Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, είναι σε εξέλιξη πολιτικο-διπλωματικές διεργασίες, για το Κείμενο Συμπερασμάτων που θα εκδοθεί σήμερα, Παρασκευή, μετά το πέρας της Συνόδου Κορυφής.
Κατά τα φαινόμενα, οι κυρώσεις που θα αποφασιστούν θα αφορούν πρόσωπα και όχι την ίδια την Τουρκία και θα είναι αντίστοιχες με εκείνες που αποφασίστηκαν για τη Λευκορωσία.
Αυτό σημαίνει ότι η Ε.Ε. τηρεί στάση αναμονής στις τουρκικές προκλήσεις και παραβιάσεις κυρίως εναντίον της Κύπρου αλλά και εναντίον της Ελλάδος και δεν είναι σε θέση να πάρει γενναίες αποφάσεις για να αντιμετωπίσει την τουρκική προκλητικότητα και τον τουρκικό ισλαμικό ιμπεριαλισμό.
Μια επιφανειακή ανάγνωση, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι για τη διστακτικότητα της Ε.Ε. να αντιμετωπίσει με ουσιαστικό και ριζικό τρόπο την Τουρκία, τις βασικές ευθύνες έχει η Γερμανία και δευτερευόντως η Ιταλία και η Ισπανία.
Είναι όμως έτσι;
Η απάντηση είναι όχι και αυτό δεν έχει να κάνει με το γεγονός ότι η Ε.Ε. έχει προχωρήσει στην πολιτική και αμυντική ολοκλήρωση. Έχει να κάνει με τον παράγοντα ΗΠΑ, οι οποίες αφ’ ενός μεν επηρεάζουν την πορεία της πολιτικής και αμυντικής ολοκλήρωσης και αφ’ ετέρου ελέγχουν σε πολύ μεγάλο βαθμό το ΝΑΤΟ. Γιατί είναι περίπου αφελές να σκεφθεί κανείς ότι ο Στόλτεμπεργκ κάνει του… κεφαλιού του, όταν κάνει αυτές τις απαράδεκτες έως εξοργιστικές δηλώσεις ξεπλύματος της Τουρκίας, όποτε ο Ερντογάν στριμώχνεται πολιτικά και διπλωματικά στις Βρυξέλες.
Το ζήτημα λοιπόν είναι ότι οι ΗΠΑ δεν έχουν αποφασίσει ακόμα τι θα πράξουν και πώς θα αντιμετωπίσουν το φαινόμενο νεοοθωμανική ιμπεριαλιστική Τουρκία, δυνητική προστάτις των απανταχού μουσουλμάνων, με βλέψεις να καταστεί παγκόσμια δύναμη, τουλάχιστον «ισοϋψής» με Ρωσία, Κίνα, την Αγλγία και ΗΠΑ. Για την Ευρώπη, τη Γερμανία και τη Γαλλία, δεν το συζητάμε, ο Ερντογάν τις θεωρεί «ξοφλημένες» και του χεριού του.
Οι ΗΠΑ λοιπόν, τα χρόνια της διοίκησης Τραμπ, όχι μόνο δεν έκαναν τίποτε για να διαχειριστούν το πρόβλημα που αναδύεται στην περιοχή, αλλά, αφ’ ενός μεν με την αποχώρηση από την περιοχή της Μέσης Ανατολής και της Αν. Μεσογείου και αφ’ ετέρου με τις μέχει παρεξηγήσεως ειδικές σχέσεις που είχε αναπτύξει σε προσωπικό και οικογενειακό επίπεδο ο Τραμπ με τον Ερντογάν, στην ουσία το επιδείνωσαν, για να μην πούμε το δημιούργησαν.
Άρα, όσο οι ΗΠΑ δεν αποφασίζουν τι θέλουν να κάνουν με την Τουρκία, είναι περίπου αφελές να περιμένουμε από την Ευρώπη που ξέρουμε να πάρει αποτελεσματικά μέτρα εναντίον αυτής της μείζονος απειλής που αναδύεται στην περιοχή μας, που έχει στενάξει από τον οθωμανικό ζυγό και τη βαρβαρότητα των οθωμανών πασάδων για τέσσερις αιώνες και είναι αντιμέτωπη πάλι με την ίδια ή και χειρότερη απειλή.
Για όσους έχουν αμφιβολίες για τη βαρβαρότητα της νεοοθωμανικής μπότας, ας ρωτήσουν τους Κούρδους του Αφρίν, του Γκίρε Σπι και της Σερκάνιγιε, ας ρωτήσουν τους Κούρδους του Κόμματος της Δημοκρατίας των Λαών (HDP), που μετρούν 16 χιλιάδες συλλήψεις στελεχών τους τα τελευταία χρόνια, τέσσερις χιλιάδες από τους οοίους συνελήφθησαν. Ας ρωτήσουν τους Αρμενίους του Αρτσάχ, ας ρωτήσουν τους Έλληνες της Κύπρου, που βλέπουν καθημερινά τα σπίτια τους να τα κατέχουν και να λεηλατούν τις περιουσίες τους οι έποικοι, ας ρωτήσουν τους κατοίκους της Αμμοχώστου, που βλέπουν τους Τούρκους, με πρώτον και «καλύτερον» τον Ερντογάν και τη μαφία του, να ορέγονται τα σπίτια και τις περιουσίες τους στα Βαρόσια.
Η Ευρώπη δεν θα λάνει τίποτε δραστικό και ουσιαστικό εναντίον της Τουρκίας, γιατί δεν μπορεί να το κάνει μόνη της, αν δεν ανάψει πράσινο φως από την Ουάσιγκτον.
Άρα, αυτό που έχουμε να κάνουμε, είναι να περιμένουμε τη νέα διοίκηση των ΗΠΑ.
Εάν ο Ερντογάν, κατορθώσει και δημιουργήσει σχέσεις αλληλοεξάρτησης με το σύστημα Μπάιντεν, η ιστορία θα συνεχιστεί, με ό,τι αυτό σημαίνει για την Λιβύη, τη Συρία, τους Κούρδους, το Ιράκ, τους Αρμενίους, την Κύπρο, την Ελλάδα, την ίδια την Ε.Ε.
Εάν όχι, θα πρέπει να περιμένουμε ως το καλοκαίρι, τις διαβουλεύσεις που θα γίνουν μεταξύ Ε.Ε. και ΗΠΑ.
Εκεί θα παιχτεί το παιχνίδι.
Αυτό δεν σημαίνει ότι η Κύπρος και η Ελλάδα θα πρέπει να περιμένουμε μοιρολατρικά τι θα αποφασίσουν άλλοι για μας.
Το έχουμε ξαναγράψει. Η απειλή, που είναι ήδη εντός των πυλών, έχει ενεργοποιήσει την ελληνική διπλωματία και τις ένοπλες δυνάμεις και γίνονται βήματα προς τη σωστή κατεύθυνση.
Πρέπει να συνεχίσουμε, όπως πρέπει να συνεχίσουμε την ενεργό διπλωματία στις Βρυξέλλες, στις πρωτεύουσες της Ε.Ε. και του αραβικού κόσμου, στο Νέο Δελχί, το Κίεβο, τη Μόσχα, το Πεκίνο, και κυρίως στην Ουάσιγκτον.
Το έχουμε ξαναγράψει. Ο Ελληνισμός των ΗΠΑ, είναι πολύ πι ισχυρός σε πολιτικό αλλά και οικονομικό επίπεδο από τα ελληνικά κράτη σε Ελλάδα και Κύπρο. Απλά, η ισχύς του είναι ασύντακτη, γιατί ασύντακτο και αποπροσανατολισμένο είναι το λεγόμενο εθνικό κέντρο.
Ιδού πεδίο δόξης λαμπρόν, λοιπόν.