Με την ευκαιρία της εορτής της μετακομιδής των χαριτοβρύτων Ιερών Λειψάνων της Αγίας Ανυσίας πραγματοποιήθηκε εντός του Ιερού Ναού λιτανεία της λάρνακος της Οσιομάρτυρος.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων εξέφρασε τις ευχαριστίες του προς τον πολιό Ποιμενάρχη της των Θεσσαλονικέων Αποστολικής Εκκλησίας Παναγιώτατο Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμο για την σχετική άδεια και ευλογία καθώς και προς τον Προϊστάμενο του Ιερού Ναού του Πολιούχου και Εφόρου των Θεσσαλονικέων, Πανοσιολογιώτατο Αρχιμανδρίτη π. Δαμασκηνό Πέτικα για τη φιλοξενία και την πρόσκληση που του απηύθυνε.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Μακαρίζομέν σε, ἀθλητά τοῦ Χριστοῦ, καί τιμῶμεν τήν ἁγίαν σου λάρνακα, ὡς πηγάζουσαν τά μύρα τοῖς πιστοῖς».
Mέ τήν εὐγενῆ πρόσκληση τοῦ ἱερατικῶς προϊσταμένου τοῦ πανσέπτου τούτου ναοῦ, πανοσιολογιωτάτου ἀρχιμανδρίτου π. Δαμασκηνοῦ, καί τήν ἄδεια καί εὐλογία τοῦ Ποιμενάρχου, τοῦ Παναγιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ. Ἀνθίμου, τόν ὁποῖο καί θερμῶς εὐχαριστοῦμε, μακαρίσαμε ἀπόψε μέ βαθεία συγκίνηση καί καρδιακή κατάνυξη, ἐν ἑνί στόματι, κλῆρος καί λαός τῆς ἁγιοτόκου καί ἁγιοφρουρήτου πόλεως τῆς Θεσσαλονίκης καί οἱ παρεπιδημοῦντες εὐλαβεῖς προσκυνητές καί λάτρεις τοῦ μυροβλύτου πολιούχου της, «τόν μέγαν ὁπλίτην καί ἀθλητήν, τόν στεφανηφόρον καί ἐν μάρτυσι θαυμαστόν», τόν μυρορρόα Δημήτριο, τό καύχημα τῆς γενετείρας του καί τό ἀγλάισμα τῆς ὑπ᾽ οὐρανόν οἰκουμένης.
Τόν μακαρίσαμε ψάλλοντας κατά τήν παλαιά βυζαντινή παράδοση, τήν ὁποία διέσωσε ὁ τελευταῖος πρό τῆς ἁλώσεως τῆς πόλεως ἀπό τούς Τούρκους ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, ἅγιος Συμεών ὁ μυσταγωγός, διαμορφώνοντάς την συγχρόνως κατά τόν τύπο τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος τοῦ θείου Πάθους, καθώς ἡ διά τοῦ λογχισμοῦ τῆς πλευρᾶς μαρτυρική τελείωση τοῦ ἁγίου μεγαλομάρτυρος Δημητρίου ἐθεωρήθη ἀνέκαθεν ὡς μίμηση τοῦ Πάθους τοῦ Κυρίου μας καί τό μαρτύριό του χριστομίμητο.
Μακαρίσαμε καί ἐμεῖς, «τόν εὐθαρσῶς ἐναθλήσαντα μάρτυρα τοῦ Χριστοῦ», ψάλλοντας τούς θεσπεσίους ὕμνους, τούς ὁποίους συνέθεσε ἡ πλημμυρίζουσα ἀπό ἀγάπη καρδία τοῦ ἁγίου Συμεών πρός τόν φιλόπολι μάρτυρα γιά τή Μεγάλη Παρασκευή τοῦ χριστομιμήτου πάθους τοῦ ἁγίου μεγαλομάρτυρος Δημητρίου, ἐνώπιον τῆς χαριτοβρύτου καί μυροβλύτου λάρνακός του στόν περίκλυτο αὐτόν ἱερό ναό, ὅπου ἀναπαύεται καί πάλι τό μαρτυρικώτατό του σῶμα, 43 χρόνια μετά τήν ἐπανακομιδή τῆς τιμίας του κάρας καί 41 μετά τήν ἐπιστροφή καί τοῦ λοιποῦ ἱεροῦ λειψάνου του, κατόπιν ἑνός μηνός παραμονῆς τῆς ἐλαχιστότητός μου στό Μιλάνο καί διαπραγματεύσεων μέ τίς ἐκκλησιαστικές ἀρχές τοῦ San Lorenzo in Campo, μέ τήν εὐλογία καί τή συμπαράσταση τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης Παντελεήμονος τοῦ Β´, ὁ ὁποῖος καί συνόδευσε τά χαριτόβρυτα λείψανα στήν πόλη τοῦ ἁγίου Δημητρίου.
Τόν μακαρίσαμε ὡς ἄξιο παντός μακαρισμοῦ, ἔστω καί ἄν αὐτός προέρχεται ἀπό ταπεινά καί χοϊκά χείλη, γιά τήν ἁγία καί πάναγνο ζωή του, γιά τήν τελεία ἀγάπη καί τήν ὁλόθυμη ἀφοσίωσή του στόν Χριστό, γιά τήν παρρησία τοῦ λόγου καί τῆς ὁμολογίας του, γιά τήν ἀκοίμητη μέριμνά του χάριν τῆς πόλεώς του καί τῶν κατοίκων της, γιά τήν ἀκένωτη ροή τοῦ μύρου καί τά ἀναρίθμητα θαύματά του, προσωπικά καί συλλογικά.
Διότι, καί ὅταν τό ἱερώτατο λείψανό του εὑρίσκετο ἀναγκαστικά μακριά ἀπό τήν πατρίδα του, ὅταν ἐκλάπη ἀπό τόν τάφο του, τόν ὁποῖο οἱ Θεσσαλονικεῖς οὐδέποτε ἐδέχθησαν νά τόν ἀνοίξουν, παρά τίς παρακλήσεις καί τά αἰτήματα πολλῶν εὐσεβῶν αὐτοκρατόρων νά λάβουν τμῆμα μόνο τοῦ χαριτοβρύτου λειψάνου του εἰς εὐλογία, ὁ φιλόπατρις μεγαλομάρτυς δέν ἐγκατέλειψε τούς συμπολίτες του.
Ἦταν παρών σέ κάθε ἀνάγκη τους, πρόθυμος συμπαραστάτης σέ κάθε δυσκολία τους, ταχύς ἀρωγός σέ κάθε κλύδωνα, τόν ὁποῖο ἀντιμετώπιζε ἡ Θεσσαλονίκη, ὅπως στόν μεγάλο σεισμό τοῦ 1978, καί ἀνύστακτος πρεσβευτής στόν θρόνο τῆς χάριτος ὑπέρ τῶν προσφιλῶν του Θεσσαλονικέων ἀλλά καί ὑπέρ παντός ἐπικαλουμένου τή βοήθειά του καί λέγοντος μαζί μέ τόν νεαρό μαθητή του, τόν ἅγιο Νέστορα: «Ὁ Θεός τοῦ Δημητρίου, βοήθει μοι».
Καί αὐτό ἀποτελεῖ ἀπόδειξη ὅτι ὁ τιμώμενος ἅγιος μεγαλομάρτυς καί μυροβλύτης Δημήτριος δέν ἀξιώθηκε ἁπλῶς χριστομιμήτου μαρτυρίου, ἀλλά ὑπῆρξε διά βίου μιμητής τοῦ Κυρίου· καί δέν ἀνεζωγράφησε μόνο τό σωτήριο πάθος διά τῆς λογχονύκτου πλευρᾶς του, ἀλλά, κατά τούς ἱερούς ὑμνογράφους, ἔλαβε καί «τῆς σωτηρίου πλευρᾶς τήν χάριν», ἡ ὁποία ἑρμηνεύει καί τήν ἀπέραντη εὐσπλαγχνία καί ἀγάπη τοῦ μεγαλομάρτυρος ἁγίου πρός τούς ἀνθρώπους καί τόν κόσμο.
Ἔκφραση τῆς ἀγαπώσης τόν Χριστό καρδίας του ἦταν ἡ πίστη του. Ἔκφραση τῆς ἰδίας ἀγάπης καί τό κήρυγμά του πρός τούς νέους τῆς Καταφυγῆς τῆς Θεσσαλονίκης. Ἔκφραση τῆς ἀγάπης του τό μαρτύριό του ἀλλά καί τά θαύματά του καί τό μύρο πού ἀνέβλυζε καί ἀναβλύζει ἀπό τό ἱερό λείψανό του καί ἄρδευε τίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων καί τά πέρατα τῆς οἰκουμένης.
Ἕνα τέτοιο μεγάλο θαῦμα ζήσαμε, ἀελφοί μου, τό 1986, τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου, ὅταν στό Πανεπιστήμιο τό ἀπόγευμα ἔγινε ἡ καθιερωμένη ἑορτή ἐνώπιον τῶν ἀρχῶν καί τῶν ἐξουσιῶν, ἐνώπιον τοῦ Προέδρου τῆς Δημοκρατίας ἀλλά καί τοῦ Παναγιωτάτου Μητροπολίτου, τοῦ ἀειμνήστου Παντελεήμονος τοῦ Β´, ὁ ὁμιλητής δέν κατεδέχθη νά ὁμιλήσει περί τοῦ ἁγίου Δημητρίου. Οὔτε κἄν ἀνέφερε τό ὄνομά του. Μίλησε γιά τά ἐλευθέρια τῆς πόλεως. Μά ποιός βοήθησε τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου Δημητρίου νά ἐλευθερωθεῖ ἡ Θεσσαλονίκη ἀπό τούς Τούρκους. Τίποτε ὅμως.
Ἀφοῦ τελείωσε, ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης χτύπησε τή μαγκούρα ἐνώπιον τοῦ Προέδρου καί εἶπε: «Ντροπή, κύριε Πρόεδρε. Τέτοια ἡμέρα νά μήν μνημονεύεται ποιός; Ὁ πολιοῦχος μας, αὐτός πού ἔγινε αἰτία νά ἐλευθερωθεῖ ἡ πόλη μας μετά ἀπό 500 σχεδόν χρόνια». Ἔφυγε στενοχωρημένος, τόν συνόδευσα στό Ἐπισκοπεῖο καί ἐπέστρεψα στήν οἰκία μου. Μόλις ἔφθασα, μοῦ τηλεφώνησαν ἀπό τόν ναό —ἤμουν τότε προϊστάμενος— καί μοῦ εἶπαν «ἐλᾶτε, διότι ὁ ἅγιός μας μυρόβλυσε». Καί ὤ τοῦ θαύματος! Ὅταν ἔφθασα, ἀπό τόν δρόμο ἔξω ἔτρεχαν τά μύρα καί ἡ εὐωδία. Ὅταν εἰσῆλθα στόν ναό, ἡ λάρνακα ἦταν λουσμένη στά μύρα. Καί ὄχι μόνο ἡ λάρνακα. Οἱ εἰκόνες τοῦ τέμπλου, ὅλες οἱ εἰκόνες παντοῦ, ἀκόμη καί οἱ κίονες, ἔτρεχαν μύρα. Ἦταν ἡ ἀπάντηση τοῦ ἁγίου σ᾽ αὐτόν πού οὔτε κἄν ἀνέφερε τό ὄνομά του. Ἔτσι, λοιπόν, ἡ πόλη μας ἔχει αὐτή τήν εὐλογία, τῆς προστασίας τοῦ μεγάλου μυροβλύτου ἁγίου Δημητρίου.
Ἔκφραση ὅμως τῆς ἀγάπης του καί πρός ὅλους ἐμᾶς, οἱ ὁποῖοι συρρεύσαμε σήμερα στόν περικαλλῆ ἱερό ναό του γιά νά τόν τιμήσουμε, γιά νά τόν ὑμνήσουμε ἀλλά καί γιά νά λάβουμε τή χάρη καί τήν εὐλογία του εἶναι αὐτό πού θά μᾶς παρότρυνε νά κάνουμε, ἄν θέλαμε νά ἀκούσουμε τή φωνή του.
Τί θά μᾶς ἔλεγε ὁ ἅγιος Δημήτριος; Θά μᾶς ἐπαναλάμβανε τούς λόγους τοῦ πρωτοκορυφαίου ἀποστόλου Παύλου, τοῦ ἱδρυτοῦ τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας, τούς ὁποίους ἀκολούθησε καί ὁ ἴδιος μέ πιστότητα στή ζωή του: «μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς κἀγώ Χριστοῦ».
Ἄς ἀκούσουμε τήν παρότρυνση τοῦ προσφιλοῦς μας ἁγίου καί ἄς προσπαθήσουμε νά μιμηθοῦμε καί ἐμεῖς τήν καθαρότητα τῆς ζωῆς του, τήν ἀγάπη του στόν Χριστό καί τούς ἀδελφούς του καί τήν πίστη στόν Θεό, πού τόν ὁδήγησε νά θεωρήσει τά πάντα σκύβαλα, ἀκόμη καί τό ὑψηλό ἀξίωμά του, ἀκόμη καί τή συμπάθεια τοῦ Ρωμαίου αὐτοκράτορα ἀλλά καί τήν ἴδια του τή ζωή. Διότι ἔτσι θά ἔχουμε πάντοτε τόν ἅγιο μεγαλομάρτυρα καί μυροβλύτη Δημήτριο βοηθό καί ἀντιλήπτορα στή ζωή μας, θά ἔχουμε τή χάρη του νά μᾶς προστατεύει καί νά μᾶς λυτρώνει ἀπό κάθε ἀνάγκη καί θλίψη καί νά μᾶς σώζει ἀπό κάθε κακό.
Μέ αὐτή τή βεβαιότητα καί τήν πίστη δεόμεθα καί ἐμεῖς ἀπόψε καί τόν ἱκετεύουμε ταπεινά νά ἀπαλλάξει καί τή Θεσσαλονίκη καί τήν πατρίδα μας καί τόν κόσμο ὁλόκληρο, ὡς μέγας ὑπέρμαχος ὄχι μόνο τῆς πατρίδος του ἀλλά καί τῆς οἰκουμένης, ἀπό τή δεινή αὐτή μάστιγα τοῦ κορωνοϊοῦ, ὅπως πολλές φορές ἀπάλλαξε τή Θεσσαλονίκη ἀπό ποικίλες λοιμώδεις νόσους, καί νά πρεσβεύει διηνεκῶς στόν Χριστό γιά ὅλους μας καί γιά τόν ποιμενάρχη μας, τόν Παναγιώτατο Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ. Ἄνθιμο, τόν ὁποῖο ἰδιαιτέρως εὐχαριστῶ ἐκ βάθους καρδίας γι᾽αὐτή τήν εὐλογία πού μοῦ χάρισε. Τόν εὐχαριστῶ καί πάλιν καί πολλάκις διά τήν ἄδειά του νά χοροστατήσω στόν περίκλυτο αὐτόν ναό τοῦ πολιούχου μας καί προστάτου μας ἁγίου μεγαλομάρτυρος Δημητρίου κατά τήν ἀποψινή Ἀκολουθία καί νά συμπροσευχηθῶ μαζί σας καί διά μία εἰσέτι φορά νά διαπιστώσουμε, ἀδελφοί μου, ὅτι «μεθ᾽ ἡμῶν ὁ χαριτόβρυτος Δημήτριος».