Ο Άγιος Δημητριανός έζησε στα χρόνια του βασιλιά Θεόφιλου του εικονομάχου. Γεννήθηκε στο χωριό Συκά της επαρχίας Κυθηρίας από πατέρα ιερέα και μητέρα φιλόθεο. Νυμφεύθηκε με κόρη ευγενή, η οποία σύντομα απέθανε.
Ακολούθως, αποφάσισε την αφοσίωση στο Θεό. Εκάρη Μοναχός, αφιερώνοντας τα πάντα στην Εκκλησία και στη συνέχεια χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος από τον επίσκοπο Χύτρων Ευστάθιο, τον οποίο αργότερα διαδέχθηκε στον επισκοπικό θρόνο.
Θαρραλέος, πράος, ευπρόσιτος, αλλά με ευθύτητα. Κυριολεκτικά πνευματικός ηγέτης χωρίς περιστροφές, ο Επίσκοπος Δημητριανός είδε τους βαρβάρους, όπως αναφέρει το συναξάρι του, να αιχμαλωτίζουν το ποίμνιό του και να το μεταφέρουν στη Βαβυλώνα. Ο επίσκοπος Χύτρων ακολούθησε το λαό του στην εξορία και την αιχμαλωσία και κατόπιν, με τις δεήσεις και τις αγρυπνίες του, ο Θεός ελευθέρωσε το λαό του κι όλοι μαζί, λαός και επίσκοπος, επέστρεψαν στην Κύπρο.
Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του για την ευημερία του λαού αποδεικνύεται και από το γεγονός να κτίσουν τη νέα Κυθρέα από τον Κεφαλόβρυσο μέχρι νότια στον κάμπο της Μεσαορίας. Και τούτο για προφύλαξη από τους πειρατές και άλλους εχθρούς που είχαν οπτική επαφή από την Αμμόχωστο με την αρχαία πολιτεία των Χύτρων.
Απέθανε οσιακά και σε βαθιά γεράματα, αφήνοντας ιερή παρακαταθήκη στους επίγονούς του, ως λαμπρός ποιμενάρχης της επισκοπής Χύτρων, η οποία γέννησε και άλλους αγίους Ιεράρχες, όπως τον Άγιο Πάππο (24 Οκτωβρίου), τον Άγιο Αθανάσιο (17 Μαΐου), τον Άγιο Φωτεινό (2 Αυγούστου) και τον Άγιο Σπυρίδωνα (19 Σεπτεμβρίου), οι οποίοι έλαβαν μέρος σε Οικουμενικές Συνόδους και υπέγραψαν τα Πρακτικά και τις Αποφάσεις τους.
Ο Άγιος Παύλος ο Ομολογητής, από τη Θεσσαλονίκη, ήταν γραμματέας του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Αλεξάνδρου, τον οποίο και διαδέχθηκε στο θρόνο. Ο αυτοκράτορας Κωνστάντιος, όντας Αρειανός, όταν το πληροφορήθηκε δυσανασχέτησε, και τον εξόρισε στην Αρμενία.
Μια μέρα, ενώ τελούσε τη Θεία Λειτουργία όρμησαν καταπάνω του οι αιρετικοί Αρειανοί και τον έπνιξαν, έτσι, παρέδωσε μαρτυρικά την ψυχή του στον Κύριο, παραμένοντας σταθερός στην Ορθόδοξη Πίστη και υπομένοντας όλες τις κακουχίες.
Ο θρησκευτικός φανατισμός είναι απόρροια του εγωισμού, ως εγκεφαλική βλάβη. Εγκλωβίζεται ο άνθρωπος και θολώνεται το μυαλό, με αποτέλεσμα να συγκλονίζεται ολόκληρη η ψυχοσωματική οντότητά του.
Συνεπώς, οι Άγιοι Ιεράρχες, που τιμούμε σήμερα, αποτελούν τη ζωντανή απάντηση στο ερώτημα για το ποιο είναι το μέγεθος και το μέτρο της φροντίδας, πνευματικής και εθνικής, από μέρους των Ιεραρχών της Εκκλησίας μας. Αυτοί που έχουν επίγνωση της αποστολής τους, μακριά από κάθε αλαζονεία και δημαγωγία, νυχθημερόν μεριμνούν για την επιβίωση του λαού του Θεού, ο οποίος ταλανίζεται από διάφορους ορατούς και αόρατους εχθρούς.