«Είναι η πολιτική, ανόητε», θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς βλέποντας το τουρκικό πλωτό γεωτρύπανο Yavuz να επιστρέφει στα νερά της Ανατολικής Μεσογείου. Είναι η πολιτική… γιατί σίγουρα δεν είναι η οικονομία. Με καθαρά οικονομικούς όρους, η κίνηση της Άγκυρας να στείλει το Yavuz πίσω στην κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη σε μια τέτοια χρονική συγκυρία δεν βγάζει νόημα. Οι τιμές του πετρελαίου έχουν πια καταρρεύσει διεθνώς εν μέσω πανδημίας ακολουθώντας την κατακρήμνιση στη ζήτηση που επέφερε το γενικευμένο lockdown, με τους ενεργειακούς κολοσσούς να αναθεωρούν πολλά από τα σχέδιά τους βάζοντας στον πάγο ή αναβάλλοντας για τα επόμενα χρόνια γεωτρήσεις που ήταν κανονικά προγραμματισμένο να πραγματοποιηθούν φέτος.
Για το λόγου το αληθές, αρκεί μια ματιά στην Ανατολική Μεσόγειο. Η αμερικανική ExxonMobil ανακοίνωσε πως αναβάλλει για το 2021 τις γεωτρητικές έρευνες που ήταν προγραμματισμένο να ξεκινήσουν τον Ιούλιο στον Οικόπεδο 10 της κυπριακής ΑΟΖ. Προς την ίδια κατεύθυνση, της αναβολής δηλαδή των γεωτρήσεων που είχε προγραμματίσει για φέτος στο Οικόπεδο 6, φέρεται να κινείται και η γαλλοϊταλική κοινοπραξία των TOTAL-ENI. Αλλά και νοτιότερα, η Αίγυπτος έχει πια διακόψει, ήδη από τα μέσα Μαρτίου, τις εξαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου από τον σταθμό του Ιντκού κοντά στην Αλεξάνδρεια. Σύμφωνα μάλιστα με τα σχετικά δημοσιεύματα, οι αιγυπτιακές εξαγωγές LNG από το Ιντκού δεν πρόκειται να ξαναπάρουν μπρος πριν από την τρίτη εβδομάδα του Ιουλίου.
Σημειωτέον ότι και οι τιμές του φυσικού αερίου (που δεν ακολουθούν οπωσδήποτε την πορεία των τιμών του πετρελαίου) έχουν, επίσης, υποχωρήσει σημαντικά από την αρχή της χρονιάς, με την πανδημία του κορονοϊού να διαδέχεται έναν σχετικά ήπιο από άποψη θερμοκρασιών χειμώνα επιφέροντας έτσι απανωτά πλήγματα στη ζήτηση.
Και ενώ οι «μεγάλοι» βγάζουν τις μηχανές από την πρίζα, το καθεστώς Ερντογάν σπεύδει αντιθέτως να κάνει μια νέα γεώτρηση στην Κύπρο (την κατά σειρά 6η μέσα σε διάστημα 13 μηνών) ή τουλάχιστον να εμφανιστεί πως κάνει, σύμφωνα με το "Έθνος" και τον Γιώργο Σκαφιδά. Γνωρίζει, άραγε, η τουρκική κρατική εταιρεία πετρελαίου TPAO, μια εταιρεία που δεν έχει πραγματοποιήσει μέχρι σήμερα ούτε μία επιτυχημένη γεώτρηση offshore, κάτι το οποίο δεν γνωρίζουν η Exxon και η TOTAL για τα ενεργειακά κοιτάσματα της Ανατολικής Μεσογείου ή τις προοπτικές της διεθνούς αγοράς ενέργειας; Προφανώς και όχι.
Θα μπορούσε, άραγε, η κρατική τουρκική TPAO να εξασφαλίσει άμεσα κέρδη από offshore γεωτρήσεις σε μια τέτοια συγκυρία; Σε καμία περίπτωση. Εκτός, βέβαια, και εάν τα κέρδη δεν είναι οικονομικά ή ενεργειακά αλλά άλλου τύπου... Με οδηγία προς ναυτιλομένους (TURNHOS N/W : 0618/20) που εξέδωσε στις 15 Απριλίου μέσω του σταθμού της Αττάλειας, η Τουρκία εξήγγειλε την πραγματοποίηση γεώτρησης από το πλωτό γεωτρύπανο Yavuz το διάστημα από τις 20 Απριλίου (Δευτέρα του Πάσχα) έως και τις 18 Ιουλίου σε περιοχή εντός των Οικοπέδων 6 και 7 της οριοθετημένης κυπριακής ΑΟΖ, Οικοπέδων τα οποία υπενθυμίζεται πως έχουν αδειοδοτηθεί στην γαλλοϊταλική κοινοπραξία των TOTAL και ENI.
Το ενδεχόμενο να καταφέρει στην παρούσα φάση η τουρκική TPAO ό,τι δεν έχει καταφέρει τους τελευταίους 13 μήνες: να φέρει σε πέρας δηλαδή μια επιτυχημένη γεώτρηση (έπειτα από πέντε αποτυχημένες) στα μεγάλα βάθη της Ανατολικής Μεσογείου αντιμετωπίζεται ως σχεδόν απίθανο, δεδομένου ότι εκείνη ακόμη δεν διαθέτει την απαιτούμενη τεχνική υποστήριξη και τεχνογνωσία. Αλλά ακόμη και αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, η μεσομακροπρόθεσμη οικονομική/ενεργειακή/εμπορική απόδοση μιας τέτοιας επιτυχίας θα αμφισβητείτο μέσα σε συνθήκες πετρελαϊκού κραχ όπως είναι οι τρέχουσες.
Η στόχευση, ωστόσο, του Ερντογάν είναι στην πραγματικότητα άλλη. Το δήλωσε, άλλωστε, και ο ίδιος ο Τούρκος πρόεδρος κατά το διάγγελμα που απηύθυνε προς τον τουρκικό λαό στις 20 Απριλίου. «Η Τουρκία θα συνεχίσει να χαλάει όλα τα κακόβουλα παιχνίδια (σ.σ. «evil games» στην αγγλική μετάφραση που έδωσε στη δημοσιότητα η τουρκική προεδρία) που παίζονται στη Μεσόγειο», διεμήνυσε χαρακτηριστικά ο 66χρονος Ερντογάν φωτογραφίζοντας προφανώς ως «κακόβουλο σχέδιο» οτιδήποτε δεν έχει μέχρι στιγμής υποκύψει στους τουρκικούς εκβιασμούς: είτε πρόκειται για το καθ’ όλα νόμιμο ενεργειακό πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, είτε για τον προτεινόμενο αγωγό φυσικού αερίου East Med που θα μεταφέρει φυσικό αέριο από το Ισραήλ στην Ευρώπη μέσω Ελλάδας και Κύπρου, είτε για τα πολυμερή σχήματα συνεργασίας που συνεχίζουν να λειτουργούν στην Ανατολική Μεσόγειο χωρίς την Άγκυρα, είτε για τις επίμονες δηλώσεις απόρριψης του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου συναντίληψης περί των θαλασσίων οριοθετήσεων.
«Οι δραστηριότητες για τους υδρογονάνθρακες θα συνεχιστούν. Τώρα έχουμε και ένα τρίτο πλωτό γεωτρύπανο, το Kanuni, και ίσως το στείλουμε, εάν χρειαστεί, στην περιοχή», δήλωνε ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου στις 14 Απριλίου, μιλώντας μέσω τηλεδιάσκεψης σε εκδήλωση του αμερικανικού Atlantic Council.
Για τον Ερντογάν, το Yavuz, όπως άλλωστε και όλα τα άλλα «ερευνητικά» πλοία της Τουρκίας είτε πρόκειται για γεωτρύπανα (Yavuz, Fatih, Kanuni) είτε για σεισμογραφικά (Oruç Reis, Barbaros), δεν αποτελούν απλώς «όχημα» ερευνών αλλά πρωτίστως (γεω)πολιτικών διεκδικήσεων. Λειτουργούν κατά τρόπο πειρατικό, ως εισβολείς/σκαπανείς που ανοίγουν το δρόμο, προκειμένου να μπορέσει η Τουρκία να μπει σφήνα στα «χωράφια» των γειτονικών χωρών εξασφαλίζοντας προκεχωρημένα διαπραγματευτικά εφαλτήρια υπό μορφή εκβιαστικών κεκτημένων.
Το ίδιο ισχύει και στην παρούσα φάση. Την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, η Τουρκία διατηρούσε τρία πλοία εντός της κυπριακής ΑΟΖ: το Yavuz στα δυτικά, το σεισμογραφικό Oruç Reis επίσης στα δυτικά κοντά στα θαλάσσια σύνορα με την Ελλάδα, και το σεισμογραφικό Barbaros στα ανατολικά. Στέλνοντας το Yavuz και το Oruç Reis πίσω στην Ανατολική Μεσόγειο, ο Ερντογάν στέλνει παράλληλα και μια σειρά από μηνύματα προς όλες τις κατευθύνσεις εντός και εκτός των συνόρων:
- Συντηρεί τον μύθο της «μεγάλης Τουρκίας» που ως «περιφερειακή δύναμη» διεκδικεί ρόλο επικυρίαρχου στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
- Επαναφέρει στο τραπέζι εκείνον τον επίμονο τουρκικό εκβιασμό σύμφωνα με τον οποίο καμία συμφωνία δεν μπορεί να προχωρήσει στην Ανατολική Μεσόγειο χωρίς την προηγούμενη έγκριση της Άγκυρας.
- Κρατά ζωντανό τον τουρκικό μεγαλοϊδεατισμό, δικαιολογώντας παράλληλα και τα περίπου 1 δισεκατομμύριο δολάρια που έχει επενδύσει μέχρι σήμερα η Τουρκία στην αγορά πλοίων για την πραγματοποίηση offshore γεωτρήσεων.
- Στέλνει το μήνυμα ότι παρά της κρίση της πανδημίας του κορονοϊού, η Τουρκία δεν πρόκειται να κάνει πίσω ούτε στιγμή σε καμία από τις διεκδικήσεις της.
- Στέλνει, παράλληλα, μηνύματα τουρκικού παρεμβατισμού και προς την πλευρά των κατεχομένων εν όψει των «προεδρικών εκλογών» που πρόκειται να διεξαχθούν εκεί τον ερχόμενο Οκτώβριο.
- Αφήνει να εννοηθεί ότι όταν οι άλλοι βάζουν στον πάγο ή αναβάλλουν κάποια από τα προγραμματισμένα σχέδιά τους (όπως έκανε η ExxonMobil στην κυπριακή ΑΟΖ), η Τουρκία αντιθέτως συνεχίζει δηλώνοντας παρούσα.
- Στέλνει το μήνυμα ότι οι ευρωπαϊκές κυρώσεις κατά της Τουρκίας, τουλάχιστον όπως έχουν διαμορφωθεί μέχρι στιγμής, δεν αρκούν για να ακυρώσουν τα τουρκικά σχέδια.
- Δημιουργεί φρούδες ελπίδες στο εσωτερικό ότι το μέλλον διαγράφεται λαμπρό για την τουρκική οικονομία παρά τα τρέχοντα προβλήματα.
- Συντηρεί, παράλληλα, και το αφήγημα γύρω από το τουρκολιβυκό μνημόνιο που έρχεται να λειτουργήσει ως επέκταση των διεκδικήσεων της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ και νοτίως του Καστελόριζου.
«Η εξαγγελθείσα, νέα, τουρκική γεώτρηση, η έκτη σε λιγότερο από ένα χρόνο, αποκαλύπτει τις πραγματικές προθέσεις της Άγκυρας, η οποία συνεχίζει την υλοποίηση των παράνομων επεκτατικών της σχεδιασμών. Πρόκειται για άλλη μια “πειρατική” ενέργεια που συνιστά κατάφωρη παραβίαση των κυριαρχικών δικαιωμάτων και της δικαιοδοσίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου. Το ίδιο ισχύει και για τις συνεχιζόμενες σεισμικές έρευνες που η Τουρκία διενεργεί παράνομα εντός της ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά και για τη συνεχιζόμενη “στρατικοποίηση” των θαλασσών γύρω από την Κύπρο, η οποία θέτει σε κίνδυνο την ειρήνη και την ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο», σημειώνει από την πλευρά της, με ανακοίνωση που έδωσε στη δημοσιότητα, η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας.