«Στην Εκκλησία του Κυρίου Ιησού Χριστού, στο σώμα της Χάριτος, όλα είναι κοινά», ανέφερε αρχικά ο Σεβασμιώτατος κατά την διάρκεια του κηρύγματός του, τονίζοντας παράλληλα πως «δεν υπάρχει διάκριση ένεκεν του χρόνου ή της εποχής ή της καταστάσεως ή της όποιας άλλης διακρίσεως». «Μετέχουμε στο ένα Σώμα της Εκκλησίας και κοινωνούμε με τα πρόσωπα που βρίσκονται εγκεντρισμένα σε αυτήν», πρόσθεσε.
Αναφερόμενος στον Παύλειο λόγο «῾Υμεῖς δέ ἐστε σῶμα Χριστοῦ καὶ μέλη ἐκ μέρους», επεσήμανε πως «είμεθα μέτοχοι αυτής της θείας πραγματικότητος και ζωής», συμπληρώνοντας ταυτόχρονα πως ένας «από τους πρωτεργάτες του ευαγγελικού μηνύματος, από τους αυτόπτες και υπηρέτες του Θείου Λόγου, ο μαθητής του Αποστόλου των Εθνών Θείου Παύλου», «ο μαθητής των Αθηνών, ο πρόκριτος των Αθηνών, ο Αρεοπαγίτης, ο Δικαστής, ο άνθρωπος του επιγείου νόμου» που «έγινε μέτοχος του αιώνιου νόμου και κήρυκας της αιώνιου αληθείας και Δικαιοσύνης, ο Αρεοπαγίτης Διονύσιος ο Αθηναίος, παρίσταται σήμερον ενώπιον μας κομίζων τα μηνύματα της ζειδώρου αλήθειας».
Ο Σεβασμιώτατος στην συνέχεια έκανε λόγο για το κήρυγμα του Αποστόλου Παύλου στην Αθήνα και για την ομιλία του στην Πνύκα «όπου εξέθεσε την ευαγγελική αλήθεια, το νέο μήνυμα που ήρθε στον κόσμο να ανατρέψει τα παλιά και τα δεδομένα, που ήρθε στον κόσμο να φέρει το Φως της Ευαγγελικής αληθείας και να κηρύξει την άφεση των αμαρτιών, τη λύτρωση και την συγχώρηση των ανθρώπων, την αποκαταλλαγή του κόσμου με τον Δημιουργό του».
«Εκεί αναφέρθηκε στην Καινή Διαθήκη, στην νέα εποχή της Χάριτος που ανέτειλε διά της υπερτάτης θυσίας του αιώνιου Λόγου που ήρθε στον κόσμο να εξηγήσει την πορεία των ανθρώπων, να καταδείξει το αιώνιο μέλλον τους και να υποστηρίξει την υπέρβαση του θανάτου, όχι με τη βία, την εξουσία και την επιβολή, αλλά με την εκουσία αυτοπαράδοσή Του, με τον εκούσιο θάνατό Του, με την άπειρη και δίχως όρια παφλάζουσα αγάπη Του», συνέχισε, θυμίζοντας τα όσα ο Ευαγγελιστής Λουκάς αναφέρει στις Πράξεις των Αποστόλων.
Ο Σεβασμιώτατος σημείωσε πως οι Αθηναίοι άκουγαν με προσοχή τα λόγια του Παύλου, αλλά μόλις έφτασε στο γεγονός της Αναστάσεως άρχισαν να τον ειρωνεύονται γιατί δεν πίστευαν στην ανάσταση των νεκρών. Αναφέροντας πως όταν κατέβηκε ο Παύλος από τον Άρειο Πάγο τον ακολούθησαν λίγοι, μεταξύ των οποίων ο αρεοπαγίτης Ιερόθεος ο Αθηναίος, διδάσκαλος του Διονυσίου, ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, μία γυναίκα ονόματι Δάμαρις και πολύ λίγοι ακόμα, υπογράμμισε: «Αυτή υπήρξε η πρώτη Εκκλησία των Αθηνών και ο Θείος αυτός άνδρας, ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, μετά την κοίμηση του πρώτου Επισκόπου των Αθηναίων, του Αγίου Ιεροθέου του Αρεοπαγίτου, έγινε δεύτερος επίσκοπος των Αθηναίων και ουσιαστικά έγινε ο φιλόσοφος, ο απολογητής, ο Ισαπόστολος».
Ο Σεβασμιώτατος μεταξύ άλλων, έκανε λόγο και για τα υπέροχα φιλοσοφικά κείμενα που άφησε κατά την Ιερά Παράδοση ο Άγιος, αυτά «της λεγομένης μυστικής Θεολογίας», δηλαδή της «εκστατικής αναγωγής του ανθρώπου προς το πρόσωπο του Θεού και της αλληλοπεριχώρησης του Θεού με τον άνθρωπο, αυτής της ερωτικής εκστατικής εμπειρίας που απολαμβάνουν οι ένδοξοι και αληθινοί άνθρωποι διά της Θείας Χάριτος».
«Ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ο Δικαστής, ο μύστης της Δικαιοσύνης, ο λάτρης του Ιησού Χριστού, ο Ισαπόστολος, ο φιλόσοφος, ο απολογητής, ο διδάσκαλος της Εκκλησίας, προσέρχεται σήμερα στην λειτουργική μας σύναξη από τις αυγές του Χριστιανικού επικού έργου για να μας κηρύξει στην συγκεχυμένη και δυσδιάκριτη εποχή μας και πάλι το ίδιο μήνυμα: Ιησούν Χριστόν Εσταυρωμένον και Αναστάντα» «και να μας καλέσει» παράλληλα, «σε μία προσωπική εμπειρία, γιατί η μετοχή στη ζωή του Θεού» «είναι προσωπικός πειραματισμός», είπε σε άλλο σημείο ο Σεβασμιώτατος, υπογραμμίζοντας πως «ο ιερός Διονύσιος με την διδαχή του, με την πιστότητά του, με το αίμα του μαρτυρίου του, με τα κείμενά του, με την απερινόητη αγάπη του, με την αφοσίωσή του στον Κύριο, μας γίνεται απόψε, εδώ και τώρα, στον κόσμο αυτό της φθοράς, της συγχύσεως, των αντινομιών και των τόσων προβλημάτων της καθημερινότητας, οδοδείκτης προς την αληθινή υπέρβαση της βάναυσης, σκληρής πραγματικότητας που έχουμε εμείς οι ίδιοι καταρτίσει με βάναυσο και σκληρό τρόπο εις βάρος της ζωής μας».
«Ο άνθρωπος δεν συνετίζεται, δεν διδάσκεται από τα εγκλήματά του», επεσήμανε σε άλλο σημείο αναφερόμενος στην «κατάρα της ανθρώπινης τραγωδίας» που βρίσκεται ο άνθρωπος του 21ου αιώνα, αφού, όπως υπογράμμισε υπάρχουν συνάνθρωποί μας οι οποίοι «αποδίδουν τα πάντα στο τίποτα και δεν ντρέπονται να λέγουν ότι δεν προσβλέπουν κάπου, αλλά στην εκμηδένισή τους, στο μηδέν, στο τέλος χωρίς κανένα σκοπό. Την ίδια στιγμή, βέβαια, υψώνουν το λάβαρο της τιμής και της συνειδήσεώς τους, ζητούν δικαιοσύνη», «ζητούν το δίκαιο, το ωραίο, το αγαθό, το τέλειο».
«Ο Θείος Διονύσιος μας μεταγγίζει το πνεύμα της ζωής, το πνεύμα της Χάριτος, την αληθή Σοφία, την αληθή φιλοσοφία, την αληθή τέχνη του να γινόμαστε οικείοι του Θεού, Μέτοχοι της Θείας ζωής, του να κατανοούμε τον κόσμο ως ένα πνευματικό αθλοθέτημα, ως ένα εφαλτήριο για την πνευματική μας αναγωγή και την πνευματική μας ολοκλήρωση και ωραιότητα», είπε ολοκληρώνοντας το κήρυγμά του ο Σεβασμιώτατος, ευχόμενος να «προσλάβουμε το μήνυμα του μεγάλου αυτού Αποστολικού ανδρός», «του Επισκόπου της Εκκλησίας, του Μάρτυρος της αληθείας» σήμερα, στον 21ο αιώνα, «για να μεταπλάσουμε τα άσχημα, τα σκληρά, τα βάναυσα της ζωής μας με τη Χάρη του Παναγίου Θεού και να εναρμονίσουμε το βίο μας με τις αυγές του Θείου Πνεύματος».
Παρέστησαν ο Υφυπουργός Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής Κωνσταντίνος Κατσαφάδος, ο Βουλευτής Νικόλαος Μανωλάκος, η Προϊσταμένη της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Πειραιώς Ειρήνη Μαραγκάκη, οι Αντιδήμαρχοι Κυριακή Μπουρδάκου, Παναγιώτης Ρέππας και Αναστάσιος Μακαριάν, ο εκπρόσωπος του Κεντρικού Λιμενάρχη Πειραιά Στέργιος Νιόζας, ο αναπληρωτής Διοικητής του νοσοκομείου ΜΕΤΑΞΑ Σαράντος Ευσταθόπουλος. Επίσης την περιφορά λάμπρυναν Άγημα του Λιμενικού Σώματος, οι Φιλαρμονικές του Λιμενικού Σώματος και του Δήμου Πειραιά, καθώς και αντιπροσωπείες σχολικών μονάδων της Ενορίας.