Η Αγία Μαρία καταγόταν από το χωριό Μάγδαλα, που βρίσκεται στα συροπαλαιστινιακά σύνορα. Πρόκειται για ένα πρόσωπο αρκετά παρεξηγημένο μέσα στην εκκλησιαστική ιστορία, όμως, από την επίσημη παράδοση της Εκκλησίας γνωρίζουμε ότι υπέφερε από επτά δαιμόνια, από τα οποία την απάλλαξε ο Ιησούς, σύμφωνα με τον ευαγγελιστή Μάρκο. Σε ένδειξη ευγνωμοσύνης, θυσίασε όλη την περιουσία και τον ίδιο τον εαυτό της και, μαζί με άλλες γυναίκες, έγινε ακόλουθος του Κυρίου και των μαθητών Του και βοηθός στο έργο του κηρύγματός τους.
Η απόλυτη αφοσίωση τής Μαρίας της Μαγδαληνής επιβραβεύτηκε με το να αξιωθεί πρώτη αυτή, μαζί με την Υπεραγία Θεοτόκο, να πληροφορηθεί, πριν από όλους τους μαθητές, την Ανάσταση του Ιησού. Η Μαγδαληνή με άλλες μαθήτριες ήσαν οι πρώτες που συνάντησαν τον Αναστημένο Κύριο, την Πρώτη ημέρα μετά το Σάββατο.
Μετά την ημέρα της Πεντηκοστής, μετέβη στη Ρώμη, όπου συνάντησε τον αυτοκράτορα Τιβέριο και κατήγγειλε τον Πιλάτο, για την αδικία που διέπραξε εις βάρος του Ιησού του Ναζωραίου, προκαλώντας την ανάκλησή του στη Ρώμη και την παραδειγματική τιμωρία του. Η ιεραποστολική της δράση έφτασε μέχρι την Αίγυπτο, τη Μικρά Ασία, τη Γαλλία και την Ιταλία, όπου συνεργάστηκε για την εδραίωση της Εκκλησίας στη Ρώμη. Τα τελευταία χρόνια της ζωής της τα πέρασε οσιακά κοντά στον ευαγγελιστή Ιωάννη. Ολοκλήρωσε τον επίγειο βίο της ειρηνικά στην Έφεσο.
Από την Έφεσο, με εντολή του αυτοκράτορα Λέοντα του Σοφού, το έτος 890, το λείψανο της μεταφέρθηκε στην Μονή του Αγίου Λαζάρου, στην Παλαιστίνη. Η Μυροφόρος Μαγδαληνή εορτάζεται όλως ιδιαιτέρως στην Μονή Σίμωνος Πέτρας στον Άθω, όπου υπάρχει άφθορο τεμάχιο λειψάνου από τη δεξιά της παλάμη, καθώς στην Αυτοκέφαλο Εκκλησία της Πολωνίας, ως η πολιούχος Αγία των Ορθοδόξων Πολωνών, οι οποίο ανοικοδόμησαν μεγαλοπρεπή ναό επ’ ονόματι της Αγίας Μαγδαληνής στο κέντρο τής πρωτεύουσας Βαρσοβίας.
Ο Άγιος Μενέλαος, που επίσης εορτάζουμε σήμερα, γεννήθηκε στην Πρεσινιέ της Γαλλίας περί το 700 μ.Χ. και καταγόταν από επιφανή αριστοκρατική οικογένεια.
Από μικρός ο Άγιος ακολουθούσε το δρόμο που έδειξε ο Χριστός. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα με θάρρος να ανταπεξέλθει πολλά εμπόδια, δυσκολίες και προκλήσεις της νεότητας. Έτσι, όταν έφτασε σε ώριμη ηλικία, ο πατέρας του ήθελε να τον νυμφεύσει με νέα της κοινωνικής τάξης τους, παρά το γεγονός ότι ήξερε ότι ο υιός του ήθελε να γίνει μοναχός. Αρχικά, για να μην πληγώσει τον πατέρα του, ο Άγιος υποχώρησε και ο πατέρας τον αρραβώνιασε. Όμως, ο Άγιος εγκατέλειψε το πατρικό του σπίτι και με δύο φίλους του, το Σαββινίνο και τον Κώνστα, αναχώρησαν για το μοναστικό βίο στο ερειπωμένο, αρχαίο Μοναστήρι του Αγίου Μηνά, όπου άρχισαν τον πνευματικό τους αγώνα.
Με την πάροδο του χρόνου, το μικρό και ερειπωμένο Μοναστήρι όπου ήταν ο Άγιος Μενέλαος, αναπαλαιώθηκε, έγιναν νέες οικοδομές και είναι το γνωστό Αββαείο Μενάτ, του οποίου θεωρείται δεύτερος κτήτορας και ανακαινιστής.
Ο Άγιος Μενέλαος προείδε το τέλος του, προετοίμασε με πατρικές συμβουλές τους Αδελφούς της Μονής και αφού πρότεινε, μετά από προσευχή, το διάδοχό του, αναχώρησε σε λίγες μέρες για την άνω Ιερουσαλήμ αναπαυμένος ότι όλα όσα έκανε, παρά τις ανθρώπινες ελλειματικότητές του, τα έκανε για την Εκκλησία και το Νυμφίο Χριστό.
Του Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου