Στο τέλος τελέστηκε Δοξολογία για την 109η επέτειο της απελευθερώσεως της πόλεως από τον τουρκικό ζυγό παρουσία των τοπικών πολιτικών και στρατιωτικών αρχών.
Ακολούθησε τρισάγιο και κατάθεση στεφάνων στο ηρώο της πόλεως, ενώ η καθιερωμένη στρατιωτική και μαθητική παρέλαση δεν πραγματοποιήθηκε εξαιτίας των ειδικών υγειονομικών μέτρων.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: Ὁ Ἑλληνισμός ὅπου γῆς τιμᾶ φέτος τήν ἐπέτειο τῶν 200 χρόνων ἀπό τήν ἔναρξη τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως. Τιμᾶ τό ψυχικό σθένος τῶν προγόνων του νά ἀποφασίσουν νά ξεσηκωθοῦν γιά νά ἀποτινάξουν τή σκλαβιά καί νά ἀποκτήσουν τήν ἐλευθερία.
Δέν εἶχαν ζήσει ἐλεύθεροι οὔτε οἱ ἴδιοι οὔτε οἱ πατέρες καί οἱ πατέρες τῶν πατέρων τους, ὅμως γνώριζαν τί σημαίνει σκλαβιά, τί σημαίνει νά εἶσαι ὑπόδουλος καί μάλιστα σέ ἕναν ἀλλόθρησκο δυνάστη. Γνώριζαν τί σημαίνει ὁ κατακτητής νά ἀγωνίζεται νά σέ κάνει νά ξεχάσεις ποιός εἶσαι καί τί πιστεύεις, γιά νά ξεχάσεις στή συνέχεια ὅτι εἶσαι σκλαβωμένος.
Γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς καί ἐπαναστάτησαν οἱ πρόγονοί μας. Μπορεῖ οἱ δικοί τους πατέρες νά μήν εἶχαν κατορθώσει νά τούς χαρίσουν τήν ἐλευθερία, τούς εἶχαν κληροδοτήσει ὅμως τίς προϋποθέσεις γιά νά τήν διεκδικήσουν: τήν πίστη στόν Χριστό καί τήν ἐθνική συνείδηση.
Γι᾽ αὐτό καί ἀγωνίσθηκαν ὄχι μόνο μέχρι νά ἐλευθερώσουν ἕνα μέρος τῆς σκλαβωμένης πατρίδος, ἀλλά μέχρι νά ἐλευθερώσουν ὅσο μποροῦσαν μεγαλύτερο τμῆμα τῆς Ἑλληνίδος γῆς, ὅσο μποροῦσαν περισσότερους ὑπόδουλους Ἕλληνες.
Ἡ ἑκατοστή ἐνάτη ἐπέτειος τῶν ἐλευθερίων τῆς πόλεώς μας πού πανηγυρικά ἑορτάζουμε σήμερα ἐντάσσεται, λοιπόν, χωρίς ἀμφιβολία στό πλαίσιο τῶν ἀγώνων πού ξεκίνησαν οἱ πρόγονοί μας, ὅταν σήκωσαν τά λάβαρα τῆς ἐπαναστάσεως στίς 25 Μαρτίου τοῦ 1821. Ὁ ἀγώνας πού ξεκίνησε τότε μέ τή συμπαράσταση ἀγωνιστῶν καί ἀπό τή Μακεδονία, ὅπως τοῦ ἡρωικοῦ γέρο-Καρατάσου ἀπό τή γειτονική Δοβρᾶ, συνεχίσθηκε μέχρι τό 1912, ὅταν ὁ ἑλληνικός στρατός, ἄνδρες ἀπό τή νότια Ἑλλάδα καί τήν Κρήτη, εἰσῆλθαν τό ξημέρωμα τῆς 16ης Ὀκτωβρίου τοῦ 1912 στήν πόλη τῆς Βεροίας, γιά νά τήν ἀπαλλάξουν ἀπό τόν βαρύ τουρκικό ζυγό καί νά διώξουν ὁριστικά τό σκοτάδι τῆς σκλαβιᾶς πού τήν πλάκωνε γιά σχεδόν πεντακόσια χρόνια.
Οἱ πατέρες καί οἱ μητέρες μας, πού ξεχύθηκαν ἐκείνη τήν ἡμέρα στούς δρόμους τῆς Βεροίας γιά νά ὑποδεχθοῦν τόν ἐλευθερωτή ἑλληνικό στρατό καί ξεδίπλωσαν τίς φυλαγμένες γιά αὐτή τή μεγάλη στιγμή ἑλληνικές σημαῖες καί ἔτρεξαν νά κτυπήσουν χαρμόσυνα τίς καμπάνες τῶν ἐκκλησιῶν, ἀπέδειξαν μέ τή στάση τους ὅτι οἱ θυσίες καί τά μαρτύρια τόσων γενεῶν σκλαβωμένων Ἑλλήνων, προκειμένου νά μήν χάσουν τήν πίστη τους στόν Χριστό, νά μήν χάσουν τήν ἐθνική τους ταυτότητα, νά μήν χάσουν τήν ἐλπίδα τους ὅτι «ἡ λευτεριά σάν τῆς αὐγῆς τό φεγγοβόλο ἀστέρι» θά φέρει καί γι᾽ αὐτούς «τῆς νύχτας τό ξημέρωμα», δέν πῆγαν χαμένα, ἀλλά ἔφεραν τό ποθητό ἀποτέλεσμα, ἔφεραν τή χαρμόσυνη ἡμέρα τῆς ἐλευθερίας τους ἀλλά καί τῆς δικῆς μας ἐλευθερίας.
Γι᾽ αὐτό καί ἐμεῖς σήμερα ἑορτάζοντας καί τιμώντας τήν ἀπελευθέρωση τῆς πόλεώς μας, ἑορτάζοντας καί τιμώντας τούς ἀγῶνες καί τίς θυσίες τῶν πατέρων μας, γιά νά ζοῦμε ἐμεῖς σήμερα ὡς ἐλεύθεροι Ἕλληνες, ἀκολουθοῦμε τά βήματά τους. Βγαίνουμε στούς δρόμους τῆς πόλεως μας, ὅπως καί οἱ πατέρες μας, γιά νά ὑποδεχθοῦμε τόν στρατό μας, πού παρελαύνει τιμητικά, σέ ἀνάμνηση τῆς εἰσόδου τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ στίς 16 Ὀκτωβρίου τοῦ 1912 τή Βέροια ἐλευθερώνοντάς την ἀπό τούς Τούρκους. Συρρέουμε στούς ἱερούς ναούς μας γιά νά δοξάσουμε τόν Θεό καί νά προσευχηθοῦμε γιά τήν ἀνάπαυση τῶν ψυχῶν τῶν ὑπέρ τῆς πίστεως καί τῆς πατρίδος πεσόντων πατέρων καί ἀδελφῶν μας, ὅπως καί ἐκεῖνοι, καί χτυποῦμε πανηγυρικά τίς καμπάνες τῶν ἐκκλησιῶν μας, συμμετέχοντας στό χαρμόσυνο γεγονός τῆς ἀπελευθερώσεως τῆς πόλεώς μας.
Ἡ σημαντικότερη ὅμως τιμή πού ὀφείλουμε νά ἀπονείμουμε στούς πατέρες μας, οἱ ὁποῖοι θυσιάσθηκαν γιά νά μᾶς χαρίσουν τήν ἐλευθερία, εἶναι νά ἀκολουθήσουμε τό παράδειγμά τους, τό παράδειγμα τῆς ζωῆς τους. Ἐκεῖνοι μέ κόπους καί θυσίες κατόρθωσαν νά διατηρήσουν, ὅπως εἴπαμε, καί τήν πίστη καί τήν ἐθνική τους συνείδηση, κάτω ἀπό τραγικές συνθῆκες καταπιέσεως καί διωγμῶν ἀπό τόν Τοῦρκο δυνάστη. Μέ τήν πίστη ὅμως καί τή συναίσθηση τῆς ἑλληνικότητός τους κατόρθωσαν νά κερδίσουν καί τήν ἐλευθερία.
Ἐμεῖς ἔχουμε τήν ἐλευθερία πού ἐκεῖνοι μᾶς χάρισαν· γι᾽ αὐτό καί ἔχουμε μεγαλύτερο χρέος νά διατηρήσουμε ὅσα ἀποτελοῦν τήν ἐθνική μας ἰδιοπροσωπία: τήν πίστη καί τήν ἐθνική μας συνείδηση. Ἡ ἐποχή μας εἶναι κρίσιμη, καί τό χρέος μας εἶναι μεγάλο: νά σταθοῦμε ἀντάξιοι τῶν πατέρων μας, διατηρώντας τήν πίστη στόν Θεό, στόν ὁποῖο ὀφείλουμε τήν ἐλευθερία μας, καί φυλάσσοντας τήν ἑλληνική μας ταυτότητα, τή γλώσσα μας καί τήν ἱστορία μας, πού εἶναι ἀλληλένδετα μέ τήν πίστη μας στόν Θεό. Καί παρακαλώντας τον σήμερα νά ἀναπαύσει τίς ψυχές τῶν ἡρωικῶν νεκρῶν μας, ἄς τόν παρακαλοῦμε καί σήμερα καί πάντοτε νά διαφυλάττει τήν πατρίδα ἐλεύθερη στούς αἰῶνες.