Το απόσπασμα αυτό το απευθύνουμε στις προτεσταντικές σέκτες που ενώ στα λόγια ισχυρίζονται ότι δέχονται τους μεγάλους Πατέρες της Εκκλησίας του 4ου αιώνα, στην πράξη όμως παραμένουν πιστοί στην περσική θρησκευτικότητα που έχει εμποτίσει το μεγάλο αντιχριστιανικό θεολογικό ρεύμα του -ανεικονικού- Μανιχαϊσμού.
Το «ύλη κακή» - «πνεύμα καλό», είναι το μανιχαϊστικό θεμέλιο που πηγάζει από την μυθολογία του Ιράν η οποία μιλάει για δύο ίδιας ηλικίας αρχές, το Καλό και το Κακό. Ουδεμία όμως σχέση δεν υπάρχει ανάμεσα στη μυθολογία του Ιράν και τον Χριστιανισμό, ο οποίος αποδέχεται μία μόνο, Αγαθή Αρχή, τον Θεό.
Δυστυχώς, οι Προτεστάντες, ενώ είναι πρόθυμοι να ομολογήσουν την παντοδυναμία του Θεού και την πανταχού παρουσία Του, εντούτοις στην λατρευτική τους πρακτική ομολογούν τα ακριβώς αντίθετα: ο Θεός δεν είναι και «τόσο» παντοδύναμος, ο Θεός δεν είναι και «τόσο» πανταχού παρόν, αφού με ευκολία τον εξαιρούν από την δυνατότητά Του να ενεργήσει στην ύλη της κτιστής Δημιουργίας που ο Ίδιος έπλασε! Έτσι κατά έναν πρωτοφανή και αντιβιβλικό τρόπο, ισχυρίζονται ότι ο Θεός δεν μπορεί να θαυματουργήσει με όποιον τρόπο εκείνος επιλέξει. Του «απαγορεύουν» να διενεργήσει θαύματα μέσω της δικής Του υλικής δημιουργίας!
Φυσικά, στην ακριβώς αντίθετη θέση βρίσκουμε την Ορθοδοξία, βιβλικά κατοχυρωμένη στο έπακρο. Είναι αδύνατον για τον Ορθόδοξο να μην δεχτεί το αυτονόητο, ότι σε ολάκερη την δημιουργία υπάρχει τόπος για την αγαθότητα του Θεού χωρίς να εξαιρείται τίποτα από τα έργα Του, είτε υλικό (σώμα, ύλη γενικά) είτε πνευματικό (ψυχή).
Αυτή ακριβώς την θεολογία διατυπώνει ο Γρηγόριος Νύσσης:
«Και ούτως επί πολλά των πραγμάτων φέρων τον νουν ευκαταφρόνητα μεν όψει τα φαινόμενα, μεγάλα δε τα απ’ εκείνων τελούμενα, μάλισθ’ όταν εκ της παλαιάς ιστορίας αναλέζη τα συγγενή του ζητουμένου και όμοια. Του Μωϋσέως η ράβδος ράβδος ην καρυίνη, και τι γαρ άλλο ή ξύλον κοινόν, ό πάσα χείρ κόπτει και φέρει ρυθμίζει τε προς το δοκούν και τω πυρί κατ’ εξουσίαν δίδωσιν; ηνίκα δε ο Θεός ηθέλησεν επιτελέσαι δι’ εκείνης τα υψηλά και λόγου κρείττονα θαύματα, μετεβάλλετο το ξύλον εις όφιν· και πάλιν ετέρωθι τύπτον τα ύδατα ποτέ μεν αίμα το ύδωρ εποίει, ποτέ δε βατράχων γονήν ανέβλυζεν· και πάλιν την θάλατταν έτεμνε μέχρι βυθών διακοπτομένην και μη συρρέουσαν. Ομοίως ενός των προφητών μηλωτή αιγός ούσα δέρμα λόγον της οικουμένης τον Ελισαίον ειργάσατο. Το δε του σταυρού ξύλον πάσιν ανθρώποις εστί σωτήριον μέρος ον, ως ακούω, συκομορέας ευκαταφρονήτου φυτού και των πολλών ατιμοτέρου. Και θαμνός βάτου τω Μωϋσεί τα θεοφάνια έδειξε, και του Ελισαίου τα λείψανα νεκρόν ανέστησε, και πηλός τον τυφλόν τον εκ κοιλίας εφώτισε· και ταύτα πάντα ύλαι τυγχάνοντα άψυχοι και αναίσθητοι τοις μεγάλοις θαύμασιν εμεσίτευσαν την του Θεού δεξάμενα δύναμιν»
Το οποίο σημαίνει:
«Κατά τον ίδιο τρόπο όταν σκεφτείς πολλά πράγματα θα τα δεις ευκαταφρόνητα κατά το φαινόμενο, αλλά οι ενέργειές τους είναι μεγάλες, όταν μάλιστα αναλογιστείς τα συγγενή και όμοια με το ζητούμενο από την Παλαιά Διαθήκη. Το ραβδί του Μωυσή ήταν από ξύλο καρυδιάς, τι άλλο από ένα ξύλο κοινό, που το κόβει ο καθένας και το κρατά και το δουλεύει ανάλογα με το σκοπό που το θέλει και το ρίχνει κατά το κέφι του στη φωτιά; Όταν όμως ο Θεός θέλησε να επιτελέσει με το ραβδί αυτό τα υψηλά και ανώτερα από λόγο θαύματα, το ξύλο μεταβαλλόταν σε φίδι κι αλλού πάλι χτυπώντας τα νερά άλλοτε έκανε το νερό αίμα κι άλλοτε ανάβρυζε γόνο βατραχιών κι αλλού έκοβε τη θάλασσα και τη χώριζε ως το βυθό χωρίς τα νερά να συρρέουν από τη μια και την άλλη. Όμοια κι ενός από τους προφήτες η προβειά, ενώ ήταν δέρμα, έκανε τον Ελισσαίο αφήγημα της οικουμένης. Το ξύλο πάλι του σταυρού είναι η σωτηρία όλων των ανθρώπων, ενώ όπως ακούω είναι σανίδα μουριάς, ενός δέντρου περιφρονημένου και κατώτερου από τα πιο πολλά. Επίσης ο θάμνος του βάτου έδειξε στο Μωυσή το Θεό, το λείψανο πάλι του Ελισσαίου ανάστησε κάποιο νεκρό και ο πηλός έδωσε το φως στον τυφλό από την κοιλιά της μάνας του. Όλα αυτά είναι υλικά άψυχα και αναίσθητα, έγιναν όμως μέσα για τα μεγάλα θαύματα, όταν δέχτηκαν τη δύναμη του Θεού»
Αν λοιπόν οι Προτεστάντες δέχονται πράγματι την Αγία Γραφή και τους μεγάλους Πατέρες του 4ου αιώνα όπως ισχυρίζονται, ας διαβάσουν με προσοχή τα παραπάνω λόγια του αγίου Γρηγορίου Νύσσης, ο οποίος θεολογεί επάνω στη δυνατότητα του Θεού να διενεργήσει θαύματα με κάθε τι υλικό (και φυσικά, από τη δυνατότητα αυτή δεν μπορούν να εξαιρεθούν τα άγια λείψανα, οι άγιες εικόνες ή τα λοιπά άγια αντικείμενα).