Φόβους για σεισμό που μπορεί να ξεπεράσει τους 6 βαθμούς της Κλίμακας Ρίχτερ και να ταρακουνήσει τη Θεσσαλονίκη αλλά και τις γύρω περιοχές εγείρει η μελέτη που διεξήγαγε η ομάδα του αναπληρωτή καθηγητή Τεκτονικής Γεωλογίας, Γεωπεριβάλλοντος και Φυσικών Καταστροφών και διευθυντή του Εργαστηρίου Ορυκτολογίας – Γεωλογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών, Γιάννη Παπανικολάου.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης και όπως τονίζει ο ίδιος ο Γιάννης Παπανικολάου μιλώντας στο Newsbeast «πολύ κοντά στον αστικό ιστό της Θεσσαλονίκης υπάρχουν δύο ενεργά σεισμικά ρήγματα».
Ο διευθυντής του Εργαστηρίου Ορυκτολογίας – Γεωλογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών εξηγεί πως πρόκειται για τα ρήγματα Κριθιάς – Ασσήρου και Δρυμού.
Πώς έγινε η μελέτη που ανέδειξε τα δύο ενεργά ρήγματα της Θεσσαλονίκης
«Με παλαιοσεισμολογικές μεθόδους μέσω της παλαιοσεισμολογίας κάναμε τάφρους, σπάσαμε σε περιοχές που πιστεύαμε πως υπήρχαν ρήγματα θέλοντας να διαπιστώσουμε εάν όντως υπάρχουν και εάν είναι ενεργά. Πήραμε δείγματα εδάφους και οργανικού υλικού τα οποία είχαν μετατοπιστεί και μας έδωσαν τις ηλικίες μετατόπισης των στρωμάτων αυτών από παλαιότερους σεισμούς.
Μέσα από αυτή τη διαδικασία ουσιαστικά επιβεβαιώσαμε ένα ρήγμα το οποίο ήταν ”πιθανά ενεργό” από συναδέλφους παλαιότερα, ως ”ενεργό”, το ρήγμα στον Δρυμό και αναδείξαμε την ύπαρξη ενός νέου αχαρτογράφητου ρήγματος της Κριθιάς – Ασσήρου το οποίο είδαμε πως επηρεάζει το υδρογραφικό δίκτυο. Υπάρχει ένα ρέμα που κατεβάζει νερό το οποίο με το που συναντά το ρήγμα κάνει μια απότομη στροφή 90 μοιρών. Επηρεάζει δηλαδή το ανάγλυφο άρα και το πώς κινείται το νερό επιφανειακά» επισημαίνει ο Γιάννης Παπανικολάου.
«Τα ρήγματα είναι περίπου της τάξης των 10 χιλιομέτρων σε μήκος και μπορούν να δώσουν το μέγιστο 6,1 με 6,2 βαθμούς της Κλίμακας Ρίχτερ σεισμό. Ένα ακραίο σενάριο είναι να ενεργοποιηθούν με ένα άλλο παράλληλο ρήγμα του Δρυμού και σε αυτή την περίπτωση το μέγεθος θα είναι πάνω από 6,5 βαθμούς της Κλίμακας Ρίχτερ. Αυτό βέβαια το σενάριο είναι απίθανο να το δούμε στην πράξη» τονίζει.
Μπορούν τα εν λόγω ρήγματα να προκαλέσουν μεγάλες ζημιές;
Ο διευθυντής του Εργαστηρίου Ορυκτολογίας – Γεωλογίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών διευκρινίζει πως ακόμη και σε περίπτωση ισχυρού σεισμού τα δύο ρήγματα αν και βρίσκονται αρκετά κοντά στον πολεοδομικό ιστό τη Θεσσαλονίκης δεν είναι ικανά να προκαλέσουν μεγάλες ζημιές.
«Και τα δύο ρήγματα έχουν περιορισμένο δυναμικό ως προς το μέγεθος, δηλαδή μιλάμε για 6,1 με 6,4 Ρίχτερ το πολύ. Έχουν επηρεάσει το ανάγλυφο αλλά και τα δύο ”κλείνουν” δηλαδή ”βυθίζονται” μακριά από την πόλη στα περίπου 20 με 25 χιλιόμετρα βόρεια της Θεσσαλονίκης» αναφέρει ο αναπληρωτής καθηγητής Τεκτονικής Γεωλογίας στο Newsbeast.
«Το ένα ”βυθίζεται” προς τον Βορρά και το δεύτερο Βορειοανατολικά έτσι δεν αναμένεται να προκαλέσουν μεγάλες ζημιές σε πιθανή επαναδραστηριοποίησή τους» επισημαίνει ο Γιάννης Παπανικολάου.
Στοιχεία από τη μελέτη του Lab of Mineralogy and Geology-Agricultural Univ Athens παρουσιάζονται στη σελίδα του στο Facebook.
Ειδικότερα, σε ανάρτηση που δημοσιεύθηκε στις 13/2 αναλύονται μερικά από τα ευρήματα της μελέτης.
Η ανάρτηση του Lab of Mineralogy and Geology-Agricultural Univ Athens
«H νέα μας εργασία για τα ενεργά ρήγματα στην Λεκάνη της Μυγδονίας ΒΑ της Θεσσαλονίκης με βάση παλαιοσεισμολογικές τομές και γεωχρονολογήσεις.
Τα βασικά χαρακτηριστικά της εργασίας:
- Επιβεβαιώνουμε για πρώτη φορά με trenching και γεωχρονολόγηση ότι και τα ρήγματα διεύθυνσης ΒΔ-ΝΑ είναι ενεργά (εκτός από τα Α-Δ που είναι γνωστά και τα κύρια). Αυτό αλλάζει λίγο και την θεώρηση για τον εντοπισμό των ενεργών δομών στην Βόρεια Ελλάδα.
- Αναδεικνύουμε την ύπαρξη ενός νέου αχαρτογράφητου μέχρι στιγμής ενεργού ρήγματος διεύθυνσης περίπου Α-Δ και μήκους περίπου 10km, του Ρήγματος Κριθιάς-Ασσηρου το οποίο επηρεάζει και το υδρογραφικό δίκτυο. Το ρήγμα αυτό παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί βυθίζεται προς Βορρά (και όχι ως προς νότο όπως πρωτίστως θα αναμέναμε) και επί της ουσίας οριοθετεί την Μυγδόνια λεκάνη προς βορρά. Υπενθυμίζουμε ότι η λεκάνη οριοθετείται προς νότο από το ρήγμα του έδρασε το 1978. Παρόλα αυτά το ρήγμα Κριθιάς-Ασσηρου δεν φαίνεται να συνδέεται με τον ισχυρό σεισμό του 1902 Ms = 6.6 στην Ασσηρο γιατί δεν βρέθηκαν πρόσφατα ίχνη διαρρήξεων στην παλαιοσεισμική τάφρο, ενώ και οι ισόσειστες είχαν διαφορετική διεύθυνση (ΒΔ-ΝΑ). Θεωρούμε πιο πιθανή την ενεργοποίηση του ανατολικού ορίου διεύθυνσης ΒΔ-ΝΑ της λεκάνης σε αυτό το σεισμό.
- Επιβεβαιώνουμε ότι η ρηξιγενής ζώνη του Δρυμού είναι ενεργή (ένα μέρος της είχε αποτυπωθεί ως δυνητικά ενεργή στον Νεοτεκτονικό χάρτη της Θεσσαλονίκης την δεκαετία του 90, από τους συναδέλφους στο ΑΠΘ Μουντράκης κ.α. 1996). Σε αντίθεση με το ρήγμα της Κριθιάς-Άσσηρου που είναι αυστηρά εντοπισμένο, η ρηξιγενής ζώνη του Δρυμού μήκους περίπου 10km επεκτείνεται σε συνολικά 4 επιμέρους ενεργές επιφάνειες καθώς και σε αντιθετικές δομές που υποστηρίζουν συνολικά και την έκταση της λεκάνης. Αυτό εξηγεί και την δυσκολία εντοπισμού του. Από τις μετατοπίσεις που καταγράψαμε θεωρούμε πιθανή σε κάποια γεγονότα την ταυτόχρονη διάρρηξή της με το ρήγμα Γερακάρου-Λήτης επειδή και το step over μεταξύ τους είναι μόλις 2km. Σε αυτή την ακραία δυσμενή περίπτωση το αναμενόμενο μέγεθος και οι μέγιστες μετατοπίσεις μπορούν να αυξηθούν σημαντικά (π.χ. έως M=6.8 )
- Τα δύο αυτά ενεργά ρήγματα βρίσκονται περίπου 20-25km βόρεια της Θεσσαλονίκης, έχουν χαμηλούς ρυθμούς ολίσθησης (0.1-0.2mm/yr) και μεγάλους χρόνους επανάληψης της τάξης των λίγων χιλιάδων ετών. Τα μέγιστα αναμενόμενα μεγέθη εκτιμώνται έως 6.2-6.4 (με εξαίρεση την πιο ακραία πιθανότητα εμπλοκής και της ζώνης Γερακάρου-Λήτης για τον Δρυμό). Τα τελευταία γεγονότα έχουν χρονολογηθεί πριν από περίπου 4000χρόνια γι αυτό και δεν έχουν αποτυπωθεί στην ιστορική σεισμικότητα. Τέλος αν και βρίσκονται πολύ κοντά στον πολεοδομικό ιστό της Θεσσαλονίκης λόγω της αντίρροπης κλίσης τους ως προς την πόλη (το ένα προς Βορρά και το δεύτερο προς τα ΒΑ) δεν αναμένεται να προκαλέσουν μεγάλες ζημιές σε πιθανή επαναδραστηριοποίησή τους στην πόλη της Θεσσαλονίκης».