Με τον υπουργό Εξωτερικών Γιώργο Γεραπετρίτη να ετοιμάζει τις βαλίτσες του για να πραγματοποιήσει επίσκεψη εργασίας στην Τουρκία στις 5 Σεπτεμβρίου, όπου θα έχει συνομιλίες με τον Υπουργό Εξωτερικών της Τουρκικής Δημοκρατίας, Hakan Fidan, οι Τούρκοι μας τρίβουν στο πρόσωπο τις νίκες τους σε Ματζικέρτ και Τουμλού- Μπουνάρ.
Ο τούρκος πρόεδρος μάλιστα αναφερόμενος στην πρώτη νίκη επι των Βυζαντινών δήλωσε:: «Εμείς δεν πατήσαμε το πόδι μας στην Ανατολία με το Μαλάζγκιρτ. Ήμασταν ήδη εδώ πολύ πιο πριν».
Ο Ερντογάν μίλησε στην εκδήλωση για τον εορτασμό της 952ης επετείου της Νίκης του Ματζικέρτ που διοργανώθηκε στη Μους.
«Τιμώ με σεβασμό και ευγνωμοσύνη όλους τους ήρωες, μάρτυρες, βετεράνους και σουλτάνους της καρδιάς μας που μετέτρεψαν την Ανατολία σε πατρίδα μας» είπε ο Τούρκος Πρόεδρος και πρόσθεσε: «Ανακοινώνουμε για άλλη μια φορά από εδώ την επιμονή και την αποφασιστικότητά μας να προστατεύσουμε αυτή τη γη, την οποία μας άφησε κληρονομιά ο Σουλτάνος Αλπαρσλάν και κάθε στρατιώτης του στρατού του, μέχρι την τελευταία σταγόνα του αίματός μας. Αυτή η αλήθεια δεν πρέπει ποτέ να ξεχαστεί, το Μαλάζγκιρτ δεν ήταν ένας συνηθισμένος πόλεμος, μια συνηθισμένη νίκη».
Ο Ερντογάν μάλιστα επισήμανε: «Δεν πατήσαμε το πόδι μας στην Ανατολία με το Μαλάζγκιρτ. Είμασταν ήδη εδώ πολύ πιο πριν. Το Μαλάζγκιρτ άνοιξε τις πύλες της πολιτικής κυριαρχίας μας στην Ανατολία. Η νίκη που επιτεύχθηκε εδώ διασφάλισε πρώτα την ίδρυση του Κράτους των Σελτζούκων της Ανατολίας και έδωσε το μεγαλύτερο πλήγμα στις επιδρομές των σταυροφόρων.
Στη συνέχεια, με τους επιτυχημένους αγώνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία ύψωσε τη σημαία της με την ίδια πίστη, συνέβαλε καθοριστικά στην κατάκτηση των Βαλκανίων και της Ιστάνμπουλ . Με άλλα λόγια, το Μαλάζγκιρτ είναι ο μεγαλύτερος αδερφός του Ιζνίκ, της Κόνια, της Μπούρσα, της Εντίρνε και της Ιστάνμπουλ. Αυτή είναι η αφετηρία της αλυσίδας των νικών που μας οδήγησε μέχρι τις πύλες της Βιέννης».
Το τουρκικό υπουργείο Άμυνας εν τω μεταξύ έδωσε βίντεο αναφερόμενο στην νίκη τον Αύγουστο του 1922 στην μάχη του Τουμλού- Μπουνάρ.
Στην ελληνική ιστοριογραφία η μάχη του Τουμλού-Μπουνάρ είναι καταγεγραμμένη ως η μάχη του Αλή Βεράν και έχει ως εξής:
«Στις 16 Αυγούστου 1922 και στις 10 π.μ. η "Ομάδα Φράγκου" (47.000 άνδρες με 126 πυροβόλα) η οποία βρισκόταν στην αμυντική τοποθεσία Τουμλού - Μπουνάρ, δέχτηκε την επίθεση των Τουρκικών μονάδων. Στις 11 π.μ. κατέφθασαν εχθρικές ενισχύσεις και ο Πλαστήρας πρότεινε στον Φράγκου αντεπίθεση προς ανατολάς, ώστε οι δυνάμεις τους να ενωθούν με την "Ομάδα Τρικούπη" (50.000 άνδρες, 158 πυροβόλα). Ο Φράγκου αποδέχτηκε την πρόταση, ωστόσο η καθυστερημένη ανταπόκρισή του (περί μισής ώρας) είχε ως αποτέλεσμα, εν τω μεταξύ, οι Τούρκοι να καταλάβουν την ισχυρά οχυρωμένη θέση Τουκλού Τεπέ, διασπώντας έτσι οριστικά στα δύο, τις ελληνικές μονάδες. Τότε ο Φράγκου διέταξε σύμπτυξη και στις 22 μ.μ. η Ομάδα του έφτασε στο Χαλτιμπάγ, ενώ στις 2 π.μ. της επομένης μέρας βρίσκονταν στο Ισλάμκιοϊ. Στις 6 π.μ. της 17ης Αυγούστου οι Τρικούπης και Διγενής έφτασαν στο Σάλκιοϊ. Ο πρώτος, με μεγάλη καθυστέρηση, διέταξε υποχώρηση προς Μπανάζ, μέσω της οδού Σάλκιοϊ - Αλή Βεράν.
Την 17η Αυγούστου 1922, με την ανατολή του ηλίου, τα τμήματα των ελληνικών μεραρχιών Ι , ΙV και V, μεταξύ του ποταμού Ακάρ (παραποτάμου του ποταμού Σαγγαρίου) και του Τουμλού Μπουνάρ δέχθηκαν επίθεση από ανατολάς και νότου. Οι ελληνικές μονάδες υπέστησαν καταιγισμό βολών πυροβολικού και είχαν τεράστιες απώλειες. Οι επιθέσεις του τουρκικού Πεζικού (6 Μεραρχίες) και Ιππικού (1 Μεραρχία) που ακολούθησαν τον κανονιοβολισμό, αποκρούσθηκαν χάρις στις ύστατες προσπάθειες των Ελλήνων στρατιωτών, όμως η πλάστιγα σύντομα έγειρε σε βάρος τους. Αρκετά τμήματα των μεταγωγικών και βοηθητικών σχηματισμών πανικοβλημένα, διαλύθηκαν και επιχείρησαν να σωθούν με άτακτη φυγή, αλλά σφαγιάσθηκαν από τους τούρκους ιππείς.
Σημειώθηκαν τότε πολλά περιστατικά που καταδείκνυαν το βαθμό του πανικού αλλά και της απελπισίας των ελλήνων στρατιωτών, όπως περιπτώσεις κατά τις οποίες αξιωματικοί πυροβολήθηκαν από τους λιποτακτούντες φαντάρους, που εν συνεχεία και στην προσπάθεια διαφυγής τους, προέβαιναν σε βιαιοπραγίες κατά τούρκων αμάχων. Εξαίρεση αποτέλεσε η συντεταγμένη υποχώρηση του 5/42 Ευζωνικού Συντάγματος (Πλαστήρα) που κάλυψε επιτυχώς την υποχώρηση της 1ης μεραρχίας, υποχρεώνοντας τον αντίπαλο τούρκο διοικητή Ρεσάτ Μπέη (ο οποίος απέτυχε να ανατρέψει τους Έλληνες από τη θέση τους στο ύψωμα 1310 εντός μίας ώρας, όπως είχε υποσχεθεί στο Κεμάλ) να αυτοκτονήσει από ευθιξία, σύμφωνα όμως μέ την Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, η απόκρουση της επίθεσης του Ρεσάτ μπέη και η αυτοκτονία του έγιναν 4 ημέρες νωρίτερα και 20 χιλιόμετρα μακρυά, στο ύψωμα Χασάν Μπέλ ,από άλλη μονάδα.
Ωστόσο, οι τουρκικές δυνάμεις κατέλαβαν ένα στρατηγικό σημείο, το "Δασωμένο Λόφο" που τους επέτρεψε να ελέγχουν το σύνολο του πεδίου μάχης. Ο ταγματάρχης Βλάχος και ο αντισυνταγματάρχης Κωνσταντίνος Τσάκαλος προσπάθησαν να συγκρατήσουν τους άνδρες τους, αλλά δεν τα κατάφεραν, με τον δεύτερο να φονεύεται. Επίσης, μαχόμενος έπεσε ο αντισυνταγματάρχης Αθανάσιος Σακέτας, που αρνήθηκε να παραδοθεί στους τούρκους και διέταξε γενική επίθεση των ανδρών του.
Περαιτέρω, ο ουλαμός των υποψήφιων εφέδρων αξιωματικών εξολοθρεύτηκε ολοσχερώς. Οι στρατηγοί Τρικούπης και Διγενής, με το αρχηγείο τους εκτεθειμένο και βαλλόμενο συνεχώς από τα εχθρικά πυρά, διηύθυναν την άμυνα των μονάδων που κρατούσαν ακόμη μέχρι που σκοτείνιασε. Οι Τούρκοι, διστακτικοί μπροστά στην απεγνωσμένη αντίσταση και φοβούμενοι μήπως χτυπήσουν φίλια τμήματα, σταμάτησαν τα πυρά. Την νύχτα, εγκαταλείποντας όλο το τροχήλατο υλικό, τα πεδινά πυροβόλα, τα βλητοφόρα τους, τα φορτηγά αυτοκίνητα και όλους τους τραυματίες που δεν μπορούσαν να βαδίσουν, οι ελληνικές δυνάμεις αποχώρησαν από το πεδίο της Μάχης του Αλή Βεράν κατευθυνόμενες δυτικά, προς το χωριό Κετσιλέρ».