Σε κατάσταση συναγερμού τέθηκαν οι Αρχές στο αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος» λίγο πριν τις 21:00 το βράδυ της Πέμπτης (10/11) μετά την πληροφορία της CIA ότι επιβάτης ύποπτος για τρομοκρατία βρισκόταν μέσα σε μία από δύο πτήσεις της Emirates, η μία για Ντουμπάι και η άλλη για Νέα Υόρκη. Η κινητοποίηση των Αρχών ήταν αστραπιαία και αμέσως δόθηκε εντολή να σταματήσει η διαδικασία απογείωσης της πτήσης για Ντουμπάι και το αεροπλάνο επέστρεψε στον σταθμό του αεροδρομίου. Οι Αρχές έλεγξαν εξονυχιστικά όλους τους επιβάτες της συγκεκριμένης πτήσης, χωρίς να βρεθεί κάτι ύποπτο. Στον αντίποδα, η πτήση προς Νέα Υόρκη είχε ήδη απογειωθεί και έτσι δόθηκε εντολή στον πιλότο να επιστρέψει στο «Ελ. Βενιζέλος», ενώ άμεσα απογειώθηκαν δύο F-16 της Πολεμικής Αεροπορίας που συνόδευσαν το αεροπλάνο της Emirates.
Δεν βρέθηκε, τελικά, κάτι ύποπτο, σύμφωνα με το αρχηγείο της ΕΛ.ΑΣ, κατά τη διάρκεια του ελέγχου που πραγματοποιήθηκε στο αεροπλάνο που επέστρεψε το βράδυ στην Αθήνα. Ειδικότερα, σε ανακοίνωσή της η ΕΛ.ΑΣ σημειώνει τα εξής: «Στο πλαίσιο διερεύνησης πληροφοριακών στοιχείων, σχετικά με ύπαρξη ύποπτου ατόμου σε μία από τις δύο πτήσεις γνωστής εταιρείας που αναχωρούσαν απογευματινές ώρες σήμερα (10-11-2022), από τον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών «Ελ. Βενιζέλος», δόθηκε η εντολή για την επιστροφή της μίας πτήσης και την μη αναχώρηση της έτερης, μετά από απόφαση της Επιτροπής Ασφάλειας Αερολιμένα. Ακολούθως, πραγματοποιήθηκε έλεγχος στο σύνολο των επιβατών, καθώς και στα αεροσκάφη από υπηρεσίες της Ελληνικής Αστυνομίας, χωρίς να εντοπιστεί το άτομο το οποίο αφορούσε η πληροφορία ή οτιδήποτε άλλο ύποπτο».
Το χρονικό του τρόμου
Οταν ο πιλότος πληροφορήθηκε ότι μπορεί στο αεροπλάνο να επιβαίνει Αραβας τρομοκράτης, το αεροσκάφος βρισκόταν πάνω από την Ιταλία (Σαρδηνία) και ο κυβερνήτης ενημέρωσε Ιταλούς και Γάλλους για την έκτακτη κατάσταση, αλλά κανείς δεν του επέτρεψε να προσγειωθεί στα αντίστοιχα αεροδρόμια. Εντέλει προσγειώθηκε με τη συνοδεία δύο μαχητικών της Πολεμικής Αεροπορίας από τη Σούδα, στο «Ελ. Βενιζέλος».
Ο πιλότος όταν ενημερώθηκε για την ενδεχόμενη παρουσία τρομοκράτη ανέφερε στους επιβάτες ότι υπάρχει τεχνικό πρόβλημα και ότι θα πρέπει να επιστρέψουν. Μετά από ενδελεχή έρευνα της Αστυνομίας, δεν προέκυψε κάποιο ζήτημα, ενώ η πληροφορία δόθηκε από τη CIA και κρίθηκε ως έγκυρη προκειμένου να προβεί σε περαιτέρω ενέργειες. Ενημερώθηκε μάλιστα αμέσως η ΕΥΠ και η Αντιτρομοκρατική. Οι επιβάτες είναι καλά στην υγεία τους, ωστόσο οι περισσότεροι είναι ταλαιπωρημένοι.
«Το πρωτόκολλο μιλά για κατάρριψη σε περίπτωση αεροπειρατείας»
Ο δήμαρχος Βάρης, Βούλας Βουλιαγμένης και πιλότος, Γρηγόρης Κωνσταντέλλος μίλησε στην εκπομπή «Κοινωνία Ώρα MEGA» για την πληροφορία ότι εάν ο πιλότος του αεροσκάφους δεν υπάκουε στις εντολές των μαχητικών, τότε ήταν υποχρεωμένοι να το καταρρίψουν. «Οι διαδικασίες που εφαρμόζονται κατά παρέκκλιση, έχουν φτιαχτεί μετά την 11η Σεπτεμβρίου και είναι υποχρεωτικές για όλες τις περιοχές του δυτικού κόσμου που αποδέχονται την νομοθεσία του ICAO. Εάν το αεροσκάφος πειρατευτεί, και αυτό το γνωρίζουμε υπό την έννοια ότι θα αλλάξει κατεύθυνση, θα αλλάξει ύψος ή θα έχει αιτήματα που θα βγουν από τους ασυρμάτους, τότε εάν αυτό οδηγηθεί να πετάξει πάνω από μη κατοικημένες περιοχές και όχι κατ’ αναγκαιότητα στη θάλασσα, υπάρχει η εντολή το αεροσκάφος αυτό να καταρριφθεί. Αυτό είναι το πρωτόκολλο. Κάθε χώρα έχει μία επιτροπή κρίσης για τέτοιες περιπτώσεις», ανέφερε αρχικά.
«Από την πρωτογενή μου εμπειρία από τους χειριστές των F-16 που συνόδευσαν τότε το «Ηλιος» όταν πήγαμε να κάνουμε την αναπαράσταση της πτήσης, αυτό που μας έλεγαν ήταν ότι ήταν τραγικό και υπήρχε και εκεί πολύ μεγάλη πίεση, σε περίπτωση που έπαιρναν εντολή, πριν την πτώση του αεροσκάφους στο Γραμματικό, να πυροδοτήσουν πυραύλους αέρος – αέρος. Είναι δύσκολη και επίπονη διαδικασία, αλλά αυτό είναι το πρωτόκολλο. Το σημαντικό είναι ότι το σύστημα δούλεψε με ακρίβεια και λεπτομέρεια», συμπλήρωσε ο κ. Κωνσταντέλλος. «Δεν είναι υποχρεωτικό επ’ ουδενί, το αεροσκάφος να προσγειωθεί στην Ιταλία ή στον χώρο στον οποίο πετάει. Οι Αρχές εκτιμούν τον κίνδυνο. Υποχρέωση του κράτους αναχώρησης είναι να υποδεχτεί ξανά το αεροσκάφος πίσω γιατί έχει την ευθύνη του», κατέληξε.