Βρισκόμαστε στον ισχυρό απόηχο της επίσκεψης του «πάπα» Φραγκίσκου στην Πατρίδα μας και θεωρούμε αναγκαίο να κάνουμε μια σύντομη αποτίμηση της επισκέψεώς του, αφ’ ενός μεν για να συνειδητοποιήσουμε τη ζημία που προκάλεσε η έλευσή του και αφ’ ετέρου για να γίνει η επίσκεψη αυτή αφορμή μιας αυτοκριτικής.
Κατά την ταπεινή μας γνώμη η πρόσκληση του αιρεσιάρχη κ. Φραγκίσκου, από την πολιτειακή και πολιτική ηγεσία της χώρας μας, να επισκεφτεί την Ελλάδα, ως «αρχηγός κράτους», αποδείχθηκε άστοχη, αψυχολόγητη και αδικαιολόγητη. Η εν λόγω επίσκεψη προκάλεσε για μια ακόμη φορά βαρύτατο σκανδαλισμό του πιστού λαού του Θεού. Η πολιτειακή και πολιτική ηγεσία υποδέχθηκε τον «πάπα» με τιμές, μη λαμβάνοντας υπ’ όψη της τα διαχρονικά εγκλήματα του Παπισμού εις βάρος της Πατρίδος μας και γενικότερα των ατόμων και των λαών διά μέσου των αιώνων. Εγκλήματα για τα οποία δεν μετανόησαν έμπρακτα, ούτε ο νυν «πάπας», ούτε οι προκάτοχοί του. Τόσον η πρόεδρος της Δημοκρατίας, όσο και ο κ. Πρωθυπουργός τον υποδέχθηκαν, αμνηστεύοντας και διαγράφοντας το γεγονός, ότι οι εκάστοτε «πάπες», όπως και ο νυν, απέδειξαν διαχρονικά τα πλέον ανθελληνικά τους αισθήματα και προθέσεις. Το Γένος μας μόνο μίσος και εκδίκηση έχει να θυμάται από το Βατικανό. Η πρόσκληση θα είχε κάποιο νόημα, εφ’ όσον οι προσκαλέσαντες πολιτειακοί και πολιτικοί ηγέτες είχαν το θάρρος και την παλληκαριά, να υπομνήσουν σ’ αυτόν και να καυτηριάσουν, (με σκληρή μάλιστα γλώσσα), την αείποτε εχθρική στάση των εκάστοτε «παπών» προς την Πατρίδα μας.
Επισκέφθηκε επίσης ο «πάπας» την Ελλάδα και ως θρησκευτικός ηγέτης του Παπισμού, ως ο «αντιπρόσωπος του Θεού στη γη»! Εδώ ο σκανδαλισμός του πιστού λαού ήταν ακόμη μεγαλύτερος. Και τούτο διότι ο «πάπας» δεν ήρθε μετανοημένος για τις δεκάδες αιρετικές διδασκαλίες, που επεσώρευσε ο Παπισμός ανά τους αιώνες. Ούτε ήρθε να ζητήσει συγνώμη για τους ποταμούς αιμάτων των ομολογητών της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας και γενικότερα για τα διαχρονικά εγκλήματα του Παπισμού εις βάρος της Ορθοδοξίας. Δεν ήρθε για να απαρνηθεί το δαιμονικό πρωτείο εξουσίας εφ’ όλης της Εκκλησίας. Ήρθε αμετανόητος, κουβαλώντας πάνω του όλες τις πλάνες και τις αιρέσεις του Παπισμού, με πρώτη και κυριότερη το φρικτό και δαιμονικό πρωτείο, προκειμένου να κατοχυρώσει και έμπρακτα την οικουμενική του αναγνώριση, ακόμη και από τούς Ορθοδόξους.
Εξ’ ίσου άστοχη και απαράδεκτη θεωρούμε και την απόδοση εκκλησιαστικών τιμών ως αρχηγού της «Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας» στον αιρεσιάρχη «πάπα». Η απόδοση εκκλησιαστικών τιμών στον «πάπα», σε έναν αμετανόητο αιρεσιάρχη, προσβάλλει και ακυρώνει στην πράξη σειρά Οικουμενικών και Ενδημουσών Συνόδων, που καταδίκασαν τον Παπισμό ως αίρεση. Προσβάλλει επίσης και ακυρώνει τους αγώνες των μεγάλων αντιπαπικών αγίων της Εκκλησίας μας, όπως ο Μέγας Φώτιος, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός κ.α. Με την απόδοση τιμών γινόμαστε αιτία να σκληρύνεται όλο και περισσότερο στην αμετανοησία του. Πέραν αυτών, με την απόδοση τιμών ενθαρρύναμε και νομιμοποιήσαμε την παράνομη και ύπουλη προσηλυτιστική δράση της Ουνίας, τόσο στην Ελλάδα όσο και σε άλλες χώρες.
Έχει σημασία ακόμη να αναφερθούμε στο μήνυμα του «πάπα» προς τον Ορθόδοξο ελληνικό λαό. Μεταξύ των άλλων τόνισε: «Συναντώντας σας θα μπορέσω να ξεδιψάσω στις πηγές της αδελφοσύνης, τόσο πολύτιμες, τη στιγμή που ξεκινήσαμε μια παγκόσμια συνοδική πορεία…Προσμένω την επίσκεψή μου στους αγαπητούς, μακαριώτατους Αρχιεπισκόπους Χρυσόστομο και Ιερώνυμο. Ως αδελφός εν τη πίστη, θα μου δοθεί η θεία χάρη να με υποδεχθείτε και να σας συναντήσω στο όνομα του κυρίου και της ειρήνης»! Λόγια μεστά δολιότητος και υποκρισίας, διότι παρουσιάζεται «ως αδελφός εν τη πίστει», ως έχων δήθεν την ίδια πίστη με τους Ορθοδόξους. Αν ήθελε να έρθει έχοντας την ίδια πίστη, δηλαδή την πίστη πριν αποσχιστεί η «εκκλησία» του από το αδιαίρετο σώμα της Εκκλησίας του Χριστού, θα έπρεπε προηγουμένως να αποκηρύξει τις δεκάδες αιρέσεις και πλάνες, που επεσώρευσε ο Παπισμός τα τελευταία χίλια χρόνια, αλλά δεν το έπραξε! Δήλωσε ότι έρχεται στο «όνομα του Kυρίου και της ειρήνης», χωρίς όμως προηγουμένως να αποκηρύξει το εγκληματικό παρελθόν της «εκκλησίας» του και χωρίς να ζητήσει συγνώμη για τα εκατομμύρια θύματα της παπικής θηριωδίας σε όλο τον κόσμο. Για τις εκατόμβες νεκρών και κυρίως την γενοκτονία των 880.000 Σέρβων Ορθοδόξων αδελφών μας.
Ήρθε επίσης ως ο «πάπας των φτωχών και των κατατρεγμένων», επικεντρώνοντας την «μέριμνά» του στους πρόσφυγες και μετανάστες. Είπε: «Μια θάλασσα η οποία μας καλεί σε κοινή πορεία πλεύσης, και όχι σε ξεχωριστές, με τον καθένα προς διαφορετική κατεύθυνση, ιδίως την περίοδο αυτή, στην οποία η καταπολέμηση της πανδημίας ζητά ακόμη μεγάλη προσπάθεια και η κλιματική κρίση κάνει αισθητές τις έντονες συνέπειές της. […]Αισθάνομαι ήδη από τώρα τη στοργική υποδοχή σας και ευχαριστώ όσους εδώ και καιρό ετοιμάζουν την επίσκεψη αυτή».
Με την δεύτερη επίσκεψή του στη Λέσβο και στους καταυλισμούς των προσφύγων, θέλησε να δώσει για μια ακόμη φορά έμφαση στην δήθεν μέριμνα και φροντίδα του προς τους πρόσφυγες. Φόρεσε και πάλι το προσωπείο της αγάπης και της συμπάθειας προς τους μετανάστες και εμφανίστηκε παγκοσμίως ως ο προστάτης των φτωχών, των κατατρεγμένων και των πονεμένων, που δεν έχουν στο ήλιο μοίρα. Που απεγνωσμένοι και κυνηγημένοι από την φωτιά του πολέμου και την φτώχεια, αναζητούν ένα καλύτερο μέλλον στην Ευρώπη.
Όμως και η επίσκεψη αυτή δεν ήταν τίποτε άλλο, παρά ένα θέατρο εντυπώσεων. Διότι αν τα κίνητρά του ήταν όντως «φιλάνθρωπα», τότε το πρώτο που θα έπρεπε να κάνει, είναι να ανοίξει τις τράπεζες του Βατικανού, στις οποίες είναι συσσωρευμένα αμύθητα πλούτη και να τα διαθέσει για την ανακούφιση εκατοντάδων χιλιάδων φτωχών και προσφύγων. Θα έπρεπε ακόμη να στηλιτεύσει τους αφανείς και εμφανείς δημιουργούς του μεταναστευτικού προβλήματος, τους προωθητές της «Νέας Τάξεως Πραγμάτων» και της προετοιμαζόμενης παγκόσμιας κυβέρνησης του Αντιχρίστου. Όμως ούτε αυτό το έκανε, αλλά αρκέστηκε σε φθηνούς και υποκριτικούς συναισθηματισμούς συμπάθειας. Αλλά πως ήταν δυνατόν να το κάνει, τη στιγμή που ο ίδιος προωθεί πυρετωδώς τον θρησκευτικό συγκρητισμό, την ισλαμοποίηση της Ευρώπης και την δημιουργία της εφιαλτικής Πανθρησκείας, σε αγαστή συνεργασία με τα αφανή σιωνιστικά κέντρα;
Άξιο σχολιασμού είναι και η πολυδιαφημιζόμενη «συγνώμη» του κατά την συνάντησή του με τον Μακ. Αρχιεπίσκοπο κ. Ιερώνυμο. Όταν ο Μακαριώτατος στην προσφώνησή του υπενθύμισε μεταξύ άλλων την εχθρική στάση του Παπισμού στον αγώνα των προγόνων μας κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, εκείνος αναγκάστηκε να ζητήσει μια αόριστη «ξερή συγνώμη»! Η πραγματική συγνώμη δεν μπορεί να είναι απλά λεκτική, μια ανέξοδη λέξη, αλλά οφείλει να συνοδεύεται από πράξεις. Θα ήταν ειλικρινής η «συγνώμη» του, αν συνοδευόταν παράλληλα με επίσημη, γραπτή, δημόσια διακήρυξή του, στην οποία θα καταδίκαζε τη στάση του Βατικανού, να συνταχθεί με τους δυνάστες Τούρκους, όπως επίσης και την άρνηση των εν Ελλάδι παπικών να πολεμήσουν στο πλευρό των Ελλήνων.
Είναι πολύ εύστοχο το σχετικό σχόλιο στην αγωνιστική εφημερίδα «Ορθόδοξος Τύπος» (17-12-2021), με τίτλο: «Η ιησουϊτική ‘συγνώμη’ του κ. Φραγκίσκου»: «Ο ιησουίτης “Πάπας” Φραγκίσκος, “παίζει” με απίστευτη δεξιότητα τον υποκριτικό του ρόλο. Όταν ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος, εκπλήσσοντάς μας θετικά, τον “στρίμωξε” για το διαχρονικό μίσος του Παπισμού κατά της Ορθοδοξίας και της Ελλάδος και για τα εγκλήματά του, απάντησε: “Με ντροπή, το αναγνωρίζω για την Καθολική Εκκλησία, πράξεις και επιλογές που λίγο, ή τίποτα δεν έχουν να κάνουν με τον Ιησού και το Ευαγγέλιο, […] σήμερα εδώ αισθάνομαι την ανάγκη να ανανεώσω την αίτηση συγγνώμης από το Θεό και τους αδελφούς μας για τα σφάλματα που διέπραξαν τόσοι καθολικοί”! Μελετώντας με προσοχή την ‘συγνώμη’ του, διαπιστώνεται αβίαστα πως δεν πρόκειται πραγματικά για ειλικρινή συγνώμη, αλλά για καθαρή υποκριτική υπεκφυγή. Δεν παραδέχτηκε ότι η κύρια εστία της εχθρότητας κατά της Ελληνορθοδοξίας είναι το Βατικανό, αλλά απλά και αόριστα, εκδήλωσε τη “λύπη του” για κάποια σφάλματα, που διέπραξαν κάποιοι καθολικοί! Με άλλα λόγια “έβγαλε την ουρά του” έξω από την ευθεία μομφή που του καταλόγισε ο κ. Ιερώνυμος! Η υποκρισία του έφτασε στο σημείο να υποβαθμίζει τις χαώδεις δογματικές διαφορές της “εκκλησίας” του με την Ορθόδοξη Εκκλησία μας, ως “κοσμικά δηλητήρια” και “ζιζάνιο της υποψίας”!
Τα πράγματα απέδειξαν, ότι τελικά ο κ. Φραγκίσκος δεν ήρθε ούτε ως «προσκυνητής των βημάτων του Αποστόλου Παύλου», όπως είχε στο επίσημο πρόγραμμά του, ούτε ως «ειρηνοποιός», ούτε ως «συμπαραστάτης των κατατρεγμένων», νομίμων και παρανόμων προσφύγων και μεταναστών. Ήρθε για να στηρίξει την εδώ παπική προπαγάνδα. Τρανή απόδειξη οι τιμητικές διακρίσεις των εδώ παπικών «εκκλησιαστικών αρχών» και κύρια των ουνιτών, τους οποίους επιβράβευσε με τιμητικές διακρίσεις, δωρίζοντάς τους δισκοπότηρα κατά την παπική «λειτουργία» στο Μέγαρο Μουσικής. Γνωρίζει πολύ καλά ο «πάπας», τι σημαίνει Ουνία για την Ορθόδοξη Εκκλησία μας, η οποία αποτελεί τον «δούρειο ίππο» του Παπισμού, όπως έχουμε σχολιάσει σε παλαιότερες ανακοινώσεις μας. Πως μπορεί να ισχυρίζεται ότι είναι «αδελφός εν τη πίστει», όταν δεν καταδικάζει τουλάχιστον την επάρατη και σατανική Ουνία;
Πριν να κλείσουμε, θεωρούμε αναγκαίο να επισημάνουμε μια ακόμη διαπίστωση, με αφορμή την τρίτη αυτή επίσκεψη του «πάπα» στην Ελλάδα, (η πρώτη το 2001, η δεύτερη το 2016 και η τρίτη το 2021). Διαπίστωση πολύ σημαντική, κατά τη γνώμη μας, όσον επίσης και θλιβερή. Αν κάνουμε μια αναδρομή στην πρώτη επίσκεψη του «πάπα» το 2001 και την συγκρίνουμε με τις δύο επόμενες, θα διαπιστώσουμε την χαώδη απόσταση, που χωρίζει την πρώτη από τις δύο άλλες. Στην πρώτη επίσκεψη η αντίδραση του λαού, του κλήρου και του Μοναχισμού ήταν θυελλώδης, πανελλήνια και καθολική, ενώ στις δύο επόμενες σχεδόν μηδαμινή. Στην πρώτη ξεσηκώθηκε όλος σχεδόν ο κλήρος, ο αγιορειτικός και ο λοιπός εν Ελλάδι Μοναχισμός και ο πιστός λαός του Θεού. Από κάθε γωνιά της Ελλάδος έτρεξαν στην Αθήνα πλήθη λαού, που συμμετείχαν στο μεγαλειώδες συλλαλητήριο, που πραγματοποιήθηκε στην πλατεία της Μητροπόλεως Αθηνών, (στο οποίο αξιωθήκαμε και εμείς να συμμετάσχουμε).
Η διαμαρτυρία και η κατακραυγή κλήρου και λαού για την επίσκεψη του «πάπα» προς τον τότε Μακ. Αρχιεπίσκοπο Αθηνών κυρό Χριστόδουλο, ήταν τόσο μεγάλη που ταρακούνησε όλη την Ιεραρχία. Η διαφορά της πρώτης επίσκεψης σε σχέση με τις δύο επόμενες είναι κάτι περισσότερο από εξόφθαλμη. Που είναι σήμερα οι παλαιοί εκείνοι πατέρες, κληρικοί και μοναχοί, που μας ενέπνεαν και μας ενθουσίαζαν με το θάρρος και τη αγωνιστικότητά τους; Που είναι σήμερα το Άγιον Όρος, που κάποτε, πριν από 20 και πλέον χρόνια, γινόταν μπροστάρης σε αγώνες αντιαιρετικούς; Οι σημερινοί πατέρες ούτε καν από μακριά μπορούν να συγκριθούν με τους παλαιούς. Με πολλή θλίψη διαπιστώνουμε κωμικοτραγικά φαινόμενα.
Άλλοι από αυτούς ταλαντεύονται μεταξύ Ορθοδοξίας και αιρέσεως και άλλοι «χτυπούν» μεν την αίρεση, αλλά ταυτόχρονα είναι και θερμοί φίλοι με εκείνους, που την εκφράζουν. Άλλοι «το παίζουν» διπλωμάτες, προσπαθώντας να συμβιβάσουν τα ασυμβίβαστα, (λες και χωρούν διπλωματίες σε θέματα πίστεως), άλλοι εξαφανίζονται, ωσάν να μην υπάρχει η αίρεση και μερικοί τέλος διακηρύσσουν δημοσίως, ότι ο Παπισμός δεν είναι αίρεση, αλλά «αδελφή Εκκλησία». Αυτή είναι δυστυχώς η κατάσταση, που επικρατεί στον σημερινό κλήρο και τον Μοναχισμό. Ελαχιστότατοι, μετρημένοι στα δάχτυλα, είναι εκείνοι, που αληθινά αγωνίζονται, δηλαδή με θλίψεις, με διωγμούς και με αγώνες που κοστίζουν, μιμούμενοι τους αρχαίους πατέρες.
Δεν θα επεκταθούμε περισσότερο στην παρούσα ανακοίνωσή μας, αφήνοντας τον σχολιασμό άλλων πτυχών της επισκέψεως του «πάπα» σε άλλους αναλυτές, ικανότερους και αξιότερους από μας. Θα κλείσουμε επισημαίνοντας, ότι δεν μας ανησυχεί τόσο η στάση της εδώ πολιτειακής και πολιτικής ηγεσίας, η οποία υποδέχτηκε τον «πάπα» «μετά βαΐων και κλάδων», ωσάν κάποιον σημαντικό φιλέλληνα ηγέτη και φίλο της Ορθοδοξίας. Μας ανησυχεί κυρίως και πρωτίστως η τραγική έλλειψη αληθινών και θεοφόρων αγωνιστών της πίστεως και της Ορθοδοξίας.
Όταν υπάρχουν αυτοί, τότε και ο Θεός είναι μαζί τους και ο πιστός λαός είναι μαζί τους και η διοικούσα Εκκλησία αναγκάζεται να υποχωρεί, πιεζόμενη από τον κλήρο και τον λαό και να διορθώνει τις όποιες λανθασμένες επιλογές της. Όταν υπάρχουν αυτοί, τότε η Εκκλησία επιτυγχάνει μεγάλες και θαυμαστές νίκες και θριαμβεύει απέναντι σε κάθε αίρεση και ο Θεός δοξάζεται.