Όπως σημειώνουν αστυνομικές πηγές, η κλοπή ενός καταλύτη είναι πιο προσοδοφόρα σε σχέση με παλιά. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την «ευκολία» στη διαδικασία, έχει ως αποτέλεσμα η Αστυνομία να δέχεται δεκάδες καταγγελίες πολιτών που πηγαίνουν ανυποψίαστοι να βάλουν μπρος το αυτοκίνητό τους και διαπιστώνουν ότι κάτι δεν πάει καλά.
Σπείρες κόβουν τους καταλύτες μέσα σε τρία λεπτά και εξαφανίζονται. Οι καταλύτες κατασκευάζονται από μέταλλα (όπως ρόδιο, παλλάδιο, πλατίνα), η αξία των οποίων έχει πολλαπλασιαστεί τα τελευταία χρόνια. Οι συμμορίες διοχετεύουν συνήθως – όπως λένε πηγές από την ΕΛ.ΑΣ.- τους κλεμμένους καταλύτες σε παράνομα «σκραπατζίδικα» ή τους πουλάνε σε «εμπόρους» ή καταστήματα που διαθέτουν παρανόμως κλεμμένα ανταλλακτικά αυτοκινήτων. Υπολογίζεται ότι κάθε κλεμμένος καταλύτης πωλείται από 100 ευρώ έως 400 ευρώ. Συνήθως όσο πιο παλιός είναι ένας καταλύτης τόσο πιο ακριβός είναι. Και αυτό διότι παλιότερα οι καταλύτες περιείχαν μεγαλύτερες ποσότητες μετάλλων, ενώ ήταν και πιο ογκώδεις.
Το φαινόμενο με τις μαζικές κλοπές καταλυτών δεν είναι μόνο ελληνικό. Το πρόβλημα έχει ενταθεί σε δεκάδες χώρες του κόσμου. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αποτελεί υπόθεση που αποκαλύφθηκε στην Αμερική και έκανε το γύρο των ΜΜΕ όλου του κόσμου τον περασμένο Φεβρουάριο. Στις ΗΠΑ λοιπόν ένας 56χρονος από την πολιτεία του Μιζούρι φέρεται να πλούτισε από την πώληση καταλυτών, πολλοί εκ των οποίων ήταν κλεμμένοι. Ο 56χρονος, ο οποίος διατηρούσε εταιρία ανακύκλωσης, βρέθηκε στο μικροσκόπιο των ανακριτικών Αρχών, σύμφωνα με τις οποίες το διάστημα από το 2018 έως το 2021 αποκόμισε κέρδη που ξεπερνούν τα 11 εκατομμύρια δολάρια από οικονομική δραστηριότητα που ελέγχεται από τις αμερικανικές υπηρεσίες.
Στη χώρα μας η Αστυνομία «ξήλωσε» μόλις την περασμένη εβδομάδα σπείρα που δρούσε σε όλη την Αττική.
Τα «επιχειρησιακά» μέλη επέβαιναν σε οχήματα που ανήκαν σε εταιρείες ενοικιάσεων, κυρίως βραδινές και πρώτες πρωινές ώρες, προσέγγιζαν σταθμευμένα οχήματα, όπου με τη χρήση ειδικού εξοπλισμού αφαιρούσαν τους καταλύτες των εξατμίσεών τους.
Σε πολλές περιπτώσεις προκαλούσαν εκτεταμένες φθορές στα οχήματα-στόχους, προκειμένου να επιτύχουν το σκοπό τους, εξαναγκάζοντας τους παθόντες σε κοστοβόρες εργασίες αποκατάστασης των ζημιών.
Η σύνθεση των επιχειρησιακών ομάδων ήταν από δύο έως τέσσερα άτομα και τουλάχιστον ένας εξ αυτών είχε τον ρόλο του τσιλιαδόρου, κατά τη διάπραξη των εγκληματικών πράξεων.
Στην ογκώδη δικογραφία, ο τρόπος δράσης τους χαρακτηρίζεται και ως «ταυτότητα». Συγκεκριμένα, αναφέρεται πως «σήκωναν με τα χέρια τους το αυτοκίνητο-στόχο και το κρατούσαν σχεδόν όρθιο, πατώντας μόνο στις δύο ρόδες. Με αυτόν τον τρόπο αποκτούσαν πρόσβαση στο σύστημα εξάτμισης, χωρίς να χρειαστεί να πέσουν καν στο έδαφος.
Μόλις ολοκληρωνόταν η κοπή του καταλύτη, άφηναν το όχημα και έπεφτε με θόρυβο στο οδόστρωμα. Η συγκεκριμένη πράξη απαιτεί ιδιαίτερη σωματική δύναμη, αλλά ταυτόχρονα καταδεικνύει τη σιγουριά των δραστών, καθώς, παρόλο που γίνονταν αντιληπτοί από περιοίκους, κατάφερναν να ολοκληρώσουν τη δράση τους εντός περίπου δύο λεπτών».
Η στόχευση των δραστών στο συγκεκριμένο εξάρτημα αυτοκινήτων δεν είναι διόλου τυχαία, καθώς, ανάλογα με τον τύπο του οχήματος, την παλαιότητα αλλά και το καύσιμο που χρησιμοποιεί, παρουσιάζει διαφορετική περιεκτικότητα σε τρία πολύτιμα μέταλλα, το ρόδιο, το παλλάδιο και την πλατίνα.
Έτσι, έχοντας την κατάλληλη πληροφόρηση σχετικά με αυτό και δημιουργώντας το απαραίτητο δίκτυο για να «μετουσιώνουν» τους καταλύτες σε χρήμα, τα μέλη των δύο εγκληματικών ομάδων κατάφερναν να συγκεντρώνουν μεγάλα χρηματικά ποσά, αφαιρώντας ουσιαστικά με ελάχιστο ρίσκο ένα εκτεθειμένο εξάρτημα αυτοκινήτου.