Τα θορυβώδη γεγονότα των τελευταίων δύο ετών, με δεδομένη πλέον την κόντρα μεταξύ (ΕΕ, ΝΑΤΟ, Ρωσίας, Κίνας) με τις περιφερειακές δυνάμεις (Τουρκίας, Ιράν),
θέτει μια ανησυχητική σκιά στο μέλλον της μακροπεριφέρειας που εκτείνεται κατά μήκος της Κεντρικής και Ανατολικής Μεσογείου, φτάνοντας μέχρι τον Καύκασο, την Σαχάρα και την Ανατολική Αφρική και φυσικά τα Βαλκάνια.
Στον ίδιο τομέα, τα ιταλικά συμφέροντα είναι τεράστια, καθώς ένα μεγάλο κομμάτι των εξαγωγών, μας δείχνει ότι οι ιταλικές εταιρείες εξάγουν στην περιοχή περισσότερο από το διπλάσιο από αυτό που εξάγουν Κίνα, Ινδία και Ρωσία μαζί, αναφέρει ιταλικό ΜΜΕ. Ο υπολογισμός δεν μεταβάλλεται ουσιαστικά εάν συμπεριλάβουμε επίσης το δυναμικό ανάπτυξης.
Στην περιοχή αυτή, σχεδόν όλες οι ιταλικές εταιρείες έχουν επενδύσει τεράστια ποσά, ιδίως σε στρατηγικές υποδομές (ενέργεια, TLC, μεταφορές, εφοδιασμό, βιομηχανία, χρηματοδότηση, EPC).
Οι ιταλικές εισαγωγές-εξαγωγές που διέρχονται από τη Μεσόγειο ανήλθαν σε 240 δισεκατομμύρια ευρώ σε αξία το 2018, σύμφωνα με στοιχεία που αποκαλύφθηκαν από μια μελέτη του ομίλου Banca Intesa.
Η σταθερότητα και η ασφάλεια της περιοχής είναι σαφώς πρωταρχικής σημασίας όχι μόνο όμως για την Ιταλία, αλλά για όλες τις χώρες της περιοχής.
Επομένως, είναι αναπόφευκτο να προσπαθήσει κάποιος να φανταστεί ποιο θα είναι το μέλλον για όλες τις χώρες της ΝΑ Ευρώπης, στη Μεσόγειο και τα Βαλκάνια, στο πλαίσιο της νέας παγκόσμιας πρόκλησης.
Το ερώτημα αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία όταν η σταθερότητα των δύο μεγάλων στρατηγικών οργανισμών στους οποίους ανήκουν οι χώρες της ΝΑ Ευρώπης (Ευρωπαϊκή Ένωση και ΝΑΤΟ) παρουσιάζουν ορισμένα σημάδια αποδυνάμωσης των εσωτερικών τους περιορισμών, που συνοδεύονται από μια αβέβαιη πορεία ανάπτυξης της ευρωπαϊκής πολιτικής ένωσης και κατά συνέπεια των ευρωπαϊκών ενόπλων δυνάμεων.
Οι ευρωπαϊκές ένοπλες δυνάμεις θα ήταν το πιο απαραίτητο εργαλείο στο σημερινό και το μελλοντικό πλαίσιο, αλλά η σύσταση τους κινδυνεύει να παραμείνει αν όχι χίμαιρα, τουλάχιστον κάτι πολύ απίθανο.
Ας δούμε τώρα μια ανάλυση των πιθανών σεναρίων. Κατά την γνώμη πολλών ειδικών δεν θα δούμε κανένα πόλεμο μεταξύ της Δύσης κατά, της Ρωσίας, της Κίνας, της Τουρκίας, τίποτα από αυτά.
Περιμένουμε όμως αρκετά σύγχρονα σενάρια κρίσεων όπως το Ντονέντσκ, η Αμπχαζία , η Συρία.
Αυτό το μοντέλο το ονομάζουμε "Πολλαπλές κρίσεις τύπου Ντονένσκ". Είναι απλά ένα συμβατικό όνομα, με το οποίο δεν υποδεικνύουμε ότι είναι γεγονότα που παράγονται αμιγώς από τη Ρωσία.
Στην πραγματικότητα, θα μπορούσαν να δημιουργηθούν, αν οποιαδήποτε περιφερειακή ή μεγάλη χώρα ενδιαφέρεται να δημιουργήσει καταστάσεις αστάθειας, σε συγκεκριμένους τομείς μιας άλλης πιο μικρής γεωγραφικά και πληθυσμιακά χώρας.
Ο τρόπος αφορά την αξιοποίηση γεγονότων που δημιουργούνται από διάφορες κρίσεις: ανθρωπιστικές, πολιτικές, οικονομικές, εθνοτικές, θρησκευτικές, οι οποίες δημιουργούνται ad hoc.
Εν ολίγοις, η γέννηση de facto κρατικών οντοτήτων, οι εξεγέρσεις ή επαναστάσεις, με θρησκευτική ή/και εθνική προέλευση, θα γίνουν κανόνας τα επόμενα χρόνια.
Μιλάμε για κρίσεις στην οποίες θα δρουν μισθοφορικές ή παραστρατιωτικές οργανώσεις, οι οποίοι από εδώ και στο εξής θα κάνουν ολοένα και συχνότερη την εμφάνιση τους.
Οι καταστάσεις αυτές παρατηρήθηκαν ήδη στην Κριμαία, στη Συρία, στο Ντονέτσκ, αλλά και στο Σουδάν, τη Λιβύη, το Ιράκ, για να αναφέρουμε μόνο μερικές περιπτώσεις.
Μιλάμε για στρατιώτες χωρίς διακριτικά των χωρών προέλευσης τους ή των εργολάβων τους, οι οποίοι θα είναι: Ρώσοι, Κινέζοι, Τούρκοι, Ιρανοί, χωρίς να μπορούν να αποκλείσουμε και πολίτες δυτικών χωρών.
Αλλά ποιες είναι αυτές οι de facto κρατικές οντότητες;
Μιλάμε για οργανισμούς που υποστηρίζονται από τους χορηγούς τους (χώρες ή υπερεθνικούς οργανισμούς), έχοντας κάποια αυτόνομη στρατιωτική ικανότητα και τεχνολογική υποστήριξη (προμήθειες όπλων, C4I, ISR, EW), κατάρτιση, πληροφόρηση και εμπειρία σε στρατιωτικά θέματα.
Η υποστήριξη ποτέ δεν θα δηλωθεί επισήμως, αλλά θα είναι εμφανής στα γεγονότα. Η σοβαρότητα του σεναρίου "πολλαπλών κρίσεων τύπου Ντονέσκ " βρίσκεται σε τρία στοιχεία:
Α. Στις στρατιωτικές δυνατότητες αυτών των οργανώσεων και τις αντιξοότητες που παρατηρήθηκαν ήδη σε πολλές περιπτώσεις.
Β. Στην επικαιρότητα των γεγονότων, ακόμη και σε μη γειτονικές γεωγραφικές περιοχές, γεγονός που καθιστά ακόμα πιο δύσκολη τη διοικητική και στρατιωτική προσπάθεια για την καταπολέμησή τους.
Γ. Στη λανθάνουσα (συχνά προφανής) αντίθεση συμφερόντων (ή αδιαφορίας) μεταξύ διαφόρων συμμαχικών χωρών και μελών του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, με πολιτικές, οργανωτικές και στρατιωτικές συνέπειες, οι οποίες, ακολουθώντας τα παραπάνω σημεία, καθιστούν την γενική εικόνα ακόμη πιο αβέβαιη.
Αυτά τα πολλαπλά σενάρια, όπως η συμμετοχή του ΝΑΤΟ και των δυνάμεων της ΕΕ, τείνουν να υπονομεύσουν τους δύο οργανισμούς και τις δυνατότητές τους άμεσα στη βάση.
Η συμμετοχή των πολιτών (ανθρώπινες ασπίδες) θα αποτελούν πάντα ένα "χρήσιμο" στοιχείο για να καταστούν οι όποιες στρατιωτικές επεμβάσεις ακόμα πιο δύσκολες τόσο επιχειρησιακά όσο και πολιτικά.
Αποτέλεσμα; Πολιτική και οικονομική αστάθεια στην περιοχή, αδυναμία πραγματοποίησης των απαραίτητων επενδύσεων σε ενέργεια και υποδομές, επίθεση στα κράτη, χάος, αναρχία, που θυμίζουν σαφώς τον μεσαίωνα.