Δεν κατέληξαν σε συμφωνία οι υπουργοί Ενέργειας και Περιβάλλοντος της G20 σχετικά με τη διατύπωση μιας θεμελιώδους δέσμευσης για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής η οποία θα μπορούσε να συμπεριληφθεί στην τελική ανακοίνωσή τους.
Αυτό ανακοίνωσε πριν από λίγο ο υπουργός Οικολογικής Μετάβασης της Ιταλίας Ρόμπερτο Σινγκολάνι, σύμφωνα με το Reuters.
Σε δηλώσεις του προς τους δημοσιογράφους, ο κ. Σινγκολόνι ανέφερε ότι οι υπουργοί της G20 που συναντήθηκαν στη Νότια Ιταλία δεν κατάφεραν να επιλύσουν δύο επίμαχα σημεία τα οποία θα πρέπει να διαβιβαστούν στους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων της G20 για να λάβουν αποφάσεις.
Ο ίδιος, είπε ακόμη ότι οι διαπραγματεύσεις με την Κίνα, τη Ρωσία και την Ινδία αποδείχθηκαν ιδιαίτερα δύσκολες, προσθέτοντας ότι ένα από τα βασικά σημεία της δυσκολίας ήταν η διατύπωση που περιελάμβανε ένα όριο 1,5-2 βαθμών Κελσίου για την παγκόσμια άνοδο της θερμοκρασίας που καθορίστηκε από τη Συμφωνία του Παρισιού.
Φάνηκε από χθες…
Ήδη από χθες είχε προδιαγραφεί το κλίμα της συνάντησης, καθώς τα διεθνή ειδησεογραφικά μέσα έκαναν λόγο για μικρή πρόοδο όσον αφορά στον τρόπο επίτευξης των κλιματικών στόχων.
Κατά τη χθεσινή συνεδρία συζητήθηκαν η βιοποικιλότητα και το φυσικό περιβάλλον, ενώ η ατζέντα της σημερινής ημέρας περιελάμβανε τα θέματα ενέργειας και της κλιματικής αλλαγής. Οι διπλωμάτες προσπάθησαν εναγωνίως για μέρες προκειμένου να βρεθεί ένα κοινό έδαφος και στα δύο θέματα, επεσήμαινε τοι Reuters.
Η συνάντηση της G20 θεωρείται ως βασικό ενδιάμεσο στάδιο ενόψει της Cop26, που αποτελούν τις ζωτικές συνομιλίες του ΟΗΕ για το κλίμα που θα πραγματοποιηθούν στη Γλασκόβη τον Νοέμβριο.
Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί ότι η ανάληψη δράσης για το κλίμα έγινε ακόμα πιο αποκαλυπτική αυτό το μήνα, καθώς οι περισσότερες χώρες της G20, έπεσαν θύματα της κλιματικής αλλαγής. Από την εθνική τραγωδία που έπληξε τη Γερμανία αλλά και άλλες χώρες της Κεντρικής Ευρώπης με τις πολύνεκρες πλημμύρες, μέχρι τις πυρκαγιές που έπληξαν τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά αλλά και τις θερμοκρασίες ρεκόρ στη Σιβηρία.
Ωστόσο οι μεγάλες οικονομικές δυνάμεις του πλανήτη εξακολουθούν να διαφωνούν για το πώς και ποιοι θα πληρώσουν τις δαπανηρές πολιτικές που θα συμβάλουν στη μείωση της υπερθέρμανσης του πλανήτη.