Συγκεκριμένα, η παρουσία της παραλλαγής Δέλτα ανιχνεύτηκε σε ποσοστό από 10% μέχρι 15% στην ανάλυση των λυμάτων για την εβδομάδα 28 Ιουνίου - 4 Ιουλίου, ενώ σε αντίστοιχες αναλύσεις που αφορούσαν την ακριβώς προηγούμενη εβδομάδα εντοπιζόταν σε ποσοστό περίπου 5%.
Η ανάλυση των λυμάτων και η αλληλούχισή τους είναι μία νέα βιοπληροφορική μέθοδος που αναπτύχθηκε από το Ινστιτούτο Εφαρμοσμένων Βιοεπιστημών (ΙΝΕΒ) του Εθνικού Κέντρου Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (ΕΚΕΤΑ) και σε συνεργασία με το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ), με σκοπό να παρακολουθείται η επιδημιολογία της περιοχής και, εν προκειμένω, της Θεσσαλονίκης.
Η μέθοδος αυτή είναι ικανή να εντοπίζει και να ποσοτικοποιεί τις μεμονωμένες μεταλλάξεις σε δείγματα λυμάτων, ενώ παράλληλα να δίνει μια εκτίμηση της παρουσίας συγκεκριμένων στελεχών του SARS-CoV-2.
Όπως αναφέρει στη Voria.gr o δρ. Αναγνώστης Αργυρίου, «η ανάλυση των λυμάτων μπορεί να θεωρηθεί ως προσέγγιση το ισοδύναμο της ανάλυσης αίματος στους ανθρώπους, απλά αντί να παρακολουθούμε την υγεία ενός ανθρώπου, παρακολουθούμε στην προκειμένη την υγεία μιας ολόκληρης πόλης».
Μικρότερη δυναμική εξάπλωσης από τη βρετανική μετάλλαξη λόγω εμβολιασμών
Αναφορικά με την παρουσία της μετάλλαξης Δέλτα, ο αναπληρωτής διευθυντής του ΙΝΕΒ - ΕΚΕΤΑ, τόνισε πως αποτελεί μία πιο μεταδοτική παραλλαγή του ιού και όλα δείχνουν πως η αύξησή της στα λύματα πλησιάζει να είναι εκθετική, χωρίς ωστόσο να μπορεί να μπορεί να το αναφέρει με σιγουριά, καθώς για να εξαχθεί ένα αντίστοιχο συμπέρασμα απαιτείται περισσότερος χρόνος επιτήρησης των λυμάτων.
«Η παρούσα μετάλλαξη αυτή τη στιγμή βρίσκεται περί στο 10-15% στα λύματα της πόλης, αλλά, όπως όλα δείχνουν, μέχρι και τις πρώτες ημέρες του Αυγούστου θα αποτελεί την κυρίαρχη παραλλαγή».
Ο κ. Αργυρίου εξηγεί πως η ινδική μετάλλαξη, αν και έχει καταφέρει να φτάσει μέσα σε ένα μήνα από το 1-3% έως στο 10-15%, δεν εξαπλώνεται με την ίδια δυναμική στα λύματα όπως η βρετανική, που μέσα σε τρεις εβδομάδες κατάφερε να φτάσει στο 75% στο φορτίο των λυμάτων.
Σημειώνεται πως το ΙΝΕΒ-ΕΚΕΤΑ μπόρεσε να ανιχνεύσει την παρουσία της παραλλαγής Δέλτα (B.1.617.2) σε εξαιρετικά χαμηλές συχνότητες (1-3%) τις τρεις πρώτες εβδομάδες του Ιουνίου 2021, καθώς επίσης και να ποσοτικοποιήσει την αύξησή του το ίδιο χρονικό διάστημα.
Ο αναπληρωτής διευθυντής του ΙΝΕΒ ΕΚΕΤΑ σημειώνει όμως πως ο εμβολιασμός παίζει καταλυτικό ρόλο στο να μην έχει μεγάλο αντίκτυπο στις νοσηλείες. «Αν και το παρόν στέλεχος είναι πιο μεταδοτικό, έχει θωρακιστεί ένα σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού που απειλείται περισσότερο από σοβαρή νόσηση από κορωνοϊό, oι μεγαλύτεροι σε ηλικία», τονίζει ο ίδιος και προσθέτει πως η μετάλλαξη επικρατεί περισσότερο στους νέους καθώς δεν έχουν εμβολιαστεί σε ίδιο ποσοστό και, ακόμα και αν εμβολιαστούν, δεν νοσούν τόσο βαριά. Επίσης, ο εμβολιασμός περιορίζει και τη μετάβαση του ιολογικού φορτίου, προστατεύοντας τον πληθυσμό.
Όπως σημειώνει o δρ. Φώτης Ψωμόπουλος, Ερευνητής Γ’ στο ΙΝΕΒ-ΕΚΕΤΑ και επικεφαλής της Ομάδας Βιοπληροφορικής που ανέπτυξε τη μέθοδο, η ανάλυση του ΑΠΘ γίνεται σε επίπεδο εξαγωγής γενετικού υλικού και μετά στέλνεται στο ΙΝΕΒ προκειμένου να γίνει η αλληλούχιση των μεταλλάξεων και η βιοπληροφορική τους ανάλυση.
Ο κ. Ψωμόπουλος αναφέρει χαρακτηριστικά πως η παρουσία της παραλλαγής σε ποσοστό έως 15% αφορά το γεγονός πως ορισμένα στελέχη μοιράζονται κάποιες μεταλλάξεις, με αποτέλεσμα η παρουσία τους στα λύματα να μην είναι τόσο ξεκάθαρη για να μιλήσει κάποιος με ακριβή ποσοστά. «Για τον λόγο αυτό επιλέγουμε να κρατάμε συνήθως τη μικρότερη δυνατή παρουσία, που στην προκειμένη περίπτωση είναι γύρω στο 10%». Ο ίδιος εξηγεί πως στα λύματα δεν υπάρχει καθαρό κλινικό δείγμα αλλά και πληθώρα καθαριστικών υλικών και χημικών, γεγονός που διασπά τον ιό σε πολλά κομμάτια», λέει.
«Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί πως η παραλλαγή Δέλτα, το στέλεχος, διαθέτει 27 επιμέρους μεταλλάξεις που μπορεί να είναι σε ένα μέρος κοινές με άλλο στέλεχος. Αυτό αποτελεί και έναν βασικό λόγο για τον οποίο δεν μπορούμε να μιλήσουμε με σιγουριά για την ακριβή ποσότητα της παραλλαγής στα λύματα», εξηγεί.
Ο επικεφαλής της Ομάδας Βιοπληροφορικής συμπληρώνει, ωστόσο, πως με τα δεδομένα ενός περίπου μήνα δεν δύναται να εξαχθεί βέβαιο αποτέλεσμα για την εκθετικότητα της παραλλαγής. «Μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε πως πρόκειται για ένα στέλεχος που αυξάνεται με μεγάλο ρυθμό η εξάπλωσή του, αλλά ακόμη δεν έχουμε τα απαραίτητα δεδομένα να την χαρακτηρίσουμε ως εκθετική», υπογράμμισε ο ίδιος.
Σημειώνεται πως με βάση τα αποτελέσματα που προέκυψαν για την εβδομάδα 28 Ιουνίου με 4 Ιουλίου, η βρετανική μετάλλαξη συνεχίζει να κυριαρχεί, σε επίπεδο περίπου 80%.