Ενδιαφέρον προκαλεί το γεγονός ότι ενώ τα δυο ρεπορτάζ έλαβαν χώρα σε ελληνικό έδαφος, αυτά δεν έχουν δημοσιευθεί –τουλάχιστον ακόμη– στην ελληνική έκδοση τού δικτύου, αλλά στη σλαβική (DW na makedonski) και την αλβανική.
Αποφασίσαμε να γράψουμε γι' αυτά επειδή εμπεριέχουν κάποια "περίεργα" στοιχεία που θα μπορούσαν να θεωρηθούν προσπάθεια (εκ μέρους των δημιουργών;) έγερσης ζητήματος σλαβομακεδονικής μειονότητας και χρήσης της "μακεδονικής" γλώσσας εντός Ελλάδος. Σημειώνεται ότι αυτές οι αιτιάσεις δεν τεκμαίρονται επαρκώς από τα αποσπάσματα συνεντεύξεων που παρατίθενται στα βίντεο, όπως αναφέρει το slpress.gr.
της Μαρίας Μοτίκας
Ο τίτλος στον πρόλογο της ανάρτησης στη σελίδα της σλαβικής DW στο Facebook που εμπεριέχεται το πρώτο βίντεο είναι «Η DW στο Νίβιτσι: Είμαστε Μακεδόνες σε όλο το χωριό”». Υπάρχει, επίσης, το εξής κείμενο: «Χωρισμένοι από τα σύνορα, συνδεδεμένοι ιστορικά: οι …(αναφέρονται τα ονόματα των δημοσιογράφων) ταξίδεψαν στις παραμεθόριες περιοχές των τριών χωρών (Ελλάδας-Αλβανίας-Σκοπίων) και ρώτησαν για τη ζωή των μειονοτήτων".
Στη δε ιστοσελίδα, ο τίτλος του άρθρου είναι ο ίδιος. Οι δημοσιογράφοι παίρνουν συνέντευξη από τρεις κατοίκους στο χωριό Ψαράδες του νομού Φλωρίνης. Επισημαίνουμε ότι ουδείς εκ των τριών δηλώνει ότι ανήκει σε κάποια μειονότητα. Αρχικά, απευθυνόμενος σε μια γυναίκα ο ένας δημοσιογράφος λέει: «κι έχουμε στην Ελλάδα, όμως, κι ένα μεγάλο θέμα, αυτό που λέγεται “σλαβομακεδονική μειονότητα” κι εδώ βασικά όλοι μιλάνε και μακεδονικά. Νομίζετε ότι υπάρχει “σλαβομακεδονική μειονότητα”;». Η κυρία του απαντά ότι βρίσκονται σε ελληνικό έδαφος και «δεν υπάρχει κάτι τέτοιο». Ο δημοσιογράφος ξαναρωτά αν υπάρχει τέτοια μειονότητα για να λάβει και πάλι αρνητική απάντηση.
Στη συνέχεια, ερωτάται στα ελληνικά ένας κάτοικος μεγάλης ηλικίας αν μιλά "μακεδονικά" κι απαντά «αρκετά». Τον λόγο παίρνει άλλος δημοσιογράφος ρωτώντας τον ξανά στο σλαβικό ιδίωμα αν μιλά "μακεδονικά". Ο κάτοικος απαντά: «Όλο το χωριό εδώ είναι Μακεδόνες. Φυσικά μιλάμε εδώ». Δεν ερωτήθηκε, όμως, τι ακριβώς εννοεί με τον όρο ”Μακεδόνες” κι αν θεωρεί ότι είναι μειονότητα.
Τα 3,5 και πλέον εκατομμύρια των Ελλήνων που κατάγονται από τη Μακεδονία ονομάζονται κι αυτοαποκαλούνται Μακεδόνες, εννοώντας ότι είναι Έλληνες από τη Μακεδονία κι όχι μέλη κάποιας μη ελληνικής μειονότητας. Κι ένας κάτοικος της Κρήτης, αν ερωτάτο αν είναι Κρητικός κι αν μιλά κρητικά θα απαντούσε καταφατικά, εννοώντας ότι ζει και κατάγεται από την Κρήτη και ομιλεί την τοπική διάλεκτο.
Με το ζόρι "μειονότητα"
Επίσης, το γεγονός ότι ο εν λόγω κάτοικος ή και άλλοι κάτοικοι του χωριού ομιλούν το σλαβικό ιδίωμα δεν τους καθιστά εθνική μειονότητα. Η συμμετοχή της συντριπτικής πλειοψηφίας των σλαβοφώνων Ελλήνων στους αγώνες του Έθνους, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον ξακουστό καπετάν-Κώττα. Ακόμη, όμως, κι αν δεχθούμε ότι ο συνεντευξιαζόμενος θεωρεί ότι οι κάτοικοι του χωριού ανήκουν σε εθνική μειονότητα, αυτό είναι προσωπική του άποψη που δεν επαληθεύεται από τους υπόλοιπους ομιλητές.
Έπειτα, ο δημοσιογράφος συνομιλεί με ένα νεαρό, ο οποίος πιθανότατα είναι γιος του προηγούμενου ανδρός. Οι αρχικές ερωτήσεις του δημοσιογράφου παραλείπονται στο βίντεο και παρουσιάζονται μόνο οι απαντήσεις. Σε κάποιο σημείο, ο νεαρός αναφέρει: «Ο πατέρας μου γεννήθηκε εδώ πέρα, απλά πιτσιρικάς με τα πολιτικά τότε (προφανώς εννοεί τον Εμφύλιο) έφυγε για τη Βόρεια Μακεδονία για κάποια χρόνια"
Ο δημοσιογράφος τότε τον ρωτά αν είναι Έλληνας, Μακεδόνας ή και τα δυο για να λάβει την απάντηση «Έλληνας Μακεδόνας … Εμείς εδώ πέρα γεννηθήκαμε, Έλληνες είμαστε, ελληνική σημαία αγαπάμε, ελληνική πατρίδα επίσης αγαπάμε. Άρα σ’ εμάς αρχή του θέματος είναι ότι είμαστε Έλληνες, έτσι; Τώρα πώς έχει διασπαστεί και τι έχει διασπαστεί είναι ιστορικά θέματα αυτά και κυρίως πολιτικά, τα οποία εμείς οι απλοί άνθρωποι…"
Επομένως, ούτε αυτός ο κάτοικος αναφέρθηκε στην ύπαρξη μιας μη ελληνικής μειονότητας της οποίας, μάλιστα, είναι μέλος. Το βίντεο κλείνει με τον δεύτερο κύριο να λέει στο σλαβικό ιδίωμα ότι τόσο αυτός όσο και οι πρόγονοί του έχουν περάσει όλη τη ζωή τους στο χωριό και να μιλά για το πρόβλημα της μετανάστευσης των κατοίκων σε Αμερική, Αυστραλία κ.α..
Καταστολή "μακεδονικής γλώσσας";
Το δεύτερο βίντεο έχει τίτλο «Η “μακεδονική” γλώσσα στην Ελλάδα» και προλογίζεται στο Facebook ως εξής: «η “μακεδονική” γλώσσα και η χρήση της στην Ελλάδα είναι ένα από τα θέματα, με τα οποία οι ρεπόρτερ της DW ασχολήθηκαν κατά τη διάρκεια της διαδρομής τους στις παραμεθόριες περιοχές"
Εν πρώτοις, εμφανίζεται ένας άνδρας, μέλος σωματείου που συστάθηκε πέρυσι στις Σέρρες για τη διάσωση της "ντόπιας" γλώσσας, όπως αποκαλούν το σλαβομακεδονικό ιδίωμα. Σε υπότιτλους αναφέρεται «Ο … είναι Έλληνας αλλά η μητρική του γλώσσα είναι τα μακεδονικά». Ακολουθεί η συνέντευξή του όπου μιλά για τους σκοπούς του συλλόγου και τις κατηγορίες που δέχεται. Ύστερα, σε υπότιτλους οι δημιουργοί του βίντεο τονίζουν ότι η επίσημη ελληνική θέση είναι ότι μακεδονική γλώσσα δεν υπάρχει και προσθέτουν ότι η γλώσσα υφίσταται συστηματική καταστολή εδώ και χρόνια.
Προς επίρρωσιν, παρουσιάζεται η συνέντευξη δυο ηλικιωμένων ατόμων. Σε πληροφοριακό υπότιτλο αναφέρεται ότι είναι Μακεδόνες από την Ελλάδα, αλλά στο βίντεο δεν υπάρχει τέτοια δήλωσή τους. Η γυναίκα διηγείται ένα γεγονός της παιδικής της ηλικίας, στο οποίο η δασκάλα τη μάλωσε επειδή δε μιλούσε ελληνικά. Προφανώς, το συμβάν πρέπει να έλαβε χώρα κατά τη μετεμφυλιακή περίοδο όταν όντως ασκείτο μια αυστηρή κυβερνητική πολιτική εν σχέσει προς τη χρήση του ιδιώματος.
Αυτή, όμως, εντασσόταν στην προσπάθεια ανάσχεσης των σχεδίων της Γιουγκοσλαβίας για απόσχιση της Μακεδονίας από το ελληνικό κράτος. Όλα αυτά ανήκουν στο παρελθόν, γι’ αυτό και η άποψη περί «συστηματικής καταστολής εδώ και χρόνια» δεν στηρίζεται με επιχειρήματα από το παρόν ή το πρόσφατο παρελθόν από κανέναν συνεντευξιαζόμενο.
Τέλος, παρουσιάζεται η άποψη μιας καθηγήτριας Πανεπιστημίου και πρώην μέλους της Μεικτής Διεπιστημονικής Επιτροπής Εμπειρογνώμων για τα σχολικά βιβλία. Αφού ο δημοσιογράφος σημειώνει ότι «μεγάλη συμφωνία είναι ότι τα μακεδονικά υπάρχουν», η καθηγήτρια δηλώνει: «Εννοείται ότι υπάρχουν και πάντα υπήρχαν … το ότι δεν υπάρχει κάτι επειδή δεν το ονομάζουμε είναι λίγο μια τρέλα της επίσημης ελληνικής πολιτικής». Οι απόψεις της συνεντευξιαζόμενης επί του θέματος της Μακεδονίας είναι γενικώς γνωστές.
Εντούτοις, κρίνοντας αυστηρώς και μόνον από τα λεγόμενά της στο ρεπορτάζ, αυτό που συμπεραίνεται είναι ότι παραδέχεται την ύπαρξη μακεδονικής γλώσσας, κάτι που έγινε κι επισήμως με τη Συμφωνία των Πρεσπών. Ούτε για χρήση μακεδονικής γλώσσας στην Ελλάδα λέει, ούτε για απαγόρευση τής χρήσης της. Στην τοποθέτησή της περιορίζεται στο ότι «…τα σλαβικά ιδιώματα στην Ελλάδα και το πώς ονομάζονται, το πώς χαρακτηρίζονται απ’ τους ίδιους τους ομιλητές και το περιβάλλον εξαρτάται πάντα τόσο από την τοποθεσία όσο και από την τοποθέτηση του καθενός".
Ψευδείς ειδήσεις
Εκ των παρατεθέντων στοιχείων, μπορούμε, λοιπόν, να συμπεράνουμε ότι, βάσει των λεχθέντων των συνεντευξιαζόμενων, δεν στοιχειοθετείται ύπαρξη κάποιας εθνικής μειονότητας στην ελληνική Μακεδονία, ούτε αναφέρεται ρητώς από όλους ότι στην Ελλάδα χρησιμοποιείται η "μακεδονική" γλώσσα. Πολλώ δε μάλλον, δεν αποδεικνύεται συστηματική καταστολή της χρήσης της εδώ και δεκαετίες. Ως εκ τούτου, τα προλογικά σημειώματα στα δυο βίντεο, καθώς και κάποιοι υπότιτλοι δεν επαληθεύονται.
Αποτελούν είτε ατυχείς διατυπώσεις είτε αυθαίρετες απόψεις των δημοσιογράφων που μαρτυρούν μεροληψία. Σε κάθε περίπτωση, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή ώστε να μην υπάρχουν παρερμηνείες, να μην προσβάλλονται τα αισθήματα ενός ολόκληρου λαού, να μην κατηγορούνται αδίκως κυβερνήσεις για καταστολή, καθώς και να μη δίνεται πάτημα για δυνητικές αποσταθεροποιητικές τάσεις.
Το ερώτημα που γεννάται είναι για ποιο λόγο εγείρονται τέτοια θέματα από την κρατική DW και μάλιστα σε αυτή τη χρονική στιγμή. Αυτή την περίοδο η προσοχή της κοινής γνώμης είναι εστιασμένη αλλού, ενώ η γειτονική χώρα έλαβε το πράσινο φως για την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων στην ΕΕ και εντάχθηκε επισήμως στο ΝΑΤΟ βάσει της Συμφωνίας των Πρεσπών. Οι επικριτές της εν λόγω συμφωνίας εξαρχής είχαν επισημάνει ότι μολονότι αυτή δεν αφήνει περιθώριο έγερσης μειονοτικών ζητημάτων από τις κυβερνήσεις, εντούτοις δεν εμποδίζει ιδιώτες να προβούν σε τέτοιες διεκδικήσεις. Ο χρόνος θα δείξει τι μέλλει γενέσθαι.