«Το 2050 θα συνεχίσουμε να οδηγούμε αυτοκίνητα, να πετάμε με αεροπλάνα και να θερμαίνουμε τα σπίτια μας, όμως τα αυτοκίνητά μας θα είναι ηλεκτρικά, γλιστρώντας σιωπηλά στις πόλεις, τα αεροπλάνα μας θα έχουν μηδενικές εκπομπές ρύπων, επιτρέποντάς μας να πετάμε χωρίς ενοχές και τα σπίτια μας θα θερμαίνονται από φθηνή ενέργεια που θα παράγεται από τους ανέμους της Βόρειας Θάλασσας».
Κάπως έτσι ωραία και γλαφυρά περιέγραψε στις αρχές της εβδομάδας ο Βρετανός πρωθυπουργός, Μπόρις Τζόνσον, τη νέα ενεργειακή στρατηγική του Λονδίνου, με στόχο την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050.
Στο μεσοδιάστημα, το βρετανικό υπουργείο Οικονομικών προϊδέαζε για την επιβολή νέων φόρων, προκειμένου να αντισταθμίσει την απώλεια εσόδων από την εγκατάλειψη των ορυκτών καυσίμων.
Ουδείς ωστόσο ανέφερε ότι μπορεί να γίνουν πιο «αλμυρές» οι διατροφικές συνήθειες του μέσου Βρετανού και δη η κατανάλωση κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων, λόγω της μεγάλου αποτυπώματος άνθρακα που έχει η παραγωγή τους.
Αυτή ακριβώς η προοπτική βρέθηκε, πάντως, στο επίκεντρο εισήγησης επιτροπής εμπειρογνωμόνων της λεγόμενης Μονάδας Συμπεριφορικής Γνώσης του υπουργείου Επιχειρήσεων, οι επίμαχες προτάσεις της οποίας αναρτήθηκαν για λίγο στον ιστότοπο της βρετανικής κυβέρνησης και τελικά εξαφανίστηκαν άρον-άρον από τη δημόσια θέα.
Η ανάρτηση, διευκρίνισαν κυβερνητικές πηγές, έγινε κατά λάθος και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος έσπευσε να διαβεβαιώσει ότι δεν είναι στα σχέδια της Ντάουνινγκ Στριτ η επιβολή διατροφικού φόρου, ένεκα της κλιματικής αλλαγής.
«Ήταν μια ακαδημαϊκή έρευνα, όχι κυβερνητική πολιτική», τόνισε. «Δεν έχουμε κανένα σχέδιο να υπαγορεύσουμε τη συμπεριφορά των καταναλωτών με αυτόν τον τρόπο. Για το λόγο αυτό, η ενεργειακή στρατηγική που δημοσιοποιήθηκε νωρίτερα δεν περιείχε ανάλογο σχεδιασμό».
Το ενδεχόμενο, ωστόσο, παραμένει υπό σκέψη. Όχι μόνο στη Βρετανία, αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπου η σχετική συζήτηση έχει ανοίξει για τα καλά…
Τι περιλαμβάνουν οι βρετανικές προτάσεις
Υπό τον τίτλο «Net Zero: αρχές για επιτυχημένες πρωτοβουλίες αλλαγής συμπεριφοράς», η έκθεση εστιάζει σε εννέα βασικούς άξονες, προκειμένου να επιτευχθεί η κλιματική ουδετερότητα.
Μεταξύ των κυρίαρχων προτάσεων είναι η επιβολή επιπλέον φόρων από τις αεροπορικές πτήσεις, έως την παραγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης, ώστε να περιοριστούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.
Στο πλαίσιο των προσπαθειών αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής, θα πρέπει -μεταξύ άλλων- να «αλλάξουν οι διατροφικές συνήθειες», τονίζουν οι συντάκτες της.
Προς τούτο, λοιπόν, συστείνουν -όπως συνέβη προ τριετίας με την περιεκτικότητα ζάχαρης στα αναψυκτικά- την επιβολή φόρου στους παραγωγούς ή και στους λιανοπωλητές κόκκινου κρέατος και γαλακτοκομικών, «τροφίμων με υψηλό αποτύπωμα άνθρακα», ως κίνητρο για τον περιορισμό της κατανάλωσής τους και για «να βοηθηθούν όλοι να τρώνε πιο βιώσιμα», με περισσότερες φυτικές τροφές.
Για να συνηθίσουν οι καταναλωτές στην ιδέα, αναφέρουν, η κυβέρνηση θα μπορούσε να στηρίξει αυτήν την πολιτική μέσω προγραμμάτων προώθησης «βιώσιμων διατροφικών επιλογών» στις καντίνες σχολείων, νοσοκομείων, φυλακών, κυβερνητικών κτιρίων και στρατιωτικών εγκαταστάσεων, σε εστιατόρια ή ακόμη και με εκστρατείες ευαισθητοποίησης της κοινής γνώμης, με συμβουλές και προτάσεις συνταγών από σεφ.
Νέες προτάσεις, δοκιμασμένες μέθοδοι
«Οι νόμοι… έχουν σημασία και μπορούν να εδραιώσουν τις αναδυόμενες αλλαγές σε κανονιστικές θεωρήσεις», υπογραμμίζεται στην έκθεση.
«Αυτό συμβαίνει συχνά: είναι δύσκολο να αποφύγει κανείς τις πλαστικές συσκευασίες, όταν τα καταστήματα είναι γεμάτα από αυτές», αναφέρεται στο κείμενο.
«Δύσκολο να οδηγήσει ένα ηλεκτρικό όχημα, εάν δεν υπάρχει χώρο στάθμευσης με σημείο φόρτισης. Να χρησιμοποιήσει το τρένο, όταν το αεροπλάνο είναι φθηνότερο και πιο γρήγορο. Να εγκαταλείψει το κόκκινο κρέας, όταν αυτό κατακλύζει τα καταστήματα, τα εστιατόρια και τους πολιτιστικούς μας άγραφους κανόνες».
Ωστόσο, «εξετάζοντας τις προηγούμενες πρωτοβουλίες της κυβέρνησης», επισημαίνουν οι συντάκτες, «όλες οι σημαντικές αλλαγές στην κοινωνική συμπεριφορά -που αφορούσαν π.χ. στον περιορισμό των επιβλαβών επιπτώσεων από το κάπνισμα, στην αύξηση της ασφάλειας των εργαζομένων, των αυτοκινήτων ή των εμβολιασμών- σχετίζονταν με φόρους, απαγορεύσεις, εντολές και άλλα ρυθμιστικά μέτρα, πέρα από την πειθώ».
Δεν είναι πάντως η πρώτη φορά που η σχετική συζήτηση ανοίγει στη Βρετανία.
Μελέτη του 2018 ερευνητών του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η αύξηση του φόρου στο κόκκινο κρέας και στα επεξεργασμένα προϊόντα του, όπως λουκάνικα και μπέικον (αναπόσπαστο κομμάτι ενός τυπικού αγγλικού πρωινού) θα μπορούσε να αποτρέψει σχεδόν 6.000 θανάτους ετησίως στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς και να εξοικονομήσει πάνω από 730 εκατομμυρίων λιρών σε έξοδα υγειονομικής περίθαλψης στο σύστημα υγείας.
Μια ανάλογη κίνηση σε παγκόσμιο επίπεδο, ανέφερε, θα σήμαινε 220.000 λιγότερους θανάτους ετησίως και εξοικονόμηση 40 δισεκατομμυρίων δολαρίων, με βάσει τα τρέχοντα επίπεδα κατανάλωσης κρέατος εκείνης της χρονιάς.
Ευρύτερη τάση
Υπολογίζεται ότι οι περισσότεροι κάτοικοι των χωρών της Δυτικής Ευρώπης καταναλώνουν κατά μέσο όρο 80-90 κιλά κρέατος ετησίως: δεκαπλάσια ποσότητα του μέσου όρου σε φτωχότερες χώρες, όπως η Αιθιοπία και η Ρουάντα.
Στο πλαίσιο των προσπαθειών μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (όπως διοξειδίου του άνθρακα, αλλά και μεθανίου), ολοένα και περισσότερες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις εξετάζουν την ιδέα επιβολής εισφοράς ή πρόσθετου φόρου στην παραγωγή κρέατος και τη θέσπιση μέτρων στήριξης της κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών, καθώς και βιώσιμων γεωργικών πρακτικών.
Εν μέσω έντονων αντιδράσεων, η προοπτική ήδη εξετάζεται σοβαρά στην Ολλανδία, από τις μεγαλύτερες κτηνοτροφικές βιομηχανίες της Ευρώπης και ο μεγαλύτερος εξαγωγέας κρέατος της Ε.Ε.