Κλεισμένοι στα σπίτια τους αναφέρουν ότι θα μείνουν αρκετοί κάτοικοι στα χωριά του Ταϋγέτου, λόγω των επιδρομών λύκων. Σύμφωνα με μαρτυρίες, ο αριθμός των λύκων έχει πολλαπλασιασθεί τα τελευταία χρόνια στην περιοχή και πλέον, «επισκέπτονται» ολοένα και συχνότερα σημεία όπου κτηνοτρόφοι διατηρούν τα κοπάδια τους αλλά και κοντά σε σπίτια, αναζητώντας τροφή.
Θεάσεις γίνονται ακόμη και μέρα – μεσημέρι, με τους πολίτες των συγκεκριμένων χωριών να βρίσκονται σε απόγνωση.
Τον τελευταίο καιρό, σοβαρές διαστάσεις παίρνει και το πρόβλημα με τα αγριογούρουνα. Πληθαίνουν οι ζημιές από τα αγριογούρουνα, ο πληθυσμός των οποίων φαίνεται πως έχει, επίσης, αυξηθεί στην περιοχή. Σε χωριά αρκετών περιοχών της Μεσσηνίας και της Πελοποννήσου, αγρότες και κτηνοτρόφους μετρούν τις πληγές τους.
Η περιβαλλοντική οργάνωση «Καλλιστώ» συμμετέχει μαζί με άλλους φορείς και ερευνητές στην ομάδα μελέτης της «Υπηρεσίας 7» του Υπουργείου Περιβάλλοντος με τίτλο: «Εποπτεία και Αξιολόγηση του Καθεστώτος Διατήρησης ειδών θηλαστικών (πλην των θαλασσίων) κοινοτικού και εθνικού ενδιαφέροντος στην Ελλάδα» (2022 – 2025), στο πλαίσιο εφαρμογής του άρθρου 17 της οδηγίας 92/43 της Ε.Ε.
Η πΜΚΟ «Καλλιστώ» έχει αναλάβει επίσημα την αξιολόγηση της κατάστασης διατήρησης του πληθυσμού του λύκου (Canis lupus) στο μεγαλύτερο τμήμα της κατανομής του είδους στην Ελλάδα και η πΜΚΟ «Αρκτούρος» σε συμπληρωματικές περιοχές της Κεντρικής Μακεδονίας και Στερεάς Ελλάδας.
Η υλοποίηση της «Υπηρεσίας 7» υποστηρίζεται επίσης από το πρόγραμμα: «Υλοποίηση έργων στο πλαίσιο πρωτοβουλίας για τη διαφύλαξη εμβληματικών ειδών της Μεσογείου στην Ελλάδα μέσα από την συνεργασία περιβαλλοντικών οργανώσεων», που συντονίζεται από το WWF Ελλάς, και περιλαμβάνει δειγματοληψίες σε 50 περιοχές της Ηπειρωτικής Ελλάδας (έχουν ολοκληρωθεί) καθώς και μία προκαταρκτική διερεύνηση της παρουσίας λύκου στην περιοχή της Πελοποννήσου.
Πραγματοποιήθηκαν μέχρι στιγμής δυο δειγματοληψίες σε επιλεγμένες περιοχές της Πελοποννήσου. Η πρώτη δειγματοληψία σχεδιάσθηκε με βάση προηγούμενες αναφορές για ενδείξεις παρουσίας λύκων στην Πελοπόννησο κατά την περίοδο 2019 – 2022, και υλοποιήθηκε την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2024 στην βόρεια Πελοπόννησο σε έκταση 2.100 τετραγωνικών χιλιομέτρων (όρη Ερύμανθος, Χελμός, Ζήρεια, ενδιάμεσες και περιφερειακές αυτών περιοχές), με την διενέργεια δειγματοληπτικών διαδρομών σε μήκος 180 χιλιομέτρων δασικού οδικού δικτύου για την καταγραφή πιθανών βιοδηλωτικών ενδείξεων παρουσίας λύκου καθώς και με τη χρήση δεκατεσσάρων αυτόματων φωτογραφικών διατάξεων σε συνεχή εικοσιτετράωρη λειτουργία για δύο μήνες.
Κατά τη συγκεκριμένη δειγματοληψία, σύμφωνα με την Καλλιστώ, δεν παρατηρήθηκαν βιοδηλωτικές ενδείξεις παρουσίας λύκου και δεν καταγράφηκαν λύκοι στις φωτογραφικές διατάξεις.
Η δεύτερη δειγματοληψία, συνεχίζει η περιβαλλοντική οργάνωση, πραγματοποιήθηκε με αφορμή περιστατικό θανάτωσης 40 αιγών που διανυκτέρευαν στο ύπαιθρο στις 18/10/2024 στο Δ.Δ Αλαγονίας Μεσσηνίας, το οποίο πληροφορήθηκε η «Καλλιστώ» μέσω των ΜΜΕ. Σε συνεργασία με τους διαχειριστές του Κέντρου Προστασίας και Περίθαλψης Άγριας Ζωής (ΚΕΠΠΑΖ) Μεσσηνίας, συλλέχθηκαν αρχικά τοπικές πληροφορίες αναφορικά με τα σημεία κατασπαράξεων και θέσεων παρατήρησης πιθανών ατόμων λύκου.
Τον Νοέμβριο του 2024 πραγματοποιήθηκαν εργασίες πεδίου από το επιστημονικό προσωπικό της «Καλλιστώ» και ελέγχθηκαν συνολικά 30 χιλιόμετρα δασικού οδικού δικτύου ενώ τοποθετήθηκαν σε κατάλληλες θέσεις τέσσερις αυτόματες φωτογραφικές κάμερες στην περιοχή της επίθεσης.
Διαπιστώθηκε η παρουσία βιοδηλωτικών ενδείξεων παρουσίας του είδους, ενώ κατά τον έλεγχο των καμερών πραγματοποιήθηκε φωτογραφική καταγραφή αγέλης λύκων αποτελούμενη από 9 άτομα (4 ενήλικα και 5 νεαρά άτομα). Επίσης κατά τη διάρκεια συνάντησης στο πεδίο, ο Κυνηγετικός Σύλλογος Καλαμάτας παρείχε στην «Καλλιστώ» φωτογραφία νεκρού λύκου από σύγκρουση με όχημα στην περιοχή του Ταΰγετου.
Για τα ευρήματα ενημερώθηκαν με ειδικό υπόμνημα η Διεύθυνση Διαχείρισης Δασών – Τμήμα διαχείρισης άγριας ζωής και θήρας του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, οι Διευθύνσεις Δασών και Δασαρχεία της Πελοποννήσου, ο ΟΦΥΠΕΚΑ και ο ΕΛΓΑ, όπου περιλαμβάνεται σχετικός σχολιασμός και κατάθεση προτάσεων για περαιτέρω ενέργειες, όπως επεσήμανε η οργάνωση.