργήσει μια ζώνη ασφαλείας μεταξύ της Κίνας και μιας κυβέρνησης της Βόρειας Κορέας που θα έχει καταρρεύσει ή, χειρότερα, των αμερικανικών στρατευμάτων που θα έχουν φτάσει στα σύνορα. Η Νότια Κορέα διατηρεί μια στενή συμμαχία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες διαθέτουν 30.000 στρατιώτες στην περιοχή, και άλλους 3.800 στην Ιαπωνία και 5.700 στο Γκουάμ, μαζί με σημαντικές αεροπορικές και ναυτικές δυνάμεις.
Μια επίθεση της Βόρειας Κορέας στη Νότια Κορέα θα έδινε στον Βορρά ένα μικρό πλεονέκτημα λόγω της έκπληξης και της πρωτοβουλίας των κινήσεων – για λίγες μέρες. Οι συμμαχικές δυνάμεις θα αντιδρούσαν αμέσως, αλλά ο Βορράς θα διατηρούσε την πρωτοβουλία. Ο στρατηγός εν αποστρατεία James Marks εκτιμά ότι η Βόρεια Κορέα θα είχε την πρωτοβουλία για τέσσερις ημέρες το πολύ.
Η Βόρεια Κορέα θα ξεκινούσε την επίθεση με βολές πυροβολικού και εκτοξεύσεις ρουκετών από θέσεις στις βόρειες πλαγιές των βουνών, πολύ κοντά στα σύνορα. Ο Βορράς έχει τη μεγαλύτερη δύναμη πυροβολικού στον κόσμο, με 10.000 πυροβόλα στο οπλοστάσιό του. Το μεγαλύτερο μέρος αυτών των δυνάμεων βρίσκεται στα σύνορα, με τα υπόλοιπα πυροβόλα να βρίσκονται γύρω από την Πιονγκγιάνγκ και κοντά στο Νάμπο, όπου βρίσκεται το φράγμα που παράγει ηλεκτρική ενέργεια. Είναι πιθανό ότι η νοτιοκορεατική πρωτεύουσα της Σεούλ, μόλις 35 μίλια από τα σύνορα, θα ήταν ο πρώτος στόχος και θα καταστρεφόταν από τις πρώτες ομοβροντίες.
Με το πυροβολικό στη βόρεια πλευρά κρυμμένο στα βουνά, η επίθεση θα ήταν μάλλον απρόσμενη και οι αεροπορικές δυνάμεις των ΗΠΑ και της Νότιας Κορέας θα δυσκολεύονταν να διασπάσουν τη βορειοκορεατική αεράμυνα. Οι αεροπορικές επιχειρήσεις θα ήταν δύσκολες επειδή ο Βορράς διατηρεί πολλαπλές γραμμές αεράμυνας με αντιαεροπορικά πυροβόλα και πυραύλους εδάφους-αέρος. Η ίδια η Πιονγιάνγκ είναι ένα «φρούριο».
Στη συνέχεια, τα μαχητικά των ΗΠΑ στην περιοχή θα επέβαλλαν αεροπορική υπεροχή, καταστρέφοντας τα συστήματα αεράμυνας και πλήττοντας μονάδες πυροβολικού και πυραύλων. Ταυτόχρονα, θα επεδίωκαν να πλήξουν τις εγκαταστάσεις διοίκησης και ελέγχου της Βόρειας Κορέας, μαζί με υποδομές όπως γέφυρες και δρόμους, και ιδιαίτερα τη λεωφόρο που συνδέει την πρωτεύουσα με τα σύνορα.
Το τελικό ερώτημα είναι εάν η Βόρεια Κορέα θα χρησιμοποιούσε τα πυρηνικά της όπλα. Εκτιμάται ότι η χώρα διαθέτει έως και οχτώ τέτοια όπλα, και βαλλιστική τεχνολογία που επιτρέπει τη μεταφορά τους στην κορεατική χερσόνησο, την Ιαπωνία και το Γκουάμ. Όμως, κανένας ειδικός δεν έχει επιβεβαιώσει ότι ο Βορράς έχει καταφέρει ποτέ να χρησιμοποιήσει πυρηνική κεφαλή με επιτυχία σε κάποιον από τους πυραύλους του. Σε μια τέτοια περίπτωση πάντως, δεν είναι δεδομένο ότι οι ΗΠΑ θα απαντούσαν με τον ίδιο τρόπο ως αντίποινα, ιδιαίτερα εάν οι αμερικανικές δυνάμεις είχαν τη δυνατότητα να αποκτήσουν πρόσβαση στο οπλοστάσιο της Βόρειας Κορέας, αντί να το καταστρέψουν.
Στο τέλος, ο Βορράς θα έχανε τον πόλεμο παρά τα αρχικά κέρδη. Το κόστος σε ανθρώπινες ζωές θα ήταν τεράστιο. Και για τις ΗΠΑ η δυσκολότερη φάση θα άρχιζε μετά το τέλος του πολέμου – αναφερόμαστε φυσικά στην προσπάθεια ενοποίησης του κορεατικού έθνους και φροντίδας του εξαθλιωμένου πληθυσμού της Βόρειας Κορέας.