«Στατιστικά, κάθε χρόνο περιμένουμε τουλάχιστον έναν σεισμό πάνω από 6 ρίχτερ, το προηγούμενο διάστημα είχαμε αρκετούς ισχυρούς σεισμούς», ανέφερε μιλώντας στην ΕΡΤ Ορεστιάδας και στην εκπομπή «Άκου να δεις» ο καθηγητής σεισμολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Μανώλης Σκορδίλης.
Όσον αφορά το νομό Έβρου, ο κ. Σκορδίλης επανέλαβε ότι παραμένει στις «χαμηλής σεισμικότητας περιοχές της χώρας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν ρήγματα στην περιοχή, τα οποία έχουν δραστηριοποιηθεί στο παρελθόν και έχουν δώσει και ισχυρά σεισμικά γεγονότα», σύμφωνα με το evros-news.gr.
Ιστορικές πηγές αναφέρονται σε έναν μεγάλο σεισμό, άνω των 7 ρίχτερ σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, που έγινε το 1752 κοντά στο Διδυμότειχο, ενώ ένας ακόμα μεγάλος σεισμός, στα βόρεια του Έβρου, έγινε το 1953 (5,4 ρίχτερ) με επίκεντρο στα 25 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Ορεστιάδας. Όσον αφορά τα νότια του Έβρου και τη Σαμοθράκη, επηρεάζονται περισσότερο από τη σεισμική δραστηριότητα της τάφρου του βορείου Αιγαίου, που αποτελεί τη δυτική απόληξη του ρήγματος της βόρειας Ανατολίας. «Αυτό το ρήγμα δραστηριοποιείται συχνά και μπορεί να δώσει σεισμούς που ξεπερνούν και τα 7 ρίχτερ, ωστόσο οι σεισμοί αυτοί, συνήθως, δεν είναι τόσο καταστροφικοί, επειδή έχουν επίκεντρο τη θάλασσα», εξήγησε ο κ. Σκορδίλης.
Καταλήγοντας, επεσήμανε τη σημασία της πρόληψης στην αντισεισμική προστασία, υπογραμμίζοντας ότι «υπάρχουν πολλά βήματα ακόμα που θα πρέπει να γίνουν στο κομμάτι αυτό, για να εντοπιστούν οι ατέλειες, τουλάχιστον στα δημόσια κτίρια και τις εγκαταστάσεις, ώστε να αποφύγουμε τραγικά περιστατικά και απώλειες στην περίπτωση ενός ισχυρού σεισμού».