Με την άσκηση, την προσευχή, την νηστεία και την συνεχή προσωπική κάθαρση, υπερέβησαν την πτωτική κατάσταση της φύσεώς τους, καθαρίστηκαν, φωτίστηκαν και αγιάστηκαν. Γι’ αυτό και κληροδότησαν στην Εκκλησία άφθαστα συγγράμματα σοφίας και πνευματικότητας, ασφαλείς οδηγούς για τους πιστούς όλων των εποχών. Ένας από αυτούς υπήρξε ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος, μια μεγάλη ασκητική και πνευματική μορφή, ο χαρακτηριζόμενος Μέγας, για τα περισπούδαστα συγγράμματά του.
Γεννήθηκε στην Θηβαΐδα της Αιγύπτου το έτος 301, από ευσεβή οικογένεια, η οποία τον ανάθρεψε με ευσέβεια και του πρόσφερε ικανή παιδεία, ώστε από τη νεανική του ηλικία διαφάνηκε η αγιότητά του και η λαμπρή πνευματική του πορεία, μάλιστα κάποιοι τον αποκαλούσαν «παιδαριογέροντα». Αγαπούσε την αρετή και μισούσε την αμαρτία και γι’ αυτό κατόρθωσε να έχει άμεμπτο νεανικό βίο. Από μικρός ποθούσε την μοναχική και ασκητική ζωή. Έτσι όταν έγινε τριάντα ετών αποσύρθηκε στην έρημο της Νιτρίας, την μεγάλη αυτή κοιτίδα του αιγυπτιακού μοναχισμού, για να περάσει τον υπόλοιπο βίο του με άσκηση, προσευχή, μελέτη των Αγίων Γραφών και καλλιέργεια των αρετών.
Έμεινε στην έρημο περισσότερο από εξήντα χρόνια και απέκτησε μεγάλη φήμη για την αγιότητά του και τη σοφία του. Σε ηλικία σαράντα ετών αξιώθηκε να χειροτονηθεί πρεσβύτερος, όπου υπηρέτησε ως λειτουργός των κελιών της περιοχής. Υπήρξε δε για μεγάλο διάστημα μαθητής του Μ. Αντωνίου, του «καθηγητή της ερήμου», από τον οποίο διδάχτηκε τον πόλεμο κατά των παθών και την ακρίβεια της ασκητικής ζωής. Προσευχόταν αδιάκοπα και ταυτόχρονα εργαζόταν το εργόχειρό του, ώστε ο διάβολος δεν τον έβρισκε ποτέ εύκαιρο και «αργόσχολο», για να τον πειράξει και να τον προσβάλει. Αγρυπνούσε και τρέφονταν με ελάχιστη τροφή, από μουσκεμένα όσπρια και χόρτα της ερήμου. Χάρις στην πνευματική του προκοπή και την αγιότητά του αξιώθηκε του χαρίσματος της θεραπείας. Γι’ αυτό και έτρεχε πληθώρα αναξιοπαθούντων και ασθενών ανθρώπων στο ασκητήριό του για να λάβουν βοήθεια και θεραπεία. Επίσης ο Θεός τον αντάμειψε και με το χάρισμα της προφητείας.
Για μεγαλύτερη ησυχία και να μένει απερίσπαστος στον πνευματικό του αγώνα, αποφεύγοντας τους πολυάριθμους επισκέπτες του, έσκαψε ο ίδιος μια μυστική υπόγεια στοά, κάτω από το κελί του. Η στοά οδηγούσε σε μια σπηλιά, την οποία είχε διαμορφώσει σε μυστικό κελί. Έτσι όταν αισθανόταν την ανάγκη της απομόνωσης και να μην τον ενοχλούν οι πολυάριθμοι επισκέπτες του, κατέβαινε στην στοά και κρύβονταν στο σπήλαιο για να μην μπορεί να τον βρει κανείς, κάνοντας απερίσπαστος τον πνευματικό του αγώνα.
Όσο περνούσαν τα χρόνια ανέρχονταν σε ανώτερες πνευματικές καταστάσεις και αναδεικνύονταν η αγιότητά του. Μάλιστα τον θαύμαζε για τις αρετές του και ο ίδιος ο δάσκαλός του ο Μ. Αντώνιος, στον οποίο κάποτε είπε: «Ιδού, επαναπαύθηκε επί σε το Πνεύμα το Άγιον και στο εξής θα είσαι κληρονόμος των αγώνων μου».
Αλλά ο διάβολος, ο οποίος λυσσομανούσε για την πνευματική πρόοδο του αγίου ασκητή, κατόρθωσε κάποτε να τον πειράξει με τον πειρασμό της πορνείας. Εκείνος μόλις αντιλήφτηκε την παγίδα του πονηρού, εγκατέλειψε αμέσως το κελί του και κατέφυγε σε άλλο τόπο, απόλυτα αφιλόξενο και σκληρό, μια έρημη και ελώδη περιοχή, όπου έμεινε αγωνιζόμενος κατά του δαιμονικού πάθους έξι μήνες. Εκεί τον βασάνιζαν φρικτά τα πολυάριθμα σμήνη κουνουπιών και σφηκών, τα οποία με τα τσιμπήματα τους καταπλήγωνα όλο το σώμα του. Το μαρτύριο αυτό ήταν τρομερό. Όταν είχε γυρίσει ξανά στο κελί του, οι περίοικοι ασκητές δεν μπόρεσαν να τον αναγνωρίσουν, από τις πληγές και την παραμόρφωση του σκελετωμένου σώματός του και μόνο από τη φωνή του κατάλαβαν ότι ήταν ο Μακάριος!
Ο άγιος ασκητής είχε αποκτήσει και μια άλλη μεγάλη αρετή, της ιεράς μιμήσεως. Κάθε φορά που αντιλαμβάνονταν ότι κάποιος αποκτούσε κάποια αρετή, παρακινούνταν από ιερό ζήλο και ήθελε να τον μιμηθεί, να προσπαθήσει και αυτός να επιτελέσει αυτό το αγώνισμα. Έτσι όταν πληροφορήθηκε ότι οι μοναχοί της νήσου του Νείλου Ταβεννήσου, καθ’ όλη τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής δεν έτρωγαν μαγειρεμένο φαγητό, αλλά ωμά όσπρια, πήρε τη μεγάλη απόφαση να μην φάει μαγειρεμένο φαγητό για επτά ολόκληρα χρόνια! Τρέφονταν με ωμά λάχανα και όσπρια.
Επίσης παροιμιώδης υπήρξε η ολιγάρκεια του ύπνου του. Για να καταπολεμήσει την νύστα δεν κοιμήθηκε για είκοσι χρόνια κάτω από στέγη, με αποτέλεσμα να φλέγεται ανελέητα την ημέρα από τον καυτό ήλιο και ξεπαγιάζει τα βράδια από το δριμύ ψύχος της αιγυπτιακής ερήμου.
Λέγεται πως κάποια μέρα που καθόταν και δίδασκε στους μαθητές και επισκέπτες του ωφέλιμους πνευματικούς λόγους, είδαν ξαφνικά μια ύαινα να φέρνει στο στόμα της το νεογνό της, το οποίο είχε γεννηθεί τυφλό. Το άγριο και αιμοβόρο ζώο πλησίασε τον άγιο ασκητή και απίθωσε το άρρωστο νεογνό του στα πόδια του. Τότε ο Μακάριος το πήρε στα χέρια του, έφτυσε τα μάτια του και του χάρισε το φώς του! Η άγρια ύαινα πήρε το μωρό της και γεμάτη χαρά έφυγε τρέχοντας προς την έρημο, προς μεγάλη έκπληξη των παρόντων στο θαύμα. Τότε εκείνος τους εξήγησε πως τα πάντα, όπως και τα ζώα, είναι δημιουργήματα του Θεού και χρήζουν της συμπάθειάς μας και της φροντίδας μας. Ο άνθρωπος, ως η κορωνίδα της θείας δημιουργίας και μετέχων ταυτόχρονα του θείου και του κόσμου, ήταν ο σύνδεσμος αυτού με το Θεό και η δίοδος των ακτίστων ενεργειών Του. Όμως μετά την πτώση του έχασε αυτή την λειτουργία και γι’ αυτό υποφέρει μαζί του και ολόκληρη η υλική κτίση.
Υπάρχει και ένα άλλο διδακτικό περιστατικό από τη ζωή του μεγάλου ασκητού. Κάποτε περπατούσε στην έρημο, συλλογιζόμενος για την κατάσταση των ψυχών στην άλλη ζωή. Ξαφνικά βρήκε ένα ανθρώπινο κρανίο, το οποίο πήρε στα χέρια του και το ρώτησε σε ποιον ανήκει. Εκείνο του απάντησε ότι ανήκει σε ιερέα των ειδώλων και μάγο και τον παρακάλεσε να προσεύχεται για εκείνον για την ανακούφιση της ψυχής του, που βρισκόταν στην κόλαση, αποδεικνύοντας την ορθότητα της Εκκλησίας μας να δέεται υπέρ των κεκοιμημένων, πρακτική που αρνούνται οι πλανεμένοι αιρετικοί.
Όμως ο μεγάλος ασκητής έμελλε στα βαθειά του γεράματα να πιεί το πικρό ποτήρι των διώξεων. Στα χρόνια του η Εκκλησία συνταράζονταν από τη φοβερή αρειανική αίρεση. Οι αιρετικοί αρειανοί, με την στήριξη της Πολιτείας είχαν ανεβάσει στους θρόνους των περισσότερων Επισκοπών ομόφρονές τους Επισκόπους, οι οποίοι καταδίωκαν με δαιμονική μανία τους ορθοδόξους. Έτσι ο αρειανός Επίσκοπος Αλεξανδρείας Λούκιος έβαλε ως στόχο του τον Μακάριο, ο οποίος μάχονταν τη φοβερή και βλάσφημη αίρεση και διαφώτιζε τους μαθητές και επισκέπτες του. Γι’ αυτό και τον εξόρισε σε μια ερημική και απομονωμένη νησίδα του Νείλου, να μη μπορεί να έχει επαφή με κανέναν.
Ο Μακάριος υπήρξε και αυτός στύλος της Ορθοδοξίας, της μόνης σώζουσας πίστεως. Θεωρούσε την αίρεση ως χείριστη δαιμονική παγίδα και πλάνη, η οποία οδηγεί τον πλανεμένο στην καταστροφή. Κάποτε τον είχε επισκεφτεί ένας αιρετικός, ο οποίος τον προκαλούσε, υποστηρίζοντας ότι δεν υπάρχει ανάσταση νεκρών. Εν τω μεταξύ είχε πεθάνει ένας μοναχός και ο άγιος, ύστερα από θερμή προσευχή τον ανέστησε, προς καταισχύνη του αιρετικού. Δίδασκε πως υπάρχουν δύο τάξεις δαιμόνων, η μία παρασύρει τους ανθρώπους σε ακατανόμαστα και τερατώδη πάθη, ατιμίες και αμαρτήματα και η άλλη, χειρότερη της πρώτης, έχει ως έργο να παρασύρει τους ανθρώπους στις πλάνες και αιρέσεις. Αυτή τη δαιμονική ομάδα στέλνει ο Σατανάς στους μάγους και στους αιρεσιάρχες.
Στο ερημικό εκείνο νησί του μεγάλου ποταμού κοιμήθηκε ειρηνικά, σε ηλικία ενενήντα ετών, το έτος 391. Η μνήμη του τιμάται στις 19 Ιανουαρίου.
Ο άγιος Μακάριος ανήκει στους μεγάλους νηπτικούς Πατέρες της Εκκλησίας μας και τους στοχαστές. Μας διασώθηκε ένα σημαντικό μέρος του συγγραφικού του έργου, το οποίο τον κατατάσσει στους πλέον βαθυστόχαστους θεολόγους, παρά το γεγονός ότι κάποιοι αμφισβητούν τη γνησιότητα των συγγραμμάτων. Σύγχρονος ερμηνευτής του υπήρξε ο νεοφανής άγιος της Σερβικής Εκκλησίας και μέγιστος θεολόγος του 20ου αιώνος, όσιος Ιουστίνος Πόποβιτς, του οποίου η διδακτορική διατριβή είχε τίτλο: «Το πρόβλημα του προσώπου και της γνώσεως κατά τον άγιο Μακάριο τον Αιγύπτιο». Σε αυτό ο μεγάλος σύγχρονος θεολόγος αναλύει σε βάθος την υψηλή θεολογία του μεγάλου διδασκάλου της αρχαίας Εκκλησίας.