ΛΑΜΠΡΟΥ Κ. ΣΚΟΝΤΖΟΥ Θεολόγου – Καθηγητού
Μια από τις πλέον σεβάσμιες μορφές της Καινής Διαθήκης είναι και ο άγιος Συμεών ο Θεοδόχος, ο οποίος αξιώθηκε να κρατήσει στα γεροντικά του χέρια τον νεογέννητο Χριστό, τον Σωτήρα και Λυτρωτή του κόσμου.
Ο άγιος Συμεών θεωρείται ως ο πρώτος άγιος της Εκκλησίας μας, ο οποίος συνδέει την Παλαιά με την Καινή Διαθήκη. Είναι ο πρώτος άνθρωπος ο οποίος κατάδειξε την μεσσιανική ιδιότητα του Χριστού, εμπνεόμενος από το Άγιο Πνεύμα και μέγιστος προφήτης, ο οποίος είδε να εκπληρώνονται οι προφητείες της Παλαιάς Διαθήκης για τον ερχομό του Μεσσία και της μεσσιανικής εποχής.
Ελάχιστα στοιχεία για τη ζωή του γνωρίζουμε, σταχυολογημένα από την ευαγγελική διήγηση και τις χριστιανικές παραδόσεις, οι οποίες συχνά φτάνουν σε υπερβολές και μυθοποιούν το σεπτό του πρόσωπο. Όμως τα ιερά συναξάρια της Εκκλησίας μας δεν είναι καθαρά ιστορικά κείμενα, αλλά κηρυγματικά, κατηχητικά, τα οποία σκοπό έχουν να διδάξουν την πίστη και την ευσέβεια στους πιστούς, με βάση τη βιωτή των αγίων. Στα πλαίσια αυτά είναι ανεκτή κάθε λεκτική «υπερβολή» και ιστορική «παρέκβαση».
Ο ευσεβής θρύλος τον θέλει να είναι ένας από τους 72 μεταφραστές της Παλαιάς Διαθήκης στη ελληνική γλώσσα, την ομάδα των δίγλωσσων σοφών Ιουδαίων ελληνιστών στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, στην τότε διεθνή γλώσσα, για να την μελετούν και να την κατανοούν οι ανά τον κόσμο Ιουδαίοι, οι οποίοι δεν γνώριζαν την εβραϊκή. Αυτό έλαβε χώρα τον 3ο π. Χ. αιώνα. Είναι η γνωστή Μετάφραση των Ο΄, την οποία παρέλαβε και χρησιμοποιεί η Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Να σημειώσουμε εδώ πως αυτή η μετάφραση αποτελεί, μαζί με τους σωζόμενους παπύρους, το αρχαιότερο κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης, ακόμα παλαιότερο από το σωζόμενο εβραϊκό , το γνωστό ως «Μασωριτικό».
Αναμφίβολα το έργο της μετάφρασης δεν ήταν καθόλου εύκολο, διότι έπρεπε να βρεθούν οι κατάλληλες λέξεις και έννοιες της ελληνικής γλώσσας για να αποδοθεί σωστά το θεόπνευστο Ιερό Κείμενο. Ανάμεσά τους λοιπόν και ο σοφός Συμεών, ο οποίος με φόβο Θεού και ευλάβεια αναζητούσε να αποδώσει με ακρίβεια την θεοπνευστία της Παλαιάς Διαθήκης. Επέμενε να δίνουν μεγάλη προσοχή και επιμέλεια σε ορισμένα κομμάτια της, τα οποία έχουν μεσσιανικό χαρακτήρα.
Όταν έφτασαν να μεταφράσουν το ιερό προφητικό βιβλίο του Ησαΐα, και συγκεκριμένα στο χωρίο: «διὰτοῦτοδώσειΚύριοςαὐτὸςὑμῖνσημεῖον· ἰδοὺ ἡ παρθένοςἐνγαστρὶἕξει, καὶτέξεταιυἱόν, καὶκαλέσειςτὸὄνομααὐτοῦ᾿Εμμανουήλ» (Ησ.7,14), ο θεόπνευστος Συμεών άρχισε να προβληματίζεται από την μυστηριώδη προητεία, ζητώντας από τους άλλους μεταφραστές να μην βιαστούν να τη μεταφράσουν εσπευσμένα. Αναρωτήθηκε πως μια παρθένα θα γεννήσει όντως παρθένα, αμφισβητώντας ότι μπορεί να γίνει αυτό. Γι’ αυτό και πρότεινε ότι κατά την απόδοση της μετάφρασης, αντί να χρησιμοποιηθεί η λέξη «παρθένος» να χρησιμοποιηθείστην ελληνική στην θέση της τη λέξη «νεαρά (κοπέλα)».
Αλλά τότε ακούστηκε φωνή αγγέλου να λέγει«Συ Συμεών θα ζήσεις και θα ιδείς τον Χριστό και θα τον πιάσεις με τα χέρια σου» ενώ ταυτόχρονα αόρατο χέρι τον ράπισε στο μάγουλο για την ασέβεια του αυτή να αποδώσει άλλη έννοια, στην ελληνική, παρά αυτή που σήμαινε στην εβραϊκή.
Την ίδια μέρα βαδίζοντας πλάι σε κάποιο ποτάμι και συλλογιζόμενος την μυστηριώδη προφητεία, έριξε στο νερό το δακτυλίδι του, λέγοντας πως αν το ξαναβρεί τότε θα πιστέψει ότι θα βγει αληθινή η προφητεία του Ησαΐα.
Το ίδιο βράδυ κάθισε μαζί με τους άλλους μεταφραστές να φάνε στον δείπνο ψάρια. Με θαυμασμό και έκπληξη βρήκε μέσα στο ψάρι του το δακτυλίδι του! Διηγήθηκε το συμβάν στους συνδαιτυμόνες του και τότε δέχτηκαν να χρησιμοποιήσουν τη λέξη «παρθένος» στη μετάφραση.
Έκτοτε ο δίκαιος και ευλαβής Συμεών εγκαταστάθηκε τα Ιεροσόλυμα και έζησε για πολλά – πολλά χρόνια περιμένοντας να επαληθευτεί η πρόρρηση του αγγέλου, και το σπουδαιότερο να εκπληρωθεί η μυστική πληροφορία που είχε από το Άγιο Πνεύμα, ότι δεν θα πεθάνει αν δεν δει το Μεσσία, το Λυτρωτή του κόσμου.
Γερασμένος μετέβαινε καθημερινά στο Ναό προσευχόμενος και αναμένοντας εναγωνίως την μεγάλη συνάντηση. Ο Θεός τον αξίωσε να πραγματοποιηθεί η επιθυμία του. Ο ευαγγελιστής Λουκάς διέσωσε στο Ευαγγέλιό του το γεγονός της εισόδου του νηπίου Ιησού στο Ναό της Ιερουσαλήμ και τη συνάντησή του με τον Συμεών:«Και ότεεπλήσθησαν αι ημέραι του καθαρισμού αυτών κατά τον νόμονΜωϋσέως, ανήγαγον αυτόν εις Ιεροσόλυμα παραστήσαι τω Κυρίω… Και ιδού ην ανθρωπος εν Ιερουσολύμοις ω όνομα Συμεών, και ο άνθρωπος ούτος ην δίκαιος και ευλαβής, προσδεχόμενος παράκλησιν του Ισραήλ, και Πνεύμα ην Άγιον επ’ αυτόν΄ και ην αυτώκεχρισμένον υπό του Πνεύματος του Αγίου μη ιδείν θάνατον πριν ίδη τον Χριστόν Κυρίου. Και ήλθεν εν τω Πνεύματι εις το ιερόν΄ και εν τω εισαγαγείν τους γονείς το παιδίονΙησούν του ποιήσαι αυτούς κατά το ειθισμένον του νόμου περί αυτού, και αυτός εδέξατο αυτόν εις τας αγκάλας αυτού και ευλόγησε τον Θεόν και είπε: νυν απολύεις τον δούλον σου, δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη, ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου, ο ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών, φως εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν λαού σας Ισραήλ. Και ην Ιωσήφ και η μήτηρ αυτού θαυμάζοντες επί λαλουμένοις περί αυτού. Και ευλόγησεν αυτούς Συμεών και είπε προς Μαριάμ την μητέρα αυτού΄ ιδού ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείοναντιλεγόμενον. Και σου δε αυτής την ψυχήνδιελεύσεται ρομφαία, όπως αν αποκαλυφθώσιν εκ πολλών καρδιών διαλογισμοί» (Λουκ.2,22-35).
Στο ναό περίμεναν το άγιο Νήπιο δύο αγιασμένα πρόσωπα, ο δίκαιος Συμεών και η αγία γερόντισσα Άννα. Ο Συμεών, λόγω αγιότητας, ήταν πλημμυρισμένος από το Άγιο Πνεύμα και είχε την θεία πληροφορία πως δεν θα πέθαινε πριν δει το Μεσσία. Πράγματι, ο φωτισμένος άγιος γέρων, με την έμπνευση του Θεού Παρακλήτου, μόλις αντίκρισε την αγία Οικογένεια, αναγνώρισε στο πρόσωπο του νηπίου, τον αναμενόμενο Λυτρωτή και αποκάλυψε για πρώτη φορά δημόσια, ενώπιον πλήθους προσκυνητών, ότι ο αναμενόμενος Μεσσίας ήρθε! Πήρε στις αδύναμες γεροντικές του αγκάλες το Θείο Βρέφος και με δάκρυα ανείπωτης χαράς ύψωσε τα μάτια τους στον ουρανό και ύμνησε το Θεό, ο Οποίος πραγματοποίησε την υπόσχεσή Του να στείλει στον κόσμο το Λυτρωτή, που ανήγγειλε μέσω των προφητών Του.
Ανέπεμψε τη γνωστή σε όλους μας τελευταία καταγραμμένη ωδή της Καινής Διαθήκης, «Νυν απολύεις τον δούλον Σου Δέσποτα…», η οποία συμπεριλήφθητε στο κείμενο του Λουκά. Η ωδή αυτή έχει τεράστια θεολογική σημασία. Σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας μας, ο Συμεών απευθύνεται στο Θεό Παράκλητο, Οποίος τον είχε διαβεβαιώσει για τον ερχομό του Σωτήρα. Μόνο αυτό το γραφικό χωρίο θα αρκούσε να αποδείξει την πραγματικότητα της θείας υποστάσεώς Του σε όσους κακόβουλα και πλανεμένα Την αρνούνται. Τον αποκαλεί Δέσποτα, αποκλείοντας κάθε υπόνοια ότι το Άγιο Πνεύμα δεν είναι πρόσωπο. Αποδεικνύεται περίτρανα η υπέρτατη συμβολή Του στη διαδικασία της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους. Η σάρκωση του Θεού Λόγου είναι, κατά κύριο λόγο, έργο του Παναγίου Πνεύματος (Λουκ.1,35. Ματθ.1, 21).
Ο άγιος γέρων ζητεί από το Θεό, αν θέλει, να τον πάρει πια από τη ζωή αυτή, διότι ικανοποιήθηκε η μεγάλη προσδοκία του. Ο λόγος του Θεού, που έτρεφε με θέρμη περίσσια στην ψυχή του βγήκε αληθινός και πραγματοποιήθηκε. Ευτύχησε να δει με τα γεροντικά του μάτια τη νέα εποχή της σωτηρίας και της χάριτος, ως αποτέλεσμα της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο και ολόκληρη τη δημιουργία Του. Ζητεί να απολυθεί από αυτόν τον μάταιο κόσμο ειρηνικά, διότι το άγχος και η ταραχή, που προκαλεί στο βίο η αμαρτία, παραμερίζονται. Αποζητά το θάνατο, διότι προαισθάνεται ότι επίκειται ο θάνατος του θανάτου του. Ότι, δια του Χριστού, ο θάνατος είναι πια πέρασμα προς την αιωνιότητα.
Αποκαλώντας τον Μεσσία, ως «σωτήριον», ετοιμασμένον«κατά πρόσωπον πάντων των λαών» και «φως εις αποκάλυψιν εθνών» (Λουκ.2,32), αναγγέλλει για πρώτη φορά την παγκοσμιότητα της εν Χριστώ σωτηρίας. Ο δίκαιος γέρων, υπό θεία έμπνευση, υπερέβη τις μικροεθικιστικές ιουδαϊκές αντιλήψεις και κατανόησε την καθολική σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Ο ενανθρωπήσας Θεός Λόγος ήρθε στον κόσμο να σώσει ολόκληρη την ανθρωπότητα και όχι να ιδρύσει εγκόσμια ιουδαϊκή βασιλεία.
Ακόμα ευλόγησε την αγία Οικογένεια και απευθυνόμενος προς την Θεοτόκο, είπε: «ιδού ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείοναντιλεγόμενον, και σου δε αυτής την ψυχήνδιελεύσεταιρομφαία΄ όπως αν αποκαλυφθώσιν εκ πολλών καρδιών διαλογισμοί» (Λουκ.2,34), προφητεύοντας την αιώνια διαμάχη για το θείο πρόσωπο του Χριστού και βέβαια την μητρική πίκρα της Παναγίας μας, την οποί θα δοκιμάσει, εξαιτίας του Θείου Πάθους του Υιού Της.
Κατόπιν ομιλούσε και η αγία προφήτιδαΆννα, απόγονος της φυλής του Ασήρ, η οποία ήταν«προβεβηκύια εν ημέραις πολλαίς, ζήσασα έτη μετά ανδρός επτά από της παρθενίας αυτής και αύτη χήρα ως ετών ογδοήκοντα τεσσάρων, η ουκ αφίστατο από του ιερού νηστείαις και δεήσεσιλατρεύουσα νύκτα και ημέραν» (Λουκ.2,36). Μόλις είδε το Θείο Βρέφος στις αγκάλες του Συμεώνος, «επιστάσαανθωμολογείτο τω Κυρίω και ελάλει περί αυτού πάσι τοις προσδεχομένοιςλύτρωσιν εν Ιερουσαλήμ». (Λουκ.2,38). Έχει και αυτή η λεπτομέρεια μεγάλη σημασία. Η γυναίκα στον αρχαίο προχριστιανικό κόσμο ήταν ολότελα απαξιωμένη. Εδώ, στο πρόσωπο της γηραιάς προφήτιδας, καταξιώνεται και πάλι η παραγκωνισμένη προσωπικότητα της γυναίκας. Η αγία Άννα στέκεται επάξια δίπλα στο Συμεών και καταδεικνύει προφητικά τη χαραυγή της λυτρώσεως του κόσμου, δια του Χριστού.
Μετά από αυτή τη συγκλονιστική συνάντησή του με τον Κύριο ο άγιος Συμεών πήγε στην οικία του και κοιμήθηκε ειρηνικά. Ενταφιάσθηκε πλησίον της οικίας του και ύστερα από αιώνες, έγινε ανακομιδή των λειψάνων του και κατόπιν μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Κατά την άλωση της Πόληςτο 1204 μ.Χ.αρπάχτηκαν από τους αιρετικούς Φράγκουςκαι μεταφέρθηκαν στην Βενετία, όπου φυλάσσονται έως και σήμερα.
Έλαβε την προσωνυμία«Θεοδόχος» διότι ήταν αυτός που υποδέχθηκε τον Θεάνθρωπο Χριστό, στα αγιασμένα γεροντικά του χέρια και διότι, με αυτήν την υποδοχή αποτέλεσε δοχείο πλήρης της χάριτος, πίστεως, υπακοής και προσμονής.
Είναι γνωστό πως υπάρχουν δύο Μονές αφιερωμένες στον Δίκαιο Συμεών.Η μία βρίσκεται στο σημείο της οικίας του και του τάφου του, η ονομαζόμενη «Ιερά Μονή Καταμόνας» ενώ η δεύτερη στην Ιερά Πόλη του Μεσολογγίου, το θρυλικό μοναστήρι του Αη -Σημιού, κατά την τοπική διάλεκτο, όπου διαδραματίστηκαν σημαντικά γεγονότα της εθνικής μας παλιγγενεσίας.
Η μνήμη του τιμάται στις 3 Φεβρουαρίου, μαζί με την αγία προφήτιδα Άννα, την επομένη της εορτής της Υπαπαντής του Κυρίου .