Το όνομα του Κώστα Πάσσαρη έγινε συνώνυμο της παραβατικότητας και του σκληρού εγκλήματος. Ο άνθρωπος που κατηγορήθηκε για έξι δολοφονίες, επτά απόπειρες ανθρωποκτονιών και δεκάδες ληστείες έρχεται και πάλι στο προσκήνιο. Στις 30 Ιουλίου 2003 δικάστηκε στη Ρουμανία σε δις ισόβια, για την δολοφονία δύο ατόμων σε αιματηρή ληστεία. Κατά το ρουμανικό Νόμο, με ευεργετικό υπολογισμό της ποινής, η άνω ποινή των ισοβίων που του επιβλήθηκε από τα ρουμανικά δικαστήρια εκπνέει πολύ σύντομα, πριν από το τέλος του 2020.
Αυτήν τη στιγμή, το ενδεχόμενο αποφυλάκισης του από τις ρουμανικές φυλακές, χωρίς να έχει στο μεταξύ μεταφερθεί στις ελληνικές φυλακές, μοιάζει όλο και πιο πολύ ορατό. Στα χέρια των ελληνικών Αρχών, βρίσκεται εδώ και αρκετό διάστημα αίτημα της Ρουμανίας περί του αν η Ελλάδα συμφωνεί, πριν την αποφυλάκιση, να μεταφερθεί ο Πάσσαρης στη χώρα μας για να εκτίσει το υπόλοιπο των ποινών που του επιβλήθηκαν στην Ρουμανία και στη συνέχεια, αυτές που του επιβλήθηκαν από τα ελληνικά δικαστήρια σε Δεύτερο Βαθμό (4 φορές ισόβια και 49 χρόνια κάθειρξη).
Εδώ και έξι μήνες περίπου η ελληνική δικαιοσύνη βρίσκεται σε συνεχείς επαφές με τις ρουμανικές Αρχές προκειμένου να ολοκληρωθεί η διαδικασία της έκδοσης του Κώστα Πάσσαρτη στην Ελλάδα. Οπως προβλέπει η ευρωπαϊκή νομοθεσία, αλλά και η αρχή της ιδιωτικότητας, ο Κώστας Πάσσαρης θα πρέπει να γνωρίζει, προτού μεταφερθεί στην Ελλάδα, για ποιες πράξεις κατηγορείται. Με αυτό τον τρόπο θα διασφαλιστεί, στην περίπτωση της αποφυλακισής του στη Ρουμανία, ότι μπορεί να συλληφθεί για τα αδικήματα που έχει διαπράξει στην Ελλάδα.
Οι δικηγόροι της οικογένειας των θυμάτων του αδικοχαμένου αστυνομικού Διονύσιου Αλεβιζόπουλου, ποινικολόγοι Ανδρέας και Αλέξης Αναγνωστάκης που παραστάθηκαν ως μοναδική πολιτική αγωγή στις δίκες κατά του Πάσσαρη, θεωρούν ορατό τον κίνδυνο αποφυλάκισης του επικίνδυνου κακοποιού, όσο οι διαδικασίες παραμένουν σε εκκρεμότητα κι όσο ο Πάσσαρης πλησιάζει στην ημέρα που θα αποφυλακιστεί από τις ρουμανικές φυλακές. «Η οικογένεια του αστυνομικού Διονύση Αλεβιζόπουλου νιώθει τους άνω κινδύνους ως μια ακόμα σφαίρα στην καρδιά τους και στη μνήμη του αδικοχαμένου ανθρώπου τους», σχολίασε στο ethnos.gr o ποινικολόγος Αλέξης Αναγνωστάκης, υποστηρίζοντας πως η Δικαιοσύνη πρέπει να επισπεύσει τις διαδικασίες, καθώς υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να κυκλοφορήσει ελεύθερος σε μερικούς μήνες ο Πάσσαρης.
Ο βίος και πολιτεία του Πάσσαρη
Στις 9 Μαρτίου έκλεισε τα 45 του χρόνια και τον προσεχή Σεπτέμβριο λήγει η ποινή της δις ισόβιας κάθειρξης για τις δύο δολοφονίες που έκανε στη Ρουμανία στην αιματηρή ληστεία σε ανταλλακτήριο συναλλάγματος στο Βουκουρέστι. Σκότωσε τον ιδιοκτήτη και τον υπάλληλο της επιχείρησης και μετά από 18,5 χρόνια στη φυλακή της Κραϊόβα ετοιμάζεται να αποφυλακιστεί. Ήταν το ξημέρωμα της 25ης Nοεμβρίου του 2001 στο Βουκουρέστι. Ο Πάσσαρης δολοφονεί εν ψυχρώ δύο άτομα και αφαιρεί 16.000 δολάρια. Η ρουμανική αστυνομία σε συνεργασία με την ΕΛ.ΑΣ. συνέλαβε έναν συνεργό του, εμπλεκόμενο σε κυκλώματα μαστροπείας,ο οποίος τους οδήγησε στον Πάσσαρη, τον οποίο και συνέλαβαν με έφοδο ύστερα από τεράστια επιχείρηση. Του επιβλήθηκε η ποινή της ισόβιας κάθειρξης η οποία τον προσεχή Σεπτέμβριο λήγει.
Ζητούν τη μεταφορά του στην Ελλάδα
Οι συγγενείς των θυμάτων του στην Ελλάδα φοβούνται και ανησυχούν. Μέσα από τα γρανάζια της γραφειοκρατίας ο Κώστας Πάσσαρης είναι δυνατόν να απελευθερωθεί στη Ρουμανία και να χαθούν τα ίχνη του. Ζητούν την άμεση μεταφορά του στην Ελλάδα για να εκτίσει την ποινή των τέσσερις φορές ισόβια και 49 ετών που του επιβλήθηκαν στη δίκη που ολοκληρώθηκε σε β΄βαθμό το 2019, δηλαδή, 18 χρόνια μετά τα εγκλήματα του.
Ποτέ δεν ζήτησε «συγγνώμη»
Ο ίδιος δηλώνει μεταμέλεια αλλά το παράπονο των συγγενών των θυμάτων είναι πως ποτέ δεν είπε ένα «συγγνώμη» (παρά μόνο δια μέσω του συνηγόρου του), ποτέ δεν απάντησε στα αναπάντητα ερωτήματα που τους βασανίζουν. Μεταξύ αυτών το πως βρέθηκε στην κατοχή του το όπλο με το οποίο σκότωσε εν ψυχρώ τους δύο αστυνομικούς Aθανάσιο Δρακόπουλο (47 ετών) και Διονύσιο Aλεβιζόπουλο (49 ετών) κατά τη διάρκεια της μεταγωγής του στο νοσοκομείο από τις φυλακές Κορυδαλλού, γιατί αφαίρεσε τη ζωή της ιερόδουλης Βουλγάρας και γιατί σκότωσε εν ψυχρώ την φαρμακοποιό στην οδό Πιπίνου στην Κυψέλη, τραυματίζοντας σοβαρά την αδελφή της.
«Λυπάμαι για ότι συνέβη»
Ο Πάσσαρης σε συνέντευξη που έδωσε πριν από περίπου ένα χρόνο είχε πει «Ποτέ δεν ήμουν αντίθετος να έρθω στην Ελλάδα και να δικαστώ, αλλά για διάφορους λόγους αυτό δεν έγινε. Οχι όμως εξαιτίας μου. Το είχα ζητήσει και είχα κάνει δύο αιτήσεις σχετικά με τη μεταφορά μου στην Ελλάδα. Είναι στάση ζωής να μπορείς να κοιτάξεις στα μάτια τον άλλον. Θα μπορούσα να κοιτάξω στα μάτια τους συγγενείς των θυμάτων. Να τους κοιτάξω στα μάτια και να τους πω ότι λυπάμαι για ό,τι συνέβη. Δεν μπορώ να κάνω κάτι περισσότερο γι’ αυτούς. Είναι δύσκολο πράγμα, αλλά θα το έκανα.
«Οι άνθρωποι που με άλλαξαν»
Οσο για την ειλικρινή μεταμέλεια του και την σωτηρία της ψυχής του μέσα από την Αγία Γραφή είχε πει: «Αν μου έλεγες πριν από δέκα χρόνια ότι θα έκανα προσευχή θα γελούσα. Κάποια στιγμή όμως ήρθα σε επαφή με έναν ιερέα, τον πατέρα Μάρκο Μανώλη. Τον γνώρισα στον Κορυδαλλό και εκείνος μου έστειλε με το ταχυδρομείο ένα βιβλίο με την Αγία Γραφή. Στη συνέχεια με επισκεπτόταν στη φυλακή. Κάποια στιγμή τού εκμυστηρεύτηκα ότι θα αποδράσω. Εκείνος μου ζήτησε να μην το κάνω γιατί, αν το έκανα, είτε θα σκοτωνόμουν, είτε θα σκότωνα άλλους. Δεν τον άκουσα τότε. Αργότερα μπήκε στη ζωή μου ο πατέρας Γερβάσιος Ραπτόπουλος. Είναι ο άνθρωπος που μου έδωσε την αγάπη που δεν είχα ποτέ στη ζωή μου και με έκανε να καταλάβω ότι η ζωή που έκανα είχε πλέον τελειώσει για μένα και πως θα μπορούσα να προχωρήσω, να αλλάξω».
Δεν τον συγχωρούν
Η δράση του Κώστα Πάσσαρη από νεαρή ηλικία ήταν ταυτισμένη με την παραβατικότητα και το έγκλημα αλλά σήμερα στα 45 του χρόνια μετά από έξι φόνους (4 στην Ελλάδα και 2 στην Ρουμανία), απόπειρες ανθρωποκτονίας, επιθέσεις, ληστείες και δεκάδες άλλες παραβάσεις του ποινικού κώδικα δηλώνει μετανιωμένος. Οι συγγενείς των θυμάτων δεν πρόκειται να τον συγχωρέσουν ποτέ και ζητούν από την ελληνική δικαιοσύνη αλλά και την ελληνική κυβέρνηση να πράξουν τα δέοντα ώστε να εκτίσει και την ποινή που του έχει επιβληθεί για τα εγκλήματα που έχει διαπράξει στην Ελλάδα.
Από Κυκλάδες και Ρουμανία
Ο Πάσσαρης γεννήθηκε στην Αθήνα 9 Μαρτίου 1975. Η καταγωγή του πατέρα του ήταν από τις Κυκλάδες. Η μητέρα του ήταν Ρουμάνα. Το διαζύγιο των γονιών του επηρέασε αρνητικά την πορεία του. Σε ηλικία 15 ετών οδηγήθηκε στο αναμορφωτήριο για έξι μήνες καθώς στο σπίτι του βρέθηκαν προϊόντα κλοπών. Μόλις βγήκε από το αναμορφωτήριο, συνελήφθη εκ νέου για επαιτεία και σταδιακά έμπαινε όλο και πιο βαθιά στη δίνη της παρανομίας. Οσοι τον γνώριζαν υποστήριζαν πως ήταν θέμα χρόνου να περάσει στον κόσμο του σκληρού εγκλήματος.
Πρώτη απόδραση από Σ.Φ.Α.
Όταν υπηρετούσε την στρατιωτική του θητεία στο 29ο Σύνταγμα Πεζικού στην Κομοτηνή, κατηγορήθηκε για κλοπές μέσα κι έξω από το στρατόπεδο. Στις αρχές του 1995 συνελήφθη από την Στρατονομία και κλείστηκε στις στρατιωτικές φυλακές Αυλώνα (Σ.Φ.Α) από όπου όμως κατάφερε να αποδράσει. Κηρύχθηκε λιποτάκτης και καταζητούνταν. Τότε άρχισε να προβαίνει σε ένοπλες ληστείες και διαρρήξεις. Τελικά η αστυνομία κατάφερε να τον συλλάβει στα τέλη του 1996, μετά από περιπετειώδη καταδίωξη, αφού είχε ληστέψει μία γυναίκα έξω από τον σταθμό του Ηλεκτρικού στην Καλλιθέα.
Η συμμορία των τριών
Στις φυλακές Κασσάνδρας στην Χαλκιδική όπου εξέτισε την ποινή του γνωρίσθηκε με τον Ρουμάνο κατάδικο Nικολάε Γκόρεα, με τον οποίο έγιναν στενοί φίλοι. Ο Πάσσαρης και ο Γκόρεα αποφυλακίσθηκαν μαζί το 1999 και μαζί με έναν άλλον Ρουμάνο, τον Ίον Βασίλι, ξεκίνησαν εκ νέου τις ληστείες. Την περίοδο 1999–00 οι τρεις τους πραγματοποίησαν σειρά ένοπλων ληστειών σε ξενοδοχεία, ανταλλακτήρια συναλλάγματος και ταξιδιωτικά γραφεία στο κέντρο της Αθήνας.
Νεκροί οι συνεργοί του
Στις 19 Φεβρουαρίου 2000 οι τρεις ληστές εντοπίστηκαν από την αστυνομία στην Πλατεία Βάθης. Ακολούθησε ανταλλαγή πυροβολισμών με αποτέλεσμα να τραυματισθούν δύο αστυνομικοί και να σκοτωθεί ο Ίον Bασίλι. Ο Πάσσαρης και ο Γκόρεα κατάφεραν να διαφύγουν. Ο Πάσσαρης μετά τη συμπλοκή είχε τηλεφωνήσει στον τηλεοπτικό σταθμό Alpha και είχε απειλήσει την αστυνομία με αντίποινα, δηλώνοντας, «θα σκοτώσω τρεις αστυνομικούς για να εκδικηθώ». Τρεις ημέρες αργότερα η Ασφάλεια Αττικής καταφέρνει και συλλαμβάνει τον Πάσσαρη στην Πλατεία Αμερικής. Πάνω του είχε ένα όπλο και μια χειροβομβίδα. Το ίδιο απόγευμα, αστυνομικοί σκοτώνουν τον Νικολάε Γκόρεα σε ένοπλη συμπλοκή στην Πετρούπολη, αφού πρώτα είχε αρνηθεί να παραδοθεί. Οι δύο φίλοι και συνεργοί του Πάσσαρη ήταν νεκροί και ο Πάσσαρης οδηγήθηκε στις φυλακές Κορυδαλλού.
Το μακελειό στο «Γεννηματά»
Κατά τη διάρκεια της κράτησης του ο Πάσσαρης παραπονέθηκε για κρίσεις επιληψίας και κρίθηκε τη μεταφορά του στο νοσοκομείο. Στις 7 Φεβρουαρίου 2001 το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο ενέκρινε τη μεταγωγή του, σε συνεννόηση με το Τμήμα Μεταγωγών της Αστυνομίας. και το πρωί στις 16 του μήνα δύο αρχιφύλακες του Τμήματος Μεταγωγών, οι Aθανάσιος Δρακόπουλος (47 ετών) και Διονύσιος Aλεβιζόπουλος (49 ετών) και ο σωφρονιστικός υπάλληλος του Υπουργείου Δικαιοσύνης Ανδρέας Φυσέκης (33 ετών) ανέλαβαν να συνοδεύσουν τον Πάσσαρη από τις φυλακές Κορυδαλλού στο Γ. Γεννηματάς (Γενικό Νοσοκομείο Αθήνας).
Σκότωσε τους αρχιφύλακες σε μία στιγμή
Το μυστήριο που ακόμα μέχρι σήμερα δεν έχει λυθεί - ούτε ο Πάσσαρης έχει απαντήσει - είναι το πως είχε στην κατοχή του το φονικό περίστροφο. Με την είσοδό στο νοσοκομείο, και ενώ φορούσε χειροπέδες, κατάφερε με γρήγορες κινήσεις να πυροβολήσει εξ επαφής και να σκοτώσει τους δύο αστυνομικούς που τον συνόδευαν. Τραυμάτισε σοβαρά τον Φυσέκη ο οποίος επέζησε της επίθεσης και απέδρασε. «Πήγαινα μπροστά για τις πληροφορίες του νοσοκομείου. Πίσω μου ακολουθούσαν ο κρατούμενος και οι δύο αρχιφύλακες. Ξαφνικά ακούω μπαμ-μπαμ, γυρνάω· είδα τον κρατούμενο να στρέφει πάνω μου ένα όπλο φορώντας χειροπέδες. Μετά δέχτηκα τις σφαίρες και δεν θυμάμαι τίποτα άλλο», έχει πει ο Φυσέκης.
Σκότωσε την ιερόδουλο που τον αναγνώρισε
Ακολούθησε σύγχυση και πανικός στο νοσοκομείο και ο Πάσσαρης βρήκε την ευκαιρία να δραπετεύσει συνεχίζονται την εγκληματική του δράση με νέες ληστείες, αλλά και με την δολοφονία της Βουλγάρας ιερόδουλης Μπλάνκα Σλάβτσεβα, αφού πρώτα είχαν συνευρεθεί ερωτικά. Εκτιμήσεις που δόθηκαν κατά καιρούς χωρίς ποτέ ο Πάσσαρης να τις επιβεβαιώσει ή να τις διαψεύσει ήταν πως η άτυχη Σλάβτσεβα αναγνώρισε τον Πάσσαρη ως καταζητούμενο και την σκότωσε.
Η αποτυχημένη επιχείρηση στο Νέο Κόσμο
Τον Ιούλιο του ίδιους έτους (2001) φτάνουν πληροφορίες στην Ασφάλεια Αττικής για το κρυσφύγετο του Πάσσαρη. Πάνοπλοι αστυνομικοί κάνουν έφοδο σε διαμέρισμα στον Νέο Κόσμο, στην οδό Ιππάρχου 52-54 όπου υπάρχουν όπλα, χειροβομβίδες, ασύρματοι, λίστες με τις συχνότητες της Αστυνομίας και ναρκωτικά. Οι αστυνομικοί συνέλαβαν στο διαμέρισμα τον Δημήτρη Πολυδωρόπουλο, πρώην κρατούμενο των φυλακών. Κατά τη διάρκεια της ανάκρισης προέκυψαν στοιχεία ότι ο Πολυδωρόπουλος, όχι μόνο υπήρξε συγκρατούμενος του Πάσσαρη, αλλά ήταν και κατά περίσταση συγκάτοικοι σε εκείνο στο διαμέρισμα του Νέου Κόσμου.
Πυροβολήθηκε στο πόδι
Στήνεται γιγαντιαία επιχείρηση για τη σύλληψη του Πάσσαρη. Το ημερολόγιο δείχνει 31 Ιουλίου 2001. Δεκάδες αστυνομικοί πήραν θέση στους δρόμους γύρω από την πολυκατοικία, ενώ επτά άνδρες των ΕΚΑΜ περίμεναν τον Πάσσαρη μέσα στο διαμέρισμα. Ο Πάσσαρης γύρισε το κλειδί στην εξώπορτα και ετοιμάζονταν να εισέλθει στο διαμέρισμα. Η βιασύνη των αστυνομικών, που του φώναξαν «ακίνητος» πριν μπει μέσα, του έδωσε την ευκαιρία να αποδράσει. Αστυνομικός πυροβόλησε τον Πάσσαρη και τον τραυμάτισε στο πόδι αλλά ο καταζητούμενος βρήκε την ευκαιρία να ξεγλιστρήσει. Μετά την αποτυχία της επιχείρησης, παραιτήθηκε ο τότε αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας, αντιστράτηγος Ιωάννης Γεωργακόπουλος.
Απόδραση στην Ρουμανία
Διαφεύγοντας την σύλληψη, ο Πάσσαρης φεύγει από την Ελλάδα τον Σεπτέμβριο του 2001 με πλαστό διαβατήριο αφού προηγουμένως σκοτώνει φαρμακοποιό που τον αναγνώρισε. Προορισμό του η Ρουμανία πατρίδα της μητέρας του. Τα ξημερώματα της 25ης Nοεμβρίου του 2001, κατά τη διάρκεια μιας ληστείας σε ανταλλακτήριο συναλλάγματος στο Βουκουρέστι, σκότωσε τον ιδιοκτήτη κι έναν υπάλληλο του καταστήματος και αφαίρεσε 16.000 δολάρια. Ο Πάσσαρης συνελήφθη, δικάστηκε και του επιβλήθηκε η ποινή της ισόβιας κάθειρξης για τη ληστεία και τη διπλή ανθρωποκτονία στο ανταλλακτήριο του Βουκουρεστίου. Δύο μήνες πριν συμπληρωθούν 19 χρόνια φυλάκισης σε φυλακή της Κραϊόβα ο Πάσσαρης θα αποφυλακιστεί…
Ανατριχιαστικές αποκαλύψεις στη δίκη
Στο μεταξύ στην Ελλάδα η δίκη του Πάσσαρη ολοκληρώθηκε πριν από περίπου ένα χρόνο. Κρίθηκε ένοχος για τέσσερις δολοφονίες, για επτά απόπειρες ανθρωποκτονιών μεταξύ των οποίων ο εξωτερικός φρουρός Ανδρέας Φυσέκης και μία γυναίκα σε φαρμακείο στην Κυψέλη που δέχτηκε πέντε πυροβολισμούς και έμεινε παράλυτη μόνο και μόνο επειδή η αδελφή της είχε την ατυχία να εκφράσει την έκπληξη της στην αναγνώριση του διαβόητου κακοποιού που αναζητούσαν όλοι στην Ελλάδα.
Η δίκη είχε ένταση, συγκινήσεις και φορτισμένη ατμόσφαιρα από τις καταθέσεις θυμάτων που κατάφεραν να επιζήσουν ακλλά και συγγενών των άτυχων αστυνομικών και της φαρμακοποιού στην Κυψέλη.
Στην κατάθεσή του, ο εξωτερικός φρουρός Ανδρέας Φυσέκης ο οποίος συνόδευε μαζί με τους άτυχους αστυνομικούς Δρακόπουλο και Αλεβιζόπουλο τον Κώστα Πάσσαρη στο νοσοκομείο Γεννηματά, περιέγραψε τι έγινε κατά τη μεταγωγή του.
Μάρτυρας: Φτάσαμε στο Γεννηματά και έβαλαν χειροπέδες στον Πάσσαρη.
Πρόεδρος: Μπροστά ή πίσω;
Μάρτυρας: Μπροστά.
Πρόεδρος: Έτσι έπρεπε;
Μάρτυρας: Έπρεπε πίσω.
Μάρτυρας: Δεν ήξερα ότι είναι ο Πάσσαρης. Ο Αλεβιζόπουλος τον έπιασε καλά και τον πήγε στο νοσοκομείο μαζί με τον Δρακόπουλο. Εγώ ακολουθούσα από πίσω. Όπλο είχε μόνο ο Αλεβιζόπουλος. Ανεβήκαμε στον 1ο όροφο. Εκεί που γινόταν η συνεννόηση σε ποιο γιατρό πρέπει να τον πάμε, είδα ότι ο Αλεβιζόπουλος τον είχε αφήσει από το χέρι του. Μέχρι να γυρίσω να δω, ακούω μπαμ και τον Αλεβιζόπουλο να φωνάζει "Ωχ, με έφαγε", να πιάνει την κοιλιά του και να πέφτει κάτω. Δέχτηκα 2 πυρά στο στήθος, πριν προλάβω να δω είχε πυροβολήσει 3 φορές και είχε σκοτώσει το Δρακόπουλο. Ούτε κιχ δεν έβγαλε ο Δρακόπουλος. Ο Πάσσαρης πήδηξε τη σκάλα κι έφυγε με δεμένα τα χέρια. Δεν ξέρω πως λύθηκε μετά».
Πρόεδρος: Μάθατε μετά πού βρήκε το όπλο;
Μάρτυρας: Απ΄ότι έμαθα μετά, το όπλο το είχε μέσα στη φυλακή. Μετά έμαθα ότι βγήκε από το νοσοκομείο, πήρε ένα αυτοκίνητο και εξαφανίστηκε. Δεν ξέρω πώς έλυσε τις χειροπέδες. Δυστυχώς τις απαντήσεις που θέλω, δεν τις έχω πάρει ακόμα.
Δεν ελέγχθηκε στην κλούβα
Στο δικαστήριο κατέθεσε και ο οδηγός της μεταγωγής από τον Κορυδαλλό. Ο κος Σακελλάρης, υποστήριξε ότι ο Πάσσαρης δεν ελέγχθηκε στην κλούβα, "έπρεπε να έχει ελεγχθεί πριν αναχωρήσει από τον Κορυδαλλό", όπως είπε, προσθέτοντας ότι τότε δε γνώριζε ποιος είναι και δεν είδε κάποιον να τον πλησιάζει ή να του δίνει κάτι. Η πολιτική αγωγή προσκόμισε στο δικαστήριο έγγραφο της μεταγωγής με την ένδειξη "Προσοχή: Άκρως επικίνδυνος κρατούμενος προς απόδραση".
Η συνάντηση με τον κηπουρό
Στο μεταξύ ο Πάσσαρης βγήκε στον προαύλιο χώρου του Γεννηματά και από εκεί πέρασε στο νοσοκομείο «Σωτηρία» όπου συναντήθηκε με τον κηπουρό. «Με σταμάτησε ένας νεαρός, κουνώντας τα χέρια του, στην αυλή του νοσοκομείου. Άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου και κάθισε στη θέση του συνοδηγού. Έβγαλε ένα πιστόλι και μου το κόλλησε στα πλευρά. Μου είπε να κατευθυνθώ προς την έξοδο του νοσοκομείου και μάλιστα να χαμογελάω, για να μην καταλάβουν οι φύλακες ότι κάτι συμβαίνει», ανέφερε ο κηπουρός του νοσοκομείου «Σωτηρία».
Η εν ψυχρώ δολοφονία της φαρμακοποιού
Στη δίκη κατέθεσε ο σύζυγος και η κόρη της αδελφής της φαρμακοποιού που πυροβολήθηκε από τον Πάσσαρη μέσα στο φαρμακείο της στην οδού Πιπίνου στην Κυψέλη τον Αύγουστο του 2001 κι ενώ καταζητούνταν από όλη την Ελληνική Αστυνομία. « Ο Πάσσαρης μπήκε μέσα στο φαρμακείο φορώντας σκούφο και είχε χαμηλωμένο το βλέμμα. Η αδερφή της γυναίκας μου τον αναγνώρισε και της φώναξε "Πρόσεχε, είναι ο Πάσσαρης". Τότε, εκείνος, έβγαλε ένα πιστόλι και τη σκότωσε εν ψυχρώ. Στη συνέχεια πυροβόλησε και τη γυναίκα μου 5 φορές. Για πολύ καιρό δε γνωρίζαμε αν θα ζήσει . Υπέστη ανεπανόρθωτες βλάβες. Μας κατέστρεψε» είχε είπε ο μάρτυρας. Μετά το νέο φονικό στην Κυψέλη ο Πάσσαρης διαπίστωσε πως δε μπορεί να κυκλοφορεί άλλο στην Ελλάδα και λίγες ημέρες αργότερα (τον Σεπτέμβριου του 2001) έφυγε για τη Ρουμανία. Είκοσι χρόνια μετά ο διαβόητος κακοποιός που πέρασε στην ιστορία όχι μόνο για τα εγκλήματα του αλλά και για την σκληρότητα και την εκδικητικότητα του ελπίζει να του αναγνωριστεί η μεταμέλεια του όμως οι πληγές που άφησε πίσω του στην Ελλάδα ακόμα δεν έχουν κλείσει.