Σε μια πορεία αύξησης της θερμοκρασίας κατά 2,8 βαθμούς Κελσίου αυτό τον αιώνα κρατούν τον πλανήτη οι κυβερνητικές δεσμεύσεις για μείωση των εκπομπών αερίου του θερμοκηπίου, έπειτα από την «θλιβερά ανεπαρκή» πρόοδο για περιορισμό της υπερθέρμανσης, σημειώνεται σε έκθεση των Ηνωμένων Εθνών, σύμφωνα με την ερτ.
Υπενθυμίζεται ότι εκπρόσωποι από όλο τον κόσμο θα συναντηθούν από τις 6 έως τις 18 Νοεμβρίου στις συνομιλίες για το κλίμα COP27 στην Αίγυπτο, σε μια προσπάθεια να περιορίσουν την αύξηση της θερμοκρασίας σε λιγότερο από 2 βαθμούς πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα και ιδανικά στο 1,5 βαθμό Κελσίου.
Μέχρι στιγμής, οι επιπρόσθετες δεσμεύσεις από την προηγούμενη σύνοδο του ΟΗΕ για το Κλίμα πέρυσι στη Σκωτία αφαιρούν 0,5 γιγατόνους ισοδύναμου διοξειδίου του άνθρακα (GtCO2e), λιγότερο από 1% των εκτιμώμενων παγκόσμιων εκπομπών το 2030, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Περιβαλλοντικού Προγράμματος του ΟΗΕ (UNEP) που δημοσιεύθηκε σήμερα.
Οι τωρινές πολιτικές, αν δεν ενισχυθούν, θα οδηγήσουν πιθανόν σε αύξηση κατά 2,8 βαθμούς Κελσίου στη θερμοκρασία έως τα τέλη του αιώνα, κατά 0,1 βαθμό υψηλοτέρα από τις εκτιμήσεις της περασμένης χρονιάς.
«Είχαμε την ευκαιρία να κάνουμε σταδιακά αυξανόμενες αλλαγές, αλλά αυτή η περίοδος τελείωσε. Μόνο ένας εις βάθος μετασχηματισμός των οικονομιών και των κοινωνιών μας μπορεί να μας σώσει από μια επιταχυνόμενη κλιματική αλλαγή», δήλωσε η εκτελεστική διευθύντρια του UNEP Ίνγκερ Άντερσεν.
Σημειώνεται ότι οι παγκόσμιες εκπομπές το 2030 υπολογίζονται στα 58 GtCO2e με βάση τις σημερινές πολιτικές. Η διαφορά μεταξύ δεσμεύσεων και περιορισμού της αύξησης της θερμοκρασίας στους 2 βαθμούς Κελσίου είναι 15 GtCO2e κατ’ έτος και για τον 1,5 βαθμό είναι 23 GtCO2e κατ’ έτος.
Ούτως ώστε να περιοριστεί η αύξηση της θερμοκρασίας στο 1,5 βαθμό Κελσίου, οι ετήσιες εκπομπές πρέπει να μειωθούν κατά 45% συγκριτικά με τις προβλέψεις για τις εκπομπές με βάση τις σημερινές πολιτικές σε μόλις οκτώ χρόνια και ο μετασχηματισμός της παγκόσμιας οικονομίας σε οικονομία χαμηλού άνθρακα θα απαιτήσει επενδύσεις τουλάχιστον 4-6 τρισ. δολαρίων, σύμφωνα με την έκθεση.