Πνευματικά ωφέλιμα

Οι πνευματικοί δημιουργούνται μόνον από πνευματικούς πατέρες

Την επόμενη ημέρα της κηδείας του μακαριστού προφήτη, ισαπόστολου, και μάρτυρα Γέροντα Εφραίμ, περπάτησα σε πολλά σημεία της Μονής. Στον τόπο αυτό συνδέθηκα πολυτρόπως με τον μακαριστό Γέροντα. Σκεφτόμουνα ότι αυτή η Μονή ξαναγέννησε πνευμα­τικά κληρικούς, μοναχούς και πολλούς λαϊκούς. Πήγα στα σημεία που τον συναντούσα και τον ρωτούσα για πνευματικά θέματα, και ιδιαίτερα για την Ευχή. Θυμήθηκα τις συζητήσεις μαζί του, τις απαντήσεις του στις ερωτήσεις μου, με το άγιο και ήρεμο πρόσωπο του.  Θυμήθηκα την αγαλλίαση που αισθανόμουν όταν περίμενα να τον συναντήσω και να ακούω από τα χείλη του την πρακτική μέθοδο της Ευχής. Πολλές φορές μου μιλούσε και εκφραζόταν  για μιαν  εμπειρία με άλλου είδους λόγια, με έννοιες που δεν διατύπωναν και δεν περιέγραφαν τις αλήθειες που γνωρίζουμε εμείς. Μού εξέφραζε μια νουθεσία, όχι συνηθισμένη, αλλά πρωτόγνωρη, που αποκάλυπτε νοήματα που αποτύπωναν μια μυστική κατάσταση πέρα από την ανθρώπινη. Δηλαδή, τα μυστήρια του Θεού τα εξηγούσε με «κτιστά ρήματα και νοήματα».

Δίπλα στον πεπειραμένο πνευματικό πατέρα της νηπτικής ζωής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τον Γέροντα Εφραίμ, αισθανόμουνα ότι το ερώτημα για την ύπαρξη του Θεού καταργείται. Ζώντας κοντά του, αισθανόμουνα την υπαρξιακή εμπιστοσύνη μιας Αγίας ζωής και μιας ζώσας Πίστης που μου αποκάλυπτε ότι έβλεπα το Θεό δίπλα του. Μου μιλούσε για την «αλήθεια», μια αλήθεια που επιβεβαίωνε το Θεό. Η καθαρτική και η φωτιστική ενέργεια, δια της χάριτος του Θεού που δεχόταν, τον οδηγούσαν κοντά Του. Έβλεπα ότι είχα μπροστά μου έναν Άγιο, που βάδιζε την οδό της Θεώσεως. Κοντά του ένοιωθα την παρουσία της αιωνιότητας σε αυτή τη ζωή,  ζούσα την ασφάλεια της παρουσίας του Θεού. Με μετέφερε στον κόσμο του Θεού.

Επιπλέον, τον ρωτούσα για θέματα όπως το ποιο είναι νόημα της ζωής, για την ιερά ησυχία, και για την εμπειρία μέσα στην θεία Λειτουργία, την εσχατολογία, το θάνατο, τη αιώνια ζωή, και διάφορα άλλα θέματα που είχα ερωτήσεις όπως και για το μυστήριο της ιεράς εξομολογήσεως. Πολλές φορές μού εξηγούσε την ιερά ησυχία, μου μιλούσε για την νοερά προσευχή και για την μέθοδό της. Δεν θα ξεχάσω, όταν καθόμασταν στον καναπεδάκι, στο εκκλησάκι του Αγίου Παντελεήμονα, εκεί που τον πρωτογνώρισα και έκανε τις λειτουργίες μέσα σε κατανυκτική ατμόσφαιρα, και  μου εξηγούσε με την λεπτή φωνή του και τον αργό τρόπο έκφρασης του λόγου του, τον ιερό ησυχασμό στην πράξη και με παραδείγματα, σύμφωνα με την πράξη του  Γέροντά του, Ιωσήφ του Ησυχαστή. Μου έλεγε πως και εκείνος την πήρε από τον Γέροντά του και πως προσπαθούσε να τη μεταδώσει στα πνευματικά του παιδιά.  Κοιτάζοντας, τότε, την κάρα του «Παππού» Ιωσήφ, σκεφτόμουνα ότι ο Γέροντας Εφραίμ, με την αδιάκριτη υπακοή του, που είναι και η κυριότερη των χαρισμάτων, ακολουθούσε πιστά την ησυχαστική ζωή του Γέροντα Ιωσήφ τού Ησυχαστή, και εδώ στην Αριζόνα. Μου είχε πολύ αγάπη και μεγάλη εμπιστοσύνη. Μου μιλούσε πάρα πολύ για τον καθηγούμενο της Ιεράς Μονής Αγίου Αντωνίου, τον πατέρα Παΐσιο, επίσης για τους μοναχούς, για τους ανθρώπους γενικά, για τους προσκυνητές, για τις στενοχώριες και τις ανησυχίες του. Έβλεπα πως στενοχωριέται ένας θεώμενος Άγιος που δεχόταν την χάρη του Θεού. Άκουγα με πολύ ενδιαφέρον τον εμπειρικό, βιωματικό και αποκαλυπτικό  λόγο αυτού του αγίου ανθρώπου.

Επίσης, μου εξηγούσε πως εφάρμοζε ο ίδιος τον ιερό ησυχασμό στην πράξη, όπως τον ζούσε εμπειρικώς ο Γέροντάς του, ο Ιωσήφ. Μου περιέγραφε τον τρόπο με τον οποίο τον μετέδιδε στο πνευματικό του παιδί, τον π. Παΐσιο, και σε άλλα πνευματικά του παιδιά. «Μεγάλη έμφαση», μου έλεγε, «να δίνεις στην νήψη και στην νοερά προσευχή».

Στη συνέχεια, με νουθετούσε στο μυστήριο της ιεράς εξομολογήσεως, και ευχαριστούσα τον Θεό που  με έφερε κοντά σ’ έναν πνευματικό και όχι σε αυτόν που επιλέγουμε με δικά μας κριτήρια. Ήταν μια πολύ μεγάλη εμπειρία να βλέπεις τον μυσταγωγό Γέροντα να τελεί την εξομολόγηση ως μυστήριο, και να αποκαλύπτεται η κατάσταση της ψυχής σου μπροστά του. Σαν έμπειρος θεολόγος προσπαθούσε να μπει στα κρυμμένα σημεία την ψυχής για να μπορέσει αυτή να συναντήσει το Θεό που θα της δώσει μια αναγεννητική χάρη. Είχε τη δυνατότητα, ο Γέροντας, να φωτίζει και να καθοδηγεί την ψυχή προς την αλήθεια.

 

Γνώριζε πολύ καλά το πως λειτουργούν τα συναισθήματα και ο εγωισμός μέσα στον κάθε άνθρωπο. Μου έλεγε πως να αγωνιστούμε για να λυτρωθεί η ψυχή από τα πάθη. Είχε την χάρη να οδηγεί την ψυχή, με την προσευχή του, στα μυστήρια του Θεού. Όταν ο Γέροντας εξομολογούσε, δεν τον ενδιάφεραν οι αμαρτίες μας, τον ενδιέφερε μόνο η κατάσταση της ψυχής, γι’ αυτό και δεν σκεπτόταν εκείνη τη στιγμή, αλλά προσευχόταν. Σεβόταν τον εξομολογούμενο και έμπαινε στο άβατο της ψυχής του για να ιερουργήσει και να την ανεβάσει στον Θεό.

Ο Γέροντας με νουθετούσε παίρνοντας τον νου μου και τοποθετώντας τον εκεί που έπρεπε για να μπορέσω να δω την αλήθεια με άλλο μάτι. Προσπαθούσε να μου διαμορφώσει ένα φρόνημα, ένα λογισμό, μια λογική που να προσανατολίζεται σε ένα διαφορετικό ορίζοντα από τη λογική της επιστήμης και από αυτή που γνωρίζει ο κόσμος. Μου εξηγούσε ποια είναι αυτή η πνευματική κατάσταση που θα μας βοηθήσει να προσεγγίσουμε την αλήθεια, να τοποθετηθούμε μπροστά στο μυστήριο, κάπως να αγγίξουμε (να «ψηλαφήσουμε») την αλήθεια του Θεού. Πολλές φορές βρισκόταν σε ένα χώρο φοβερό του Θεού που η αγάπη διαμόρφωνε τον λογισμό του. Γι’ αυτό, με την εμπειρία του, σου έδινε την ευκαιρία πως να μπεις στον κόσμο του Θεού με τον φωτισμό της ψυχής και το άνοιγμα της καρδιάς. Έψαχνε την καρδιά σου πρώτα, παρά την σκέψη. Σε έβγαζε από την καθημερινότητα και σου έδειχνε την κατάσταση της αιωνιότητας.

Πράγματι, σε βοηθούσε πως να βγεις από τον χώρο της ανθρώπινης λογικής  γνώσης και, δια μέσου της πίστης, να μπεις στην ύπαρξη του  σκοτεινού χώρου του μυστηρίου. Αλλά πίστη, εννοούσε ο Γέροντας, αυτό που υπαρξιακά ακουμπάει στην αλήθεια, κάτι που το εμπιστεύεσαι, κάτι που το αγγίζεις, το «ψηλαφίζεις»,  «και όχι αυτό που ο κόσμος θεωρεί ότι

πίστη είναι τα ‘πιστεύματα’, ή κάποιες θεωρητικές αλήθειες που τις παραδέχεσαι ή δεν τις παραδέχεσαι ως αλήθεια».

Ιδιαίτερα σημαντικό θεωρείται ότι βρισκόταν στη ζωή της καθάρσεως και του φωτισμού, διότι ο νους του ήταν συνεχώς στο Θεό δια της νοεράς προσευχής. Η καθαρτική και η φωτιστική ενέργεια, δια της χάριτος του Θεού, που δεχόταν, τον οδηγούσαν κοντά στο Θεό. Έβλεπα ότι είχα μπροστά μου έναν θεούμενο Άγιο που βάδιζε την οδό της θεώσεως.

Πράγματι, ο Γέροντας Εφραίμ ήταν ένας θεόκλητος πνευματικός διότι είχε δεχθεί μέσα στην καρδιά του την επίσκεψη του Αγίου Πνεύματος, και, προσευχόμενο το Άγιο Πνεύμα μέσα του, ήταν η ένδειξη ότι ήταν ο ναός του Αγίου Πνεύματος. Σαν Ορθόδοξος θεολόγος, έβλεπε με βάση την εμπειρία της (φωτιστικής ενέργειας) θεοπτίας και της θεώσεως. Ποτέ δεν βασιζόταν σε συλλογισμούς και μετά να κάνει παρατηρήσεις και αναλύσεις. Κατά την διάρκεια της εμπειρίας του, αυτό που έβλεπε ο Γέροντας ήταν απερίγραπτο με τα δεδομένα της ανθρώπινης γνώσης. Εκείνο που έβλεπε, σαν θεόπτης, ήταν ότι ο Θεός είναι άκτιστος, που σημαίνει ότι υπάρχει μεγάλη διαφορά με τα κτιστά.

 

Σαν θεούμενος  είχε εμπειρία της πραγματικότητας που λέγεται Θεός, που υπερβαίνει την λογική και τα πάντα, διότι δεν υπάρχει καμμιά ομοιότητα μεταξύ Θεού και κόσμου. Η αποκαλυπτική εμπειρία του Γέροντα,  ξεπερνούσε κάθε νόημα και ρήμα και ήταν πάνω από λόγια και πάνω από κάθε νόηση, γιατί είχε την εμπειρία του Θεού και γνώριζε τα μυστήριά Του.

 

Αλλά, αυτή η εμπειρία τού δημιουργούσε μια θεόπνευστη κατάσταση μέσα του. Επειδή είχε φθάσει στην θεοπτία, αυτή η εμπειρία που είχε, ξεπερνούσε κάθε θεόπνευστο νόημα. Γνώριζε τα πάθη των ανθρώπων και πως υπερβαίνονται. Σαν θεούμενος, που μετείχε του δοξασμού, μετέφερε αυτήν την εμπειρία, αυτά τα «άρρητα» και “άκτιστα ρήματα”, με “κτιστά ρήματα” και νοήματα στον κόσμο, προκειμένου να τον καθοδηγήσουν προς την εμπειρία του δοξασμού.

 

Για να κάνει ο Γέροντας μια ανάλυση ή να υποστηρίξει μια θέση της απερίγραπτης και ακατανόητης, για μας, πνευματικής του εμπειρίας και γλώσσας, (τα κατά τους αγίους «άρρητα και άκτιστα ρήματα») χρησιμοποιούσε λέξεις, γλώσσα και νοήματα που γνωρίζουμε εμείς (τα «κτιστά ρήματα, νοήματα») επειδή εμείς δεν μπορούμε να συνδέσουμε την δική μας γλώσσα με την υπερβατική εμπειρία του Γέροντα. Ο καθένας μας συνδέει τις λέξεις με τις εμπειρίες μας - οι λέξεις είναι απλά σύμβολα για την εμπειρία. Από την πλευρά της, η εμπειρία μπορεί να αναλυθεί σε γεγονός και αξία. Δηλαδή, η εμπειρία έχει κατεύθυνση, έχει μια πραγματικότητα και μια πλευρά αξίας που συγχωνεύονται, το ένα στο άλλο. Ως εκ τούτου, οι πατέρες που μοιράζονται μια εμπειρία (μια μορφή πραγματικότητας- νοήματος) μοιράζονται επίσης έννοιες λέξεων ή λεξιλόγια και η επικοινωνία μεταξύ τους ρέει ομαλά. Από την άλλη πλευρά, καθώς οι εμπειρίες μας είναι διαφορετικές από των πατέρων,  παύουνε να σημαίνουν τα ίδια πράγματα οι λέξεις που χρησιμοποιούμε και η επικοινωνία αρχίζει να καταρρέει.

 

Συνεπώς, η αποκάλυψη του Θεού στον Γέροντα ήταν βίωση των «αρρήτων και ακτίστων ρημάτων», και η καταγραφή ή μεταφορά της αποκαλύψεως, την έκανε με «κτιστά ρήματα και νοήματα». Όταν, όμως, o Γέροντας επανερχόντανε από την εμπειρία της θεώσεως, είχε «θεόπνευστα ρήματα», που σημαίνει ότι εμπνεότανε από την εμπειρία του, κατά τέτοιο τρόπο, που με τα νοήματα τα εμπνεόμενα από την εμπειρία, καθοδηγούσε τα πνευματικά του παιδιά. Αλλά, «δεν έδινε στους άλλους ανθρώπους νοήματα για να κατανοήσουν μόνον τα νοήματα, τους έδινε τα νοήματα, για να τα χρησιμεύσουν ως μέσα, με τα οποία θα φθάσει ο άνθρωπος δια της καθάρσεως στον φωτισμό και τελικά στην θέωση». «Αυτός ήταν ο σκοπός των νοημάτων».

 

Έτσι, ο Γέροντας Εφραίμ, στην πορεία του προς την θέωση, μετείχε της καθαρτικής ενέργειας, έπειτα της φωτιστικής ενέργειας και τέλος της θεοποιού ενέργειας του Θεού. Με την κάθαρση απέβαλε τους λογισμούς από την καρδιά του, και εκεί παρέμεινε ένας μόνο λογισμός, το όνομα του Χριστού. Συγχρόνως, καθάρισε το παθητικό της ψυχής, δηλαδή την επιθυμία και το θυμό. Στη συνέχεια, ο φωτισμός του νου του, έκανε τον νου να ξεχωρίζει από τη λογική και να λάμπει από τη χάρη του Θεού. Οπότε «είχε νοερά προσευχή και ο φωτισμένος νους του διεύθυνε το παθητικό μέρος της ψυχής του».

 

Το κύριο θέμα μας εδώ είναι να δούμε τι μας έλεγε ο Γέροντας για τον πατέρα Παΐσιο. Τι είπε για την ανάδειξη του ηγουμένου της Μονής;  Τι πνευματικά χαρίσματα έβλεπε μέσα του; Ο Γέροντας μου μίλησε πολλές φορές για τον πατέρα Παΐσιο. Μου αποκάλυψε ότι «δεν έβλεπε μέσα του πάθος, ότι βρίσκεται στη ζωή της καθάρσεως, έχει καθαρθεί, και ο νους του είναι συνέχεια στο Θεό». «Έχει δεχτεί την καθαρτική ενέργεια από την χάρη του Θεού». «Κάνει μεγάλη υπακοή, έχει ταπείνωση, υπομονή, και προσεύχεται πολύ, που είναι απόδειξη καθάρσεως» και «πιστεύω ότι πορεύεται και προς τον φωτισμό». «Βλέπω» έλεγε «ότι έχει μεγάλο πόθο για το Θεό και αυτό θα τον φωτίζει και θα τον οδηγεί κοντά Του».

 

Εξάλλου, ο Γέροντας Εφραίμ, σαν πατέρας, που είχε φθάσει στην φώτιση, είχε το πνευματικό χάρισμα να καθοδηγήσει τον πατέρα Παΐσιο για να μεθέξει της καθαρτικής και φωτιστικής και θεοποιούς ενεργείας του Θεού. Είναι γεγονός ότι, έχοντας την πείρα της νοεράς προσευχής «βοήθησε τον πατήρα Παΐσιο, να αποκτήσει ασκητική νηπτική-ησυχαστική μέθοδο, νοερά προσευχή και ησυχαστική ζωή». Είπε στον υποφαινόμενο ο Γέροντας Εφραίμ ότι: «εκλέγοντας τον π. Παΐσιο για ηγούμενο της Μονής, αναγνώρισα ότι είχε το χάρισμα της παρουσίας του Αγίου Πνεύματος και αυτό το βλέπω από την νοερά προσευχή στην καρδιά του π. Παΐσιου». «Είδα ότι με την νοερά προσευχή ο νους του απελευθερώθηκε από τη λογική, από τα πάθη, από το σώμα του και από το περιβάλλον». «Τον δίδαξα ότι ο σκοπός της υπάρξεως του νοός είναι να έχει επικοινωνία μόνο με το Θεό, και ότι ο σκοπός της υπάρξεως της λογικής είναι να προσαρμόζεται ο άνθρωπος προς το περιβάλλον».

 

Με την προσωπική μου επαφή και τις συζητήσεις που είχα με τον Γέροντα Εφραίμ, ο ίδιος μου αποκάλυψε ότι σαν πνευματικός πατέρας, «είχε  διαπιστώσει εμπειρικώς, ότι ο π. Παΐσιος  βρισκόταν σε κατάσταση φωτισμού, και πιστοποίησε ότι κάνει για ηγούμενος επειδή είχε φθάσει πνευματικώς ψηλά, γι’ αυτό κάνει και για πνευματικός Πατέρας».

Ο πατέρας Παΐσιος δημιουργήθηκε ως πνευματικός πατέρας από τον πνευματικό πατέρα του Γέροντα Εφραίμ. Είναι μια πραγματικότητα ότι οι πνευματικοί δημιουργούν πνευματικούς. Η αποστολική διαδοχή ήταν ότι ο Γέροντας Εφραίμ δημιούργησε τον πατέρα Παΐσιο.

 

«Μέσα στον πατέρα Παΐσιο υπήρχε μια σπίθα», αυτή τη σπίθα, τού την έκανε ο Γέροντας φλόγα. Επειδή ο Γέροντας ήταν φωτισμένος, ήξερε πως να φωτίσει τον πατέρα Παΐσιο. «Του πήρε την σπίθα που είχε μέσα του και την έκανε φωτιά για να μπορέσει να φτάσει και στην θέωση».

 

Ο πατήρ Παΐσιος έκανε υπακοή στον πνευματικό του πατέρα και γι’ αυτό απόκτησε κεκαθαρμένο νου. Η πνευματική πατρότητα ασκήθηκε παράλληλα και σε συνδυασμό με την ιεροσύνη, προόδευσε πνευματικά με την ασκητική, αλλά και την μυστηριακή ζωή.  Είναι σαφές ότι ο Γέροντας Παΐσιος είναι ένας πνευματικός πατέρας που έχει την χάρη του Θεού μέσα του.

Είναι ένας έμπειρος πνευματικός πατέρας που γνωρίζει την πνευματική κατάσταση του χριστιανού εάν βρίσκεται στην κάθαρση και τον φωτισμό και τον καθοδηγεί καταλλήλως.

 

Είναι ο κατ’ εξοχήν πνευματικός πατέρας και φορεύς της διαγνωστικής και θεραπευτικής παραδόσεως της Εκκλησίας, και κείνος κατ’ εξοχήν γνωρίζει να κάνει σωστή διάγνωση και σωστή θεραπεία. Η καρδιά είναι η διάγνωση και η θεραπεία, με αποκορύφωμα τη θέωση. Οπωσδήποτε, γνωρίζει και μπορεί να βοηθήσει τους Χριστιανούς να περάσουν από την κάθαρση, στο φωτισμό.

 

Κατά τον Γέροντα Εφραίμ, «Βρισκόμενος, ο π. Παΐσιος, στο στάδιο της καθάρσεως, έφυγε από την αμαρτία. Όταν όμως έφτασε στο στάδιο του φωτισμού, η ίδια η αμαρτία άρχιζε να φεύγει από αυτόν». «Με τον φωτισμό του νου του, ο νους του πλέον είναι ανεπηρέαστος και από την λογική, και από τα πάθη και από το περιβάλλον, και δεν δέχεται πλέον επιδράσεις από την λογική, ούτε από τα πάθη ούτε από το περιβάλλον, αλλά μόνο από το Θεό, διότι ενεργεί μέσα του η άκτιστη ενέργεια του Θεού, και ο νους του έχει μόνιμα τον Χριστό».

 

Είναι σαφές ότι ο Γέροντας Παΐσιος, που βρίσκεται στο φωτισμό, βλέπει την άκτιστη ενέργεια του Θεού μέσα στην κτίση. Έχοντας την ενέργεια του Θεού μέσα του, βλέπει την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος σε όλα τα κτίσματα. Στον πνευματικό βαθμό που βρίσκεται, βλέπει δια της πίστεως, δηλαδή καταλαβαίνει την ενέργεια του Θεού μέσα στην κτίση γιατί μετέχει της φωτιστικής ενεργείας του Θεού.

 

Αναντίρρητα, ο πατήρ Παΐσιος, σαν φωτισμένος, καίτοι ασχολείται με την λογική και τις βιοτικές μέριμνες, εν τούτοις ο νους του προσεύχεται αδιάλειπτα. Η ευχή μέσα στην καρδιά του είναι εμπειρικό φαινόμενο, διότι όταν έχει την ευχή μέσα στην καρδιά του, την ακούει, δηλαδή είναι μάρτυρας ότι έχει αυτή την εμπειρία, δεν είναι φαντασία. Είναι εμπειρία όπως ο φωτισμός και η θέωση είναι εμπειρίες.

 

Επιπλέον, ο Πατήρ Παΐσιος, είναι ένας διακριτικός πνευματικός πατέρας, έχοντας την νοερά προσευχή, έχει το χάρισμα να διακρίνει το άκτιστο φως από το φως του διαβόλου που αποκαλύπτεται στον άνθρωπο. Γι’ αυτό, σαν απλανής που είναι, με το χάρισμα της διακρίσεως που έχει, αντιλαμβάνεται την πλάνη που έχει πέσει ο άνθρωπος από τις μεθοδεύσεις του διαβόλου. Σα θεολόγος γνωρίζει τις μεθοδεύσεις του διαβόλου. Έχει την ικανότητα να διακρίνει τις ενέργειες του διαβόλου από τις ενέργειες του Αγίου πνεύματος, και γι’ αυτό διακρίνει από που προέρχεται ο κάθε λογισμός.

 

Έλεγε ο γέροντας Εφραίμ ότι «όλα αυτά τα γνωρίζουμε μόνον αφού περάσουμε από το στάδιο της καθάρσεως και φθάσουμε στο στάδιο του φωτισμού, οπότε, στο στάδιο του φωτισμού, υπάρχει το χάρισμα της διακρίσεως των πνευμάτων, που σημαίνει διάκριση των ενεργειών». Έτσι, ο πατήρ Παΐσιος έμαθε μέσα από τη διάκριση και την εμπειρία, με την καθοδήγηση του Πνευματικού του Πατέρα, να διακρίνει μεταξύ των άκτιστων ενεργειών του Θεού και των κτιστών, κυρίως, των ενεργειών του διαβόλου.

 

Είναι κοινά παραδεκτό ότι στο Μοναστήρι του Αγίου Αντωνίου Αριζόνας, μπορεί κάποιος να βοηθηθεί για κάθαρση και φωτισμό. Η τελετουργική ζωή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εκεί έχει σχέση προς την θεραπεία του ανθρώπου από την άποψη της καθάρσεως και του φωτισμού. Η κύρια μέριμνα του πατρός Παΐσιου, ως πνευματικού πατέρα, είναι να περάσει τους πιστούς από την κάθαρση, στον φωτισμό. Ο πατήρ Παΐσιος, και οι άλλοι μοναχοί, γνωρίζουν την μέθοδο θεραπείας, γιατί οι ίδιοι βαδίζουν στο δρόμο της «Αλήθειας». Μέσα στο Μοναστήρι σώζεται η Αποστολική ζωή. Με την έμφαση του μοναχισμού και την συγκρότηση των άλλων Μοναστηριών του Γέροντα συνεχίζει η Εκκλησία το σκοπό της, που είναι ο αγιασμός  των ανθρώπων. «Στο Μοναστήρι είναι ο χώρος όπου οι άνθρωποι γίνονται ναοί του Αγίου Πνεύματος, πραγματοποιώντας τον σκοπό του Βαπτίσματος και του Χρίσματος».

 

Από όλα τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι το Μοναστήρι του Αγίου Αντωνίου, έχει ηγούμενο το πνευματικό δημιούργημα του Γέροντα Εφραίμ, τον πατέρα Παΐσιο, που είναι ικανός να οδηγήσει τους πιστούς στην κάθαρση και στο φωτισμό του νου.  Η θεραπεία, που είναι η μέθοδος της Ορθοδόξου ζωής, βιώνεται μέσα στο Μοναστήρι, το οποίο αποτελεί κέντρο πνευματικού και εκκλησιαστικού βίου. Ο μοναχισμός είναι η γνήσια χριστιανική και ευαγγελική ζωή, είναι η εφαρμογή των ευαγγελικών εντολών. Εκεί βιώνεται η ορθόδοξη ασκητική, εκεί αποκτά κανείς την εμπειρική γνώση των αληθειών της πίστεως.

 

Συνοψίζοντας μπορούμε να επισημάνουμε ότι ο Ηγούμενος, π. Παΐσιος, είναι άξιος συνεχιστής του Αθωνικού και θεόπνευστου έργου, του Γέροντα Εφραίμ, με βαθιά πίστη προς τον Πανάγαθο  Θεό, και με απόλυτη προσήλωση στις παραδόσεις της Ελληνορθοδόξου χριστιανικής μας πίστεως, που θα αποτελούν πεφωτισμένο φάρο και στους επόμενους διαδόχους που θα ανέλθουν κάποτε, όταν επέλθει το πλήρωμα του χρόνου, στη Ιερά Μονή του Αγίου Αντωνίου

 

Ο πατήρ Παΐσιος στέκεται στο ύψος των περιστάσεων, ως ένας Αγωνιστής πατέρας, αφιερώνοντας ολόκληρη την ζωή του, μαχόμενος «δια χριστού την πίστη την Αγία». Αυτό το αναγνωρίζουν άπαντες. Τον γνώρισα και είδα, μέσα στην καρδιά του και τη σκέψη του, την αποφασιστικότητα, αν ποτέ επρόκειτο να μαρτυρήσει για την Εκκλησία. Ο Γέροντας ήταν ανέκαθεν ένας ακραιφνής πατέρας, αποφασισμένος για όλα. Και αυτό το αναγνωρίζουν άπαντες. Κλήρος και Λαός.

 

Ιερείς, τέτοιου ηθικού και εθνικού αναστήματος σπανίζουν στην σημερινή κοινωνία, που την μαστίζει τεράστια ηθική κρίση και κατάπτωση. Η ευγένειά του, η καλοσύνη του, η προσήνειά του, η ταπεινοφροσύνη του, η απλότητά του, η ευσέβειά του και η αυστηρή προσήλωσή του στην Εκκλησιαστική Τάξη και παράδοση θα παραμείνουν παράδειγμα προς μίμηση στους επερχόμενους Πατέρες.

 

Η ελληνορθόδοξος ιερά Μονή του Αγίου Αντωνίου ρίζωσε τόσο βαθιά, που θα αποφέρει καρπούς, προς όφελος του Γένους μας και της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας, για ένα βασικό λόγο. Γιατί είναι απόλυτα προσηλωμένη στον Θεό και στην παράδοσή μας.

 

Άγιε Γέροντα Παΐσιε, συνεχίστε το έργο της Ορθοδόξου Εκκλησίας που «δεν αρέσει στον διάβολο»!

 

 

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ